Τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση σε επίπεδο τριμήνου παρουσίασε ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το πρώτο τρίμηνο του 2018, από το 2008, σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, το οποίο καταγράφει τις θετικές εξελίξεις που σημειώνονται σε βασικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας. Μεταξύ αυτών, στην αγορά εργασίας με την αύξηση του αριθμού των απασχολουμένων και τη μείωση του ποσοστού ανεργίας και στα δημοσιονομικά μεγέθη με την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2,423 δισ. ευρώ (το πρώτο τετράμηνο του έτους), ενώ πτώση καταγράφεται στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα.
Στην έκθεση, που έδωσε στη δημοσιότητα ο πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, Παναγιώτης Κορλίρας, αποτυπώνεται, επίσης, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος για δεύτερο συνεχόμενο μήνα τον Μάρτιο.
Ειδικότερα, στην έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, μεταξύ άλλων, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
Tο ΑΕΠ εκτιµάται ότι αυξήθηκε κατά 2,3% το Α’ τρίµηνο του 2018 έναντι του αντιστοίχου τριµήνου του 2017. Πρόκειται για τη µεγαλύτερη ποσοστιαία µεταβολή που σηµειώνεται σε επίπεδο τριµήνου από το 2008. Παρά το γεγονός ότι το αντίστοιχο τρίµηνο του 2017 είχε σηµειωθεί µία εξαιρετικά ισχνή αύξηση -έτσι που η αφετηρία της σύγκρισης να είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή- αυτή η εξέλιξη είναι αναµφίβολα θετική, πόσο µάλλον που ενισχύεται η προσδοκία για συνολική αύξηση του ΑΕΠ κατά το 2018 περί το 2%. Η αύξηση οφείλεται κατά βάση στη βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου λόγω της ανόδου της
αξίας των εξαγωγών και της κάµψης των εισαγωγών σε σχέση µε το Α’ τρίµηνο του 2017.
Η µείωση της καθαρής αρνητικής συµβολής του εξωτερικού τοµέα της οικονοµίας (από 2,2 δισ. σε 696 εκατ. ευρώ) είναι αυτή που οδήγησε στην αύξηση του ΑΕΠ. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 7,6% ενώ το µεγαλύτερο µέρος της αύξησης οφείλεται στις εξαγωγές αγαθών (+10,5%). Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σηµείωσαν µείωση της τάξης του 2,8%. Αυτό το αποτέλεσµα προέκυψε από την κάµψη στις εισαγωγές αγαθών (κατά 6,1%) σε συνδυασµό µε την άνοδο της αξίας των εισαγόµενων υπηρεσιών (κατά 13%).
Μικρή συµβολή στην αύξηση του ΑΕΠ είχε, επίσης, η αύξηση της δηµόσιας κατανάλωσης κατά 0,3%. Στον αντίποδα τώρα για ακόµα ένα τρίµηνο η ιδιωτική κατανάλωση αδυνατεί να ωθήσει προς τα πάνω το ΑΕΠ και κατέγραψε µείωση της τάξης του 0,4%.
Οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηµατισµός παγίου κεφαλαίου) σηµείωσαν σηµαντική κάµψη κατά 10,4% που προήλθε αποκλειστικά από την κατηγορία «µεταφορικός εξοπλισµός και οπλικά συστήµατα», η οποία, βέβαια, είχε καταγράψει πολύ µεγάλη άνοδο το Α’ τρίµηνο του 2017. Πάντως, σχεδόν όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες επενδύσεων (µηχανολογικός εξοπλισµός, εξοπλισµός πληροφορικής, οικοδοµή, κατασκευές) κατέγραψαν αύξηση.
Η βελτίωση στην αγορά εργασίας συνεχίζεται κατά το Α’ τρίµηνο του 2018. Συγκεκριµένα, το ποσοστό τής εποχικά διορθωµένης ανεργίας διαµορφώθηκε τον Μάρτιο του 2018 στο 20,1%, κατά µισή ποσοστιαία µονάδα χαµηλότερα από τον προηγούµενο µήνα και κατά δύο ποσοστιαίες µονάδες χαµηλότερα από τον αντίστοιχο µήνα του 2017. Ο αριθµός των απασχολουµένων ανήλθε σε 3.794.000, κατά 2% πάνω από τον Μάρτιο του 2017, ενώ ο αριθµός των ανέργων περιορίστηκε σε 956.000 ή κατά 9,6% σε σχέση µε τον αντίστοιχο µήνα του 2017.
Κατά το πρώτο πεντάµηνο του 2018, οι προσλήψεις εργαζοµένων µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανήλθαν σε 1.076.604 (εκ των οποίων οι µισές αφορούσαν πλήρη απασχόληση) και οι απολύσεις/αποχωρήσεις ανήλθαν σε 812.053. Το θετικό ισοζύγιο των ροών µισθωτής απασχόλησης διαµορφώθηκε σε 264.551 νέες θέσεις εργασίας, βελτιωµένο σε σχέση µε την αντίστοιχη περίοδο του 2017 κατά 49.247. Ειδικότερα, κατά τον µήνα Μάιο, το ισοζύγιο διαµορφώθηκε σε 108.725 νέες θέσεις
εργασίας, εκ των οποίων 48.413 αφορούσαν τον κλάδο των καταλυµάτων και 29.340 δραστηριότητες υπηρεσιών εστίασης, προφανώς λόγω της έναρξης της τουριστικής περιόδου.
Ο δείκτης οικονοµικού κλίµατος βελτιώθηκε για δεύτερο συνεχόµενο µήνα (Απρίλιο-Μάιο) µετά την πτώση που σηµείωσε τον Μάρτιο στις 99,8 µονάδες και ανέκτησε το υψηλό επίπεδο του περασµένου Φεβρουαρίου (104,2). Αυτή η εξέλιξη οφείλεται κυρίως στη βελτίωση του ισοζυγίου Επιχειρηµατικών Προσδοκιών (ΕΠ) στις κατασκευές, το οποίο παραµένει, ωστόσο, αρκετά αρνητικό. Πάντως η µηνιαία βελτίωση τον Μάιο σε σχέση µε τον Απρίλιο είναι
µικρότερη από την αντίστοιχη του Απριλίου, λόγω της οριακής επιδείνωσης του θετικού ισοζυγίου ΕΠ στο λιανικό εµπόριο, καθώς και της επιδείνωσης του αρνητικού ισοζυγίου της καταναλωτικής εµπιστοσύνης, σε συνδυασµό µε τη σταθεροποίηση του δείκτη ΕΠ στις υπηρεσίες σε θετικά επίπεδα, αλλά και τον ισοσκελισµό των ΕΠ στη βιοµηχανία.
Τον Απρίλιο του 2018, οι ληξιπρόθεσµες υποχρεώσεις της Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) -συµπεριλαµβανοµένων των εκκρεµών επιστροφών φόρων- ανήλθαν σε 3.358 εκατ. ευρώ. Παρατηρείται οριακή, µεν, µείωση έναντι του προηγούµενου µήνα (κατά 2%) σηµαντική, δε, σε ετήσια βάση (κατά 32%). Οι οργανισµοί κοινωνικής ασφάλισης και τα νοσοκοµεία παραµένουν οι φορείς της ΓΚ µε τις υψηλότερες ληξιπρόθεσµες υποχρεώσεις.
Σηµειώνεται, ότι στις 14 Ιουνίου εγκρίθηκε από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισµό Σταθερότητας (ESM) η εκταµίευση 1 δισ. ευρώ, τα οποία είχαν προβλεφθεί στο πρόγραµµα δανειακής στήριξης και πρόκειται να διοχετευθούν αποκλειστικά για την αποπληρωµή των ληξιπρόθεσµων υποχρεώσεων της ΓΚ. Αυτή η εκταµίευση θα συµβάλει στην πλήρη εκκαθάριση του αποθέµατος των ληξιπρόθεσµων υποχρεώσεων της ΓΚ, των εκκρεµών επιστροφών φόρων και των εκκρεµών αιτήσεων συνταξιοδότησης, µέχρι το τέλος του προγράµµατος προσαρµογής.
Η εξέλιξη των ληξιπρόθεσµων απαιτήσεων του ελληνικού ∆ηµοσίου παραµένει αυξητική. Αυτό το γεγονός αποδίδεται στη συνεχή υστέρηση των εισπράξεων έναντι των νέων ληξιπρόθεσµων απαιτήσεων που ανακύπτουν, σε συνδυασµό µε τη σύνθεση του συσσωρευµένου ληξιπρόθεσµου υπολοίπου.
Πάντως, η εικόνα της περιόδου Ιανουαρίου-Απριλίου 2018 είναι βελτιωµένη σε σχέση µε τις αντίστοιχες περιόδους των ετών 2014-2017. Συγκεκριµένα, το τετράµηνο του τρέχοντος έτους οι εισπράξεις έναντι των ληξιπρόθεσµων οφειλών ανήλθαν σε 1.890 εκατ. ευρώ, περίπου κατά 18% υψηλότερα σε σχέση µε το 2017.
Παράλληλα, το νέο ληξιπρόθεσµο χρέος που δηµιουργήθηκε το τετράµηνο του τρέχοντος έτους έφτασε στα χαµηλότερα επίπεδα των τελευταίων πέντε ετών. Τούτο αποδίδεται στη βελτιωµένη απόδοση των ελέγχων που διενεργεί η φορολογική διοίκηση, αλλά και στη συνδροµή σειράς από άλλες ρυθµίσεις και µέτρα που αφορούν σε επιστροφές φόρων, στην επίλυση φορολογικών διαφορών και στην αξιοποίηση αναγκαστικών µέτρων είσπραξης.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2018, η ΓΚ εµφάνισε ταµειακό πρωτογενές πλεόνασµα ύψους 2.423 εκατ. ευρώ, έναντι πρωτογενούς πλεονάσµατος ύψους 2.650 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2017. Αυτή η κάµψη οφείλεται στο γεγονός ότι η αύξηση των πρωτογενών δαπανών της ΓΚ (+615 εκατ. ευρώ ή 2,9%) υπερέβη σε απόλυτο ύψος την αύξηση των εσόδων της ΓΚ (+388 εκατ. ευρώ ή 1,6%). Η αύξηση των πρωτογενών δαπανών της ΓΚ προκλήθηκε, κυρίως, από την αύξηση των δαπανών για κοινωνικές παροχές (348 εκατ. ευρώ επιπλέον) και για αµοιβές προσωπικού (κατά 296 εκατ. ευρώ). Οι δαπάνες για κοινωνικές παροχές αυξήθηκαν λόγω: α) Της εντατικοποίησης των πληρωµών του ΕΟΠΥΥ για παροχές ασθενείας, β) της επίσπευσης των πληρωµών προς τους δικαιούχους του Κοινωνικού Εισοδήµατος Αλληλεγγύης και γ) της αυξηµένης δαπάνης για οικογενειακά επιδόµατα. Η, δε, αύξηση των δαπανών για αµοιβές προσωπικού οφείλεται, κυρίως, στην αύξηση των καταβληθέντων από το κράτος εργοδοτικών εισφορών για τους δηµοσίους υπαλλήλους.
Η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς οµολόγου µετά τη σταθερή αποκλιµάκωση που επιτεύχθηκε, κατά τη διάρκεια του 2017 και µέχρι τον Φεβρουάριο του 2018, αυξήθηκε τον τελευταίο µήνα σε ένα εύρος τιµών µεταξύ 4% και 4,6%.
Η κυβερνητική αστάθεια, κυρίως στην Ιταλία, αλλά και στην Ισπανία, όπως και οι εξαγγελίες επιβολής δασµών από τις ΗΠΑ, δηµιούργησαν ανησυχία στις διεθνείς αγορές οµολόγων µε αποτέλεσµα οι αποδόσεις των περιφερειακών οικονοµιών της Ευρωζώνης να οδηγηθούν σε υψηλότερα επίπεδα. Αποτέλεσµα αυτού είναι να συµπαρασυρθούν οι αποδόσεις των ελληνικών οµολόγων, τα οποία λόγω του υψηλού δηµοσίου χρέους προς ΑΕΠ διατηρούν υψηλή ευαισθησία στην αρνητική διεθνή συγκυρία. Η διακήρυξη µίας δεσµευτικής πολιτικής απόφασης από την πλευρά των δανειστών για το πλέγµα και το χρονοδιάγραµµα των µεσοπρόθεσµων µέτρων που θα καθιστούν µακροχρόνια διαχειρίσιµο το δηµόσιο χρέος, είναι, µεταξύ άλλων, απαραίτητη για την εµπέδωση κλίµατος σταθερότητας και την εξοµάλυνση των αποδόσεων των ελληνικών οµολόγων.