Η νέα παράταση των διαπραγματεύσεων, μετά το Eurogroup της 20ης Μαρτίου συντηρεί το κλίμα αβεβαιότητας και δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στην πορεία ανάκαμψης της οικονομίας. Είναι προφανές ότι κάθε περαιτέρω καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις λειτουργεί σε βάρος της χώρας μας.
Του Κωνσταντίνου Μίχαλου*
Πλέον, η άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης αναδεικνύεται σε αδήριτη ανάγκη και σε εθνικής σημασίας στόχο. Ο στόχος αυτός οφείλει να επιδιωχθεί στο πλαίσιο ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης της χώρας, το οποίο δεν θα προκαλεί περαιτέρω προβλήματα στην οικονομία και στην κοινωνία. Μια τέτοια προσπάθεια απαιτεί από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να εντοπίσουν βασικά ζητήματα στα οποία συμφωνούν και να τα θέσουν από κοινού σε εταίρους και δανειστές, διαμηνύοντας ότι αποτελούν εθνικές απαράβατες γραμμές.
Υπάρχουν ήδη έξι ζητήματα, στα οποία ήδη συγκλίνουν τα κόμματα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Πρόκειται για τη θέση ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018 δεν μπορούν να είναι υψηλότερα από το 2% του ΑΕΠ, την ανάγκη να μη μειωθούν περαιτέρω οι συντάξεις, την ανάγκη να προχωρήσουν άμεσα οι προβλεπόμενες ιδιωτικοποιήσεις, την ανάγκη εφαρμογής των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών στα εργασιακά, την ανάγκη για σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, με ταυτόχρονη προσήλωση στον περιορισμό της φοροδιαφυγής, καθώς και μείωση του ΕΝΦΙΑ, αλλά και του ΦΠΑ σε συγκεκριμένους τομείς, με στόχο τη μείωση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων και των δαπανών των νοικοκυριών.
Οι βασικές παραδοχές αυτές μπορούν να αποτελέσουν το κλειδί για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, εάν τεθούν στους εταίρους και δανειστές κάτω από πνεύμα σύνεσης, συναίνεσης και συνεργασίας. Το συμφέρον της χώρας επιβάλλει σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ρεαλιστικές θέσεις και προτάσεις, οι οποίες τυγχάνουν της ευρύτερης δυνατής πολιτικής αποδοχής και στήριξης.
*Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος είναι πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος