Ανάπτυξη μεταξύ 3% και 4% βλέπουν για φέτος οι επικεφαλής των θεσμών που βρίσκονται από χθες σε τηλε-διαπραγματεύσεις με το οικονομικό επιτελείο στο πλαίσιο της 10ης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας.
Το παρατεταμένο lockdown που έχουν ανεβάσει το λογαριασμό των μέτρων στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών ανεβάζουν και το τελικό πρωτογενές έλλειμμα του τρέχοντος έτους το οποίο δεν θα έχει καμία σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις του προϋπολογισμού. Στον προϋπολογισμό, με τα μέτρα στήριξης της οικονομίας στα 7,5 δισ. ευρώ το πρωτογενές έλλειμμα υπολογιζόταν στα 6,670 δισ. ευρώ ή στο 3,88% του ΑΕΠ. Από τότε όμως, το κόστος των μέτρων έχει αυξηθεί δύο φορές , αρχικά στα 11,2 δισ. ευρώ και στη συνέχεια στα 14 δισ. ευρώ με την κατάθεση συμπληρωματικού προϋπολογισμού και πλέον το πρωτογενές αποτέλεσμα εκτιμάται στην περιοχή του 7% του ΑΕΠ.
Χθες το ΙΟΒΕ έβγαλε εντελώς από το τραπέζι το θετικό σενάριο επέκτασης της ελληνικής οικονομίας , αφήνοντας μόνο το βασικό και το δυσμενές και εκτιμώντας πλέον πως η ελληνική οικονομία δεν θα επανέλθει στα επίπεδα του 2019 ούτε το 2022 καθώς οι οικονομικές επιπτώσεις όπως άλλωστε και η ίδια η πανδημία διαρκούν πολύ περισσότερο από τις αρχικές προβλέψεις. Υπ’ αυτό το πρίσμα , στο βασικό σενάριο του ΙΟΒΕ προβλέπει επέκταση μεταξύ 3,5% και 4% φέτος και στο δυσμενές ο πήχης χαμηλώνει μεταξύ 1,5% και 2%.
Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ Νίκο Βέττα, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καθεστώς «αναταραχής» τα τελευταία 15 χρόνια αλλά εκτιμάται πως σιγά σιγά θα αρχίσουμε να αφήνουμε πίσω το πρόβλημα της πανδημίας. «Από το φθινόπωρο, το πρόβλημα θα παραμένει αλλά θα είναι μικρότερο» εκτίμησε , σημειώνοντας και τις προκλήσεις της επόμενης μέρας καθώς «σήμερα επιχειρήσεις και εργαζόμενοι βρίσκονται στο «ψυγείο» και όταν αρχίσει η «απόψυξη» θα πρέπει να δούμε πως δεν θα υπάρξει αύξηση των πτωχεύσεων και της ανεργίας».
Ο Νίκος Βέττας εκτίμησε ότι υπάρχουν ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης από τον Ιούνιο και μετά υπογραμμίζοντας παράλληλα τη σημασία των προσεκτικών δημοσιονομικών χειρισμών με τη χαρακτηριστική διατύπωση πως «κάθε ευρώ θα πρέπει να χρησιμοποιείται με ευλάβεια» και πως η συσσώρευση χρεών σημαίνει παράλληλα πως «κάποια στιγμή θα πρέπει να πληρωθούν».