Τον συνδυασμό σταθερής δημοσιονομικής πολιτικής και ανάπτυξης σκοπεύει να προωθήσει η Γερμανία στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που θα πραγματοποιηθεί την Δεύτερα στις Βρυξέλλες.
Η Καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ, μετά τη συνάντησή της με τον Πρωθυπουργό της Ισπανίας Μαριάνο Ραχόι, επέμεινε ότι «σταθεροί προϋπολογισμοί και ανάπτυξη δεν είναι αντίθετες έννοιες» και επανέλαβε την πρότασή της για προώθηση των αδιάθετων κοινοτικών πόρων σε αναπτυξιακές πολιτικές.
Η κυρία Μέρκελ τόνισε ότι «για να υπάρχει σταθερό ευρώ πρέπει να είναι σταθερά και τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης» και σημείωσε ότι η Γερμανία, η οποία μέχρι τώρα απαιτούσε την επιστροφή των αδιάθετων πόρων στους εθνικούς προϋπολογισμούς, είναι διατεθειμένη να επιτρέψει τα κονδύλια αυτά να χρησιμοποιηθούν για την στήριξη των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων και την δημιουργία θέσεων εργασίας, ειδικά για νέους ανέργους.
Αναφέρθηκε μάλιστα στην πολιτική του πρώην Καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ για την απασχόληση, η οποία του στοίχισε πολιτικά, αλλά είχε ως αποτέλεσμα τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας που έχει σήμερα η Γερμανία.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικώς με το αίτημα που υπέβαλε το Βερολίνο προς την Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου της Ε.Ε. προκειμένου να γνωμοδοτήσει εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έχει το δικαίωμα να παραπέμψει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ένα κράτος – μέλος για παραβίαση του Δημοσιονομικού Συμφώνου, το οποίο -προς το παρόν- δεν αποτελεί μέρος της Συνθήκης της Ε.Ε., η κυρία Μέρκελ σημείωσε ότι δεν έχει πολύ μεγάλη σημασία, εφόσον ούτως ή άλλως ένα κράτος-μέλος έχει ήδη τη δυνατότητα να καταγγείλει ένα άλλο.
Από την πλευρά του ο κ. Ραχόι δήλωσε ότι πρέπει να διατηρηθεί με κάθε τρόπο το ευρώ και τόνισε ότι εθνικός στόχος της Ισπανίας για το επόμενο διάστημα είναι η επίτευξη ανάπτυξης και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Έκανε λόγο για αυστηρά μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα, αλλά και για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες, όπως είπε, θα χρειαστούν χρόνο για να φέρουν αποτελέσματα. Σε ό,τι αφορά το έλλειμμα στον προϋπολογισμό, ο Ισπανός Πρωθυπουργός σημείωσε ότι είναι υποχρέωση της χώρας του να το μειώσει, αλλά πάντα σε συνδυασμό με την εφαρμογή αναπτυξιακής πολιτικής.