Ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος, σε συνέχεια της κατάθεσης του σχεδίου του νέου αναπτυξιακού νόμου στη Βουλή, απέστειλε στον υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού κ. Γιώργο Σταθάκη επιστολή επισημαίνοντας ότι δυστυχώς διαπιστώθηκε πως οι προτάσεις που κατέθεσε η επιμελητηριακή κοινότητα, στο πλαίσιο της διαβούλευσης του νέου Αναπτυξιακού Νόμου, δεν έχουν ληφθεί υπόψη.
Ωστόσο, όπως αναφέρει ο κ. Μίχαλος για την εφαρμογή του νέου αναπτυξιακού νόμου απαιτούνται δεκάδες διατάγματα, κανονιστικές πράξεις και υπουργικές αποφάσεις, που μπορεί να τροποποιήσουν το σχέδιο νόμου προς τις ορθές κατευθύνσεις και να προχωρήσει άμεσα η ενεργοποίησή του.
Αναλυτικότερα:
«Διαβάζοντας το σχέδιο νόμου με τίτλο «Θεσμικό πλαίσιο για τη σύσταση καθεστώτων Ενισχύσεων Ιδιωτικών Επενδύσεων για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη της χώρας – Σύσταση Αναπτυξιακού Συμβουλίου και άλλες διατάξεις», διαπιστώσαμε με λύπη ότι οι προτάσεις, τις οποίες είχαμε καταθέσει στο πλαίσιο της διαβούλευσης του νέου Αναπτυξιακού Νόμου, δεν έχουν ληφθεί υπόψη.
Ειδικότερα:
– Όχι μόνο διατηρείται η απώλεια του 30% του ποσοστού ενίσχυσης που δικαιούται ο φορέας επένδυσης για σχέδια τα οποία δεν εμπίπτουν σε ειδικές κατηγορίες ενισχύσεων, αλλά καταργείται η δυνατότητα να λάβει κάποιος το 100% του ποσοστού επιχορήγησης στο καθεστώς των Ανεξάρτητων ΜΜΕ, υπό προϋποθέσεις. Επισημαίνεται ότι η δυνατότητα αυτή υπήρχε στο σχέδιο νόμου που είχε τεθεί σε διαβούλευση.
– Με τις διατάξεις που προτείνονται, υφιστάμενη Μικρομεσαία Επιχείρηση που δεν ανήκει σε ειδική κατηγορία ενισχύσεων δεν μπορεί να ενισχυθεί με το καθεστώς της επιδότησης. Εξακολουθεί επίσης να υφίσταται στο σχέδιο του νέου νόμου η ποινικοποίηση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, καθώς δεν δύναται να λάβει επιδότηση φορέας επένδυσης εφόσον έχει συνδεδεμένες εταιρίες και δεν ανήκει σε ειδική κατηγορία επενδυτικού σχεδίου. Προτείνουμε εκ νέου την κατάργηση της συγκεκριμένης διάταξης και τη χρηματοδότηση όλων των ΜμΕ και με το καθεστώς της επιδότησης, χωρίς καμία επιπλέον προϋπόθεση.
– Έχει αυστηροποιηθεί περαιτέρω η έννοια της Νέας Ανεξάρτητης ΜΜΕ, με επέμβαση ακόμη και στα κριτήρια και τους ορισμούς που έχουν υιοθετηθεί από την Ε.Ε. ως προς το μέγεθος των επιχειρήσεων. Είναι τουλάχιστον ακατανόητο να προβαίνει η ελληνική κυβέρνηση σε διαμόρφωση κανόνων και προϋποθέσεων αυστηρότερων, σε σχέση με τους οριζόμενους από την Κοινοτική Νομοθεσία.
– Με τις μεταβατικές διατάξεις που περιλαμβάνονται στο σχέδιο νόμου – και που δεν είχαν τεθεί σε διαβούλευση – καταργούνται οι προκαταβολές που προβλέπονταν στους προηγούμενους Αναπτυξιακούς Νόμους. Στον νέο Αναπτυξιακό Νόμο, αντί να καθορίζεται ποσοστό προκαταβολής, αλλάζει ο τρόπος καταβολής των εγκεκριμένων ενισχύσεων στους προηγούμενους νόμους. Έτσι, οι δικαιούχοι ενίσχυσης θα πρέπει να περιμένουν επτά έτη, για να εισπράξουν την επιχορήγησή τους. Η ρύθμιση αυτή δημιουργεί τεράστια προβλήματα στην αγορά, θέτοντας σε κίνδυνο ακόμη και την επιβίωση των επιχειρήσεων που είχαν προχωρήσει σε εκχώρηση της επιχορήγησης. Επιπλέον, ακυρώνοντας κάθε έννοια συνέχειας και αξιοπιστίας του κράτους, υποβαθμίζει περαιτέρω την ελκυστικότητα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού. Για τους λόγους αυτούς, η συγκεκριμένη διάταξη, η οποία βρίσκεται στο άρθρο 77 του σχεδίου νόμου, θα πρέπει να καταργηθεί.
– Η ρήτρα κερδών για την 6ετία της υφιστάμενης λειτουργίας των επιχειρήσεων, ως προϋπόθεση για την δυνατότητα λήψης επιχορήγησης, όχι μόνο διατηρείται αλλά με το σχέδιο νόμου η 6ετία αυξάνεται σε 7ετία. Σας καλούμε, έστω και τώρα, να την καταργήσετε, επαναλαμβάνοντας την εναλλακτική πρόταση για πριμοδότηση των κερδοφόρων επιχειρήσεων μέσω του βαθμολογικού συστήματος αξιολόγησης των επενδυτικών σχεδίων.
Παραμένει, παρά τις προτάσεις μας, στο άρθρο 11 η εξαίρεση της ενίσχυσης των Μεγάλων Επιχειρήσεων σε οποιαδήποτε κατηγορία. Διατηρείται μια αρνητική, κυρίως, για τον Τουρισμό διάταξη, η οποία απαγορεύει την ενίσχυση των Μεγάλων Επιχειρήσεων που επιθυμούν να προχωρήσουν σε εκσυγχρονισμό ολοκληρωμένης μορφής στις Περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας, των Ιονίων Νήσων, της Κρήτης, της Στερεάς Ελλάδας, της Αττικής και του Νοτίου Αιγαίου. Με τον τρόπο αυτό, ένα τεράστιο ποσοστό του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας καθίσταται μη επιλέξιμο για χρηματοδότηση και σημαντικές ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις κινδυνεύουν με απαξίωση. Ειδικά για την περιφέρεια του Νοτίου Αιγαίου που δέχεται και ένα τεράστιο κύμα προσφυγικών ροών η συγκεκριμένη εξέλιξη αναμένεται να έχει ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο. Επισημαίνουμε πως, ενώ έχει προβλεφθεί
– ειδική κατηγορία ενισχύσεων στο άρθρο 12, δεν προκύπτει εάν σε αυτήν περιλαμβάνονται οι Μεγάλες επιχειρήσεις.
– Η πρόβλεψη για τις κορεσμένες περιοχές, αντί να καταργηθεί, όπως είχαμε προτείνει, παραμένει στην παράγραφο 4 (θθ) του άρθρου 7, εξαιρώντας τουριστικές περιοχές από τη δυνατότητα ενίσχυσης. Σας καλούμε εκ νέου να αποσύρετε την εν λόγω διάταξη.
– Διατηρείται η εξαίρεση του συνόλου των επενδυτικών σχεδίων του κλάδου της Ενέργειας, μεταξύ των οποίων και τα επενδυτικά σχέδια στον τομέα των ΑΠΕ, από την υπαγωγή στα πλαίσια του Νέου Αναπτυξιακού Νόμου. Ενισχύονται κατ’ εξαίρεση επενδυτικά σχέδια παραγωγής θερμότητας και μικρών υδροηλεκτρικών πάρκων. Εξακολουθούμε να υποστηρίζουμε και να ζητούμε τη διεύρυνση του πεδίου επιλεξιμότητας των επενδυτικών σχεδίων στον κρίσιμο για την ανάπτυξη κλάδο της ενέργειας, ώστε να συμπεριληφθούν σχέδια όλων των μορφών παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ.
– Ο καθορισμός των 20 εκατ. ευρώ ως επιπλέον περιορισμός για τα επενδυτικά σχέδια και την κατηγοριοποίηση αυτών ως επενδυτικών σχεδίων Μείζονος Μεγέθους, αποτελεί και πάλι Εθνική Πρωτοβουλία, όπως επίσης και ο περιορισμός της ενίσχυσης στα 5 εκατ. ευρώ ανά επενδυτικό σχέδιο. Κατά τη διαδικασία διαβούλευσης του κειμένου του σχεδίου νόμου επισημάναμε τα προβλήματα που θα δημιουργήσουν οι εν λόγω διατάξεις. Δυστυχώς, αντί να ληφθούν υπόψη οι επισημάνσεις μας, καθορίζεται στο σχέδιο νόμου ειδικό καθεστώς Επενδύσεων Μείζονος Μεγέθους, για έργα στα οποία δίνεται η δυνατότητα να λάβουν ως ενίσχυση το σταθερό φορολογικό σύστημα.
Είναι αδιανόητο να διατηρείται στο τελικό σχέδιο νόμου μια τέτοια διάταξη, καθώς δεν υπάρχει επιχείρηση που θα επιθυμεί να υλοποιήσει επενδυτικό σχέδιο άνω των 20 εκατ. ευρώ, με στόχο να διατηρήσει το συντελεστή φορολογίας στα επίπεδα που σήμερα έχετε ορίσει. Προτείνουμε να καταργηθεί η εν λόγω διάταξη και να διατηρηθούν τα όρια των 50 εκατ. ευρώ ως όρια για τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια. Θεωρούμε πως ακόμη και τώρα, μετά την ολοκλήρωση της διαβούλευσης και την κατάθεση του σχεδίου νόμου, θα πρέπει να επανεξεταστούν και τα όρια σώρευσης τα οποία ορίζουν τα 10 και 20 εκατ. ευρώ για μεμονωμένη και συνδεδεμένες επιχειρήσεις αντίστοιχα ως σύνολο ενίσχυσης.
Στο άρθρο 76 του σχεδίου νόμου ορίζονται και οι προθεσμίες ολοκλήρωσης των επενδυτικών σχεδίων του Ν.3299/04 και του
– Ν.3908/2011. Στις 2-6-2016 κατατίθεται σχέδιο νόμου στο οποίο ορίζεται προθεσμία 6 μηνών για την υλοποίηση του 50% ενός έργου, ώστε να μπορέσει να χορηγηθεί επιπλέον παράταση έως 30-6-2018.
Η προθεσμία αυτή είναι μη ρεαλιστική. Δεν είναι εφικτό για μια επιχείρηση να υλοποιήσει σε 6 μήνες το 50% του εγκεκριμένου προϋπολογισμού της απόφασης υπαγωγής της, κάτω από τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην αγορά: με τις φορολογικές υποχρεώσεις συνεχώς να αυξάνονται, τις συναλλαγές να εξακολουθούν να περιορίζονται από τα capital controls και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αρνούνται τη χρηματοδότηση, όχι μόνο για επενδύσεις, αλλά και για τις τρέχουσες καθημερινές ανάγκες της επιχείρησης.
Για το λόγο αυτό, ζητούμε εκ νέου την τροποποίηση της εν λόγω διάταξης και τον καθορισμό ως ημερομηνία ολοκλήρωσης την 31-12-2017 χωρίς την υποχρέωση υλοποίησης του 50% έως την 31-12-2015 ή 31-12-2016 που έχετε προβλέψει.
– Με λύπη, τέλος, διαπιστώνουμε διαβάζοντας τη συνοδευτική Έκθεση Αξιολόγησης Συνεπειών, ότι το σκέλος του Εθνικού Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για την επόμενη εξαετία για το σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας θα ανέλθει στο ύψος των 80 εκατ. ευρώ. Το ποσό αυτό είναι απελπιστικά μικρό, σε μια περίοδο όπου η ελληνική οικονομία έχει άμεση ανάγκη από επενδύσεις και θέσεις εργασίας. Η χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων, μέσω του βασικού αναπτυξιακού εργαλείου της χώρας, ανέρχεται ουσιαστικά σε κάτι περισσότερο από 10 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, όταν οι ετήσιες επενδυτικές δαπάνες μιας πολυεθνικής εταιρείας είναι τουλάχιστον δεκαπλάσιες.
Η επιμελητηριακή κοινότητα ανταποκρίθηκε άμεσα και με συγκεκριμένες προτάσεις, στην πρόσκλησή σας για διαβούλευση, αναγνωρίζοντας την κρίσιμη σημασία του Αναπτυξιακού Νόμου στην προσπάθεια για ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Δυστυχώς, διαπιστώνουμε ότι οι προτάσεις μας έπεσαν στο κενό. Ο επιχειρηματικός κόσμος, αντί να ενθαρρύνεται και να υποστηρίζεται, εξακολουθεί να τιμωρείται και να αποτρέπεται από την υλοποίηση επενδύσεων, μέσα από αλλεπάλληλους περιορισμούς και εξαιρέσεις.
Με τις τρέχουσες προτεινόμενες διατάξεις, ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος που με αγωνία και υπομονή περίμεναν οι επιχειρήσεις, προκαλεί απογοήτευση και απελπισία.
Για μια ακόμη φορά, επισημαίνουμε ότι ο στόχος της ανάπτυξης δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς βιώσιμες ελληνικές επιχειρήσεις. Δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ένα σταθερό και ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, με λιγότερα εμπόδια και περισσότερα κίνητρα για την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Παρακαλούμε, λοιπόν, για τις ενέργειές σας, ώστε το σχέδιο νόμου να τροποποιηθεί – έστω και τώρα – προς τις ορθές κατευθύνσεις και να προχωρήσει άμεσα η ενεργοποίησή του».