Η αγορά ακινήτων στην Ελλάδα διατηρεί εδώ και τουλάχιστον επτά χρόνια μία ισχυρή δυναμική, και όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο αυτή η τάση θα συνεχιστεί, ίσως όχι με την ίδια ένταση. Ένα ακόμη στοιχείο που συνηγορεί προς αυτή την κατεύθυνση είναι τα ευρήματα έρευνας που δείχνουν ότι το 80% των πολιτών δηλώνει πρόθεση να αγοράσει, να πουλήσει ή να ενοικιάσει ακίνητο μέσα στην επόμενη πενταετία.
Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από πρόσφατη μελέτη του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών σε συνεργασία με το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η οποία αποκαλύπτει τις τάσεις και τις προοπτικές στον τομέα των μεσιτικών υπηρεσιών. Παρά τις προκλήσεις που υπάρχουν στην αγορά, η ζήτηση για μεσιτικές υπηρεσίες παραμένει ισχυρή. Οι ευκαιρίες για ανάπτυξη του κλάδου είναι πολλές, κάτι που αναμένεται να επηρεάσει θετικά την ελληνική οικονομία συνολικά.
Η μελέτη αυτή αναδεικνύει τις τάσεις, τις ανάγκες και τις προοπτικές του κλάδου των μεσιτικών υπηρεσιών, με τα αποτελέσματα να καταδεικνύουν τη συνεχή ζήτηση για τέτοιες υπηρεσίες, παρά τις προκλήσεις και τα προβλήματα που υπάρχουν στην αγορά ακινήτων.
Ο πρόεδρος του ΕΕΑ, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, τόνισε τη σημασία του κλάδου, επισημαίνοντας ότι, λόγω της υψηλής ζήτησης και της δυναμικής των μεσιτών, προκύπτουν σημαντικές ευκαιρίες για περαιτέρω ανάπτυξη, κάτι που θα έχει θετική επίδραση στην ελληνική οικονομία συνολικά.
Ας δούμε τα βασικά ευρήματα της έρευνας:
Συναλλαγές ακινήτων: Η έρευνα αποκαλύπτει ότι το 87% των ερωτώμενων δηλώνει ότι έχει προβεί σε μία ή περισσότερες συναλλαγές ακινήτων, με την πλειοψηφία αυτών να αφορά αγοραπωλησίες ή ενοικιάσεις κατοικιών. Οι συναλλαγές αφορούν κυρίως κατοικίες, ενώ ένα μικρότερο ποσοστό σχετίζεται με επαγγελματικούς χώρους. Οι κατοικίες, ως η πιο επιθυμητή κατηγορία ακινήτων, υποδεικνύουν τη συνεχιζόμενη ανάγκη των πολιτών για στέγαση, η οποία, παρά τις οικονομικές δυσκολίες, παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Μελλοντικές προοπτικές αγοράς και ενοικίασης: Σημαντικό είναι το γεγονός ότι το 77% των ερωτώμενων εκτιμά ότι είναι πιθανό να εμπλακεί σε κάποια συναλλαγή ακινήτων την επόμενη πενταετία. Αυτό αποδεικνύει την αισιοδοξία που υπάρχει στην αγορά, παρά τις αβεβαιότητες. Στο πλαίσιο αυτό, οι προτιμήσεις για την αναζήτηση ακινήτου είναι ενδεικτικές: το 51,9% θα ξεκινήσει την αναζήτηση διαδικτυακά, το 24,2% μέσω μεσιτικού γραφείου και το 14,6% μέσω συγγενών και φίλων. Αυτές οι προτιμήσεις αναδεικνύουν τη σημασία της ψηφιακής παρουσίας των μεσιτών και των ακινήτων στην αγορά.
Είδη συναλλαγών: Το 76% των συναλλαγών αφορά ενοικίαση κατοικίας, είτε από την πλευρά του ιδιοκτήτη είτε από αυτήν του ενοικιαστή, με το 55% των ερωτώμενων να έχει εμπλακεί σε αγοραπωλησία κατοικίας. Αντίστοιχα, το 30% των συναλλαγών αφορά επαγγελματικούς χώρους, κυρίως για ενοικίαση, ενώ το 10% σχετίζεται με την πώληση επαγγελματικών ακινήτων. Επιπλέον, σημαντικό ποσοστό συναλλαγών (26%) αφορά αγοραπωλησίες οικοπέδων, ενώ μόλις το 3% αφορά ενοικίαση οικοπέδου. Αυτές οι πληροφορίες δείχνουν την τάση των πολιτών να επιλέγουν κατοικίες για τις βασικές τους ανάγκες.
Προτίμηση στη μεσιτική διαμεσολάβηση: Σχεδόν το 52% των ερωτώμενων χρησιμοποιεί μεσιτικές υπηρεσίες για τις συναλλαγές τους, με τις περισσότερες από αυτές να έχουν ολοκληρωθεί τα τελευταία 12 μήνες. Ωστόσο, το γεγονός ότι το 67% των ερωτώμενων δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη συναλλαγή χωρίς μεσίτη, λόγω της δυνατότητας προσωπικής διαχείρισης, καθώς και το 26,7% που επικαλείται έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους μεσίτες, υποδεικνύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος.
Ικανοποίηση από μεσιτικές υπηρεσίες: Σημαντικό είναι το γεγονός ότι σχεδόν το 50% των χρηστών υπηρεσιών μεσιτών δηλώνει πολύ ή αρκετά ικανοποιημένο από τις υπηρεσίες που έλαβε. Το 64% θεωρεί τον μεσίτη αξιόπιστο και ενημερωμένο. Κρίσιμοι παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή του κατάλληλου μεσίτη περιλαμβάνουν τον επαγγελματισμό (62,7%), την παροχή αξιόπιστων πληροφοριών (47,3%), τη γνώση της αγοράς (43,9%) και την εμπειρία (35,8%). Αξιοσημείωτο είναι ότι το κόστος των υπηρεσιών (21,2%) και οι συστάσεις από πρόσωπα που εμπιστεύονται (14,3%) φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιλογή.
Περιοχές βελτίωσης: Παρά την ικανοποίηση που εκφράζεται, οι καταναλωτές ζητούν βελτίωση σε αρκετούς τομείς. Οι πιο συχνές αναφορές για τομείς που χρειάζονται βελτίωση περιλαμβάνουν τη μεγαλύτερη ακρίβεια των πληροφοριών (52,7%), την πιο εξειδικευμένη γνώση (32,8%), το κόστος των υπηρεσιών (29,3%), τη διαφάνεια στις χρεώσεις (24,6%), καθώς και την ταχύτητα εξυπηρέτησης (22,3%). Η ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια και ακρίβεια αναδεικνύει τις απαιτήσεις των καταναλωτών για αξιόπιστες υπηρεσίες.
Συστάσεις και συμβολή: Παρά τις προκλήσεις, το 51% όσων έχουν αξιοποιήσει μεσιτικές υπηρεσίες στο παρελθόν δηλώνει πρόθυμο να συστήσει τον μεσίτη ή τη μεσίτρια με την οποία συνεργάστηκε σε τρίτους, ενώ το 61,5% θεωρεί τη συμβολή τους σημαντική. Αυτά τα ποσοστά υποδεικνύουν ότι οι μεσίτες έχουν τη δυνατότητα να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πελατών τους και να ενισχύσουν τη φήμη τους στην αγορά.
Πηγές πληροφόρησης: Όσον αφορά τις πηγές πληροφόρησης για την εύρεση κατάλληλου μεσίτη ή μεσίτριας, το διαδίκτυο αποδεικνύεται καθοριστικό, με ποσοστό 74,5%, ενώ οι συστάσεις από φίλους ή οικογένεια κατατάσσονται δεύτερες με 53,7%. Οι παραδοσιακές μορφές διαφήμισης, όπως οι εφημερίδες και τα περιοδικά, φαίνεται να έχουν χαμηλή επίδραση (4,7%).
Αυτή η μελέτη αναδεικνύει τις τάσεις και τις προοπτικές της αγοράς ακινήτων στην Ελλάδα, καθώς και τη σημασία των μεσιτικών υπηρεσιών, οι οποίες φαίνεται να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην εύρεση και διαχείριση ακινήτων, εν μέσω των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η αγορά.