Στάσιμη στις τελευταίες θέσεις των χωρών του ΟΟΣΑ, παρέμεινε η Ελλάδα το 2024 στον δείκτη φορολογικής ανταγωνιστικότητας, στοιχείο που αναδεικνύει τις αδυναμίες του φορολογικού μας συστήματος αλλά και τον «πρωταθλητισμό» που κάνει η χώρα μας στον ΦΠΑ.
Ειδικότερα, στον φετινό Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας που επεξεργάστηκε και δημοσιεύει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ) σε συνεργασία με το Tax Foundation, η Ελλάδα βρέθηκε στην 27η θέση ανάμεσα στις 38 χώρες του ΟΟΣΑ, με την κατάταξη να μένει αμετάβλητη, σε σχέση με το 2023.
Η χώρα μας συγκεντρώνει συνολική βαθμολογία 60,9 στον Δείκτη Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας και κατατάσσεται μεταξύ του Βελγίου (26η θέση) και της Δανίας (28η θέση).
Για ενδέκατη συνεχόμενη χρονιά, η Εσθονία αναδείχθηκε ως η χώρα με τον πλέον ανταγωνιστικό φορολογικό κώδικα, ενώ την τελευταία θέση (38η) κατέλαβε η Κολομβία.
Ως προς τις επιμέρους κατηγορίες του Δείκτη, η Ελλάδα κατατάσσεται:
- στη 17η θέση στην εταιρική φορολόγηση,
- στην 9η θέση στη φορολόγηση φυσικών προσώπων,
- στην 34η θέση στη φορολόγηση της κατανάλωσης,
- στην 27η θέση στους φόρους επί της ιδιοκτησίας,
- και στην 21η θέση ως προς τη φορολόγηση των κερδών στο εξωτερικό.
Δυνατά σημεία
Τα δυνατά στοιχεία του φορολογικού συστήματος της Ελλάδας είναι:
- Ο καθαρός φορολογικός συντελεστής φυσικών προσώπων επί μερισμάτων, στο 5%, είναι σημαντικά χαμηλότερος από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (24,7%).
- Ο συντελεστής φορολόγησης εταιρικού εισοδήματος στο 22% είναι χαμηλότερος από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (23,9%).
- Οι κανονισμοί Ελεγχόμενων Αλλοδαπών Εταιρειών στην Ελλάδα είναι μετριοπαθείς και εφαρμόζονται μόνο στο παθητικό εισόδημα.
Οι αδυναμίες
Οι αδυναμίες του ελληνικού φορολογικού συστήματος εντοπίζονται στα εξής:
- Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν αυστηρούς περιορισμούς ως προς τα ποσά των καθαρών ζημιών χρήσης με τα οποία μπορούν να αντισταθμίσουν μελλοντικά κέρδη. Επίσης, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ζημιές για να μειώσουν προηγούμενο φορολογητέο εισόδημα.
- Η Ελλάδα έχει ένα σχετικά περιορισμένο δείκτη φορολογικών συμβάσεων (58 συμβάσεις έναντι 75 του μέσου όρου του ΟΟΣΑ).
- Η Ελλάδα έχει έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ (24%) με μία από τις πιο περιορισμένες φορολογικές βάσεις στον ΟΟΣΑ, καθώς καλύπτει μόλις το 37% της τελικής κατανάλωσης. Όπως δήλωσε ο εκτελεστικός Διευθυντής του ΚΕΦΙΜ Νίκος Ρώμπαπας «η σταθερά κακή θέση της Ελλάδας στον Δείκτη Διεθνούς Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά ακόμη και χωρίς την αναγκαία οριζόντια ελάφρυνση της φορολογικής επιβάρυνσης που υφίστανται σήμερα οι πολίτες και οι επιχειρήσεις στη χώρα μας. Όπως καταδεικνύει και η φετινή μελέτη του Δείκτη, παρεμβάσεις όπως η αλλαγή του καθεστώτος των αποσβέσεων και η μετακίνηση προς τα πάνω του ορίου από το οποίο ξεκινά το ανώτατο κλιμάκιο φορολόγησης του ατομικού εισοδήματος πρέπει να αποτελέσουν άμεσες προτεραιότητές της κυβερνητικής πολιτικής».
Ο πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του Tax Foundation Daniel Bunn ανέφερε ότι «σε πολλές χώρες θα διεξαχθούν εκλογές φέτος και θα σημειωθούν σημαντικές αλλαγές στη φορολογική πολιτική σε παγκόσμιο επίπεδο. Το φορολογικό τοπίο συνεχίζει να εξελίσσεται και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην βελτίωση της κατάταξης των χωρών τους, εάν επιθυμούν να προσελκύσουν επενδύσεις και να μεγιστοποιήσουν τις ευκαιρίες για οικονομική ανάπτυξη».