Η Γη αποτελεί έναν τεράστιο φυσικό μαγνήτη και έχει όλα τα ανάλογα χαρακτηριστικά, δηλαδή, το Βόρειο μαγνητικό Πόλο, το Νότιο μαγνητικό Πόλο και τον μαγνητικό ισημερινό.
Οι μαγνητικοί αυτοί πόλοι της Γης συνιστούν τα γήινα εκείνα σημεία με τη μεγαλύτερη μαγνητική ένταση και βρίσκονται αρκετά κοντά στα αντίστοιχα ετερώνυμα γεωγραφικά σημεία. Ο μαγνητικός ισημερινός (της Γης) αντίθετα συνιστά την ουδέτερη μαγνητική ζώνη με την ελαχιστότερη ένταση μαγνητικού πεδίου.
Ο Γήινος μαγνητισμός ονομάζεται και γεωμαγνητισμός, το δε δημουργούμενο πέριξ της Γης μαγνητικό πεδίο γεωμαγνητικό πεδίο. (Πηγή: wikipedia)
Ο βόρειος και ο νότιος μαγνητικός πόλος της Γης έχουν αλλάξει πολλές φορές στην ιστορία του πλανήτη μας, με πιο πρόσφατη αυτή που πραγματοποιήθηκε πριν από 780.000 χρόνια. Οι γεωφυσικοί που μελετούν το μαγνητικό πεδίο πίστευαν εδώ και καιρό, ότι μπορεί να πλησιάζει η ώρα που οι πόλοι της Γης θα αντιστραφούν ξανά και, σύμφωνα με κάποια νέα δεδομένα αυτό ίσως συμβεί νωρίτερα απ’ ό,τι περίμεναν μέχρι τώρα.
Ο δορυφόρος «Swarm» του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος αποκάλυψε, ότι το μαγνητικό πεδίο της Γης εξασθενεί 10 φορές πιο γρήγορα απ’ ό,τι πίστευαν οι ειδικοί μέχρι τώρα, «χάνοντας» περίπου 5% σε μια δεκαετία, αντί 5% σε έναν αιώνα.
Μια αποδυνάμωση του μαγνητικού πεδίου μπορεί να υποδηλώνει μια επικείμενη αντιστροφή, για την οποία οι επιστήμονες προβλέπουν ότι θα μπορούσε να ξεκινήσει σε λιγότερο από 2.000 χρόνια. Ο μαγνητικός βορράς φαίνεται ότι κινείται προς τη Σιβηρία.
Οι γεωφυσικοί δεν κατανοούν πλήρως τη διαδικασία των γεωμαγνητικών αντιστροφών, αναφέρει δημοσίευμα του Salon, ωστόσο συμφωνούν ότι το πεδίο του πλανήτη μας είναι σαν ένας δίπολος μαγνήτης.
Το κέντρο της Γης αποτελείται από έναν εσωτερικό πυρήνα στερεού σιδήρου και ένα εξωτερικό πυρήνα υγρού σιδήρου, έναν ισχυρό ηλεκτρικό αγωγό. Η περιστροφή της Γης ανατρέπει αυτόν τον κινούμενο υγρό σίδηρο και παράγει ένα αυτό-διαιωνιζόμενο μαγνητικό πεδίο με το βόρειο και το νότιο πόλο.
Κάθε τόσο η ροή του υγρού σιδήρου διαταράσσεται τοπικά και ανατρέπει μέρος του πεδίου προς την αντίθετη κατεύθυνση, αποδυναμώνοντας το.
Το τι προκαλεί αυτές τις διαταραχές είναι άγνωστο.
Φαίνεται ότι είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια ενός φυσικά χαοτικού συστήματος και οι γεωφυσικοί την παρατηρούν συχνά σε προσομοιώσεις υπολογιστών.
«Όπως συμβαίνει και με τους τυφώνες, δεν μπορείς να προβλέψεις ακριβώς πότε ή που θα ξεκινήσει μια αντίστροφη πορεία, ακόμη κι αν κατανοείς τη βασική φυσική» ανέφερε ο Gary A. Glatzmaier, γεωφυσικός από το πανεπιστήμιο Καλιφόρνια.
Τυπικά, η τοπική αντιστροφή υποχωρεί μετά από 1.000 χρόνια περίπου, αλλά μερικές φορές η συστροφή του πεδίου συνεχίζει να εξαπλώνεται και τελικά καταφέρνει να αντιστρέψει την πολικότητα όλου του πεδίου. Η διαδικασία αυτή συντελείται κατά μέσο όρο σε 5.000 χρόνια: μπορεί να συμβεί γρήγορα σε 1.000 χρόνια ή πολύ αργά σε 20.000 χρόνια.
Υπάρχει μια καλή πιθανότητα η αποδυνάμωση του μαγνητικού πεδίου, που παρατήρησε ο δορυφόρος Swarm, να μην οδηγήσει σε πλήρη αναστροφή.
Όντως, όπως επισήμανε ο Glatzmaier, υπήρξαν πολλές λανθασμένες εκκινήσεις στη γεωλογική ιστορία.
Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε πώς μια γεωμαγνητική αντιστροφή θα μπορούσε να επηρεάσει το σύγχρονο πολιτισμό μας, αλλά είναι απίθανο να φέρει την καταστροφή. Παρά το γεγονός ότι το πεδίο παρέχει ουσιαστική προστασία από την ισχυρή ακτινοβολία του Ήλιου, τα απολιθώματα δεν αποκαλύπτουν μαζικές εξαφανίσεις ή αυξημένη ζημιά από ακτινοβολία κατά τις ανατροπές του παρελθόντος. Ενδεχομένως να επηρέαζε τα ηλεκτρικά δίκτυα και τα συστήματα επικοινωνιών, αλλά ο Glatzmaier δεν ανησυχεί. «Σε χίλια χρόνια από τώρα πιθανότατα να μην έχουμε καν ηλεκτροφόρα καλώδια. Θα έχουμε προχωρήσει τόσο πολύ, που θα έχουμε σχεδόν σίγουρα την απαραίτητη τεχνολογία για να αντιμετωπίσουμε μια ενδεχόμενη αντιστροφή του μαγνητικού πεδίου της Γης».