Μια συμφωνία που δεν έχει προηγούμενο για την καταπολέμηση της ανόδου της θερμοκρασίας, η έκταση της οποίας απειλεί τον πλανήτη με κλιματικές καταστροφές, υιοθετήθηκε στο Παρίσι από 195 χώρες, όμως πολλά απομένει να γίνουν για να συγκεκριμενοποιηθούν οι φιλόδοξες δεσμεύσεις.
«Η συμφωνία του Παρισιου για το κλίμα υιοθετήθηκε», δήλωσε χθες, Σάββατο, συγκινημένος ο Λοράν Φαμπιούς, ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών και πρόεδρος της 21ης διάσκεψης του ΟΗΕ για το κλίμα (COP21), χτυπώντας το ξυλινο σφυρί του στο βήμα του συνεδριακού κέντρου του Μπουρζέ, νότια του Παρισιού.
Σε ατμόσφαιρα ευφορίας, αυτή η ιστορική στιγμή χαιρετίστηκε με επευφημίες που διήρκεσαν πολλά λεπτά, έξι χρόνια μετά το φιάσκο της διάσκεψης της Κοπεγχάγης, η οποία απέτυχε να επισφραγίσει μια τέτοια συμφωνία, και έπειτα από χρόνια εξαιρετικά επίπονων διαπραγματεύσεων.
Για να περιορισθεί η κλιματική απορρύθμιση –πολλαπλασιασμός των κυμάτων καύσωνα, των ξηρασιών και των πλημμυρών, επτάχυνση του λιώσιμου των παγετώνων–, η συμφωνία επικυρώνει τον πολύ φιλόδοξο στόχο να περιοριστεί η άνοδος της θερμοκρασίας «αρκετά κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου». Καλεί μάλιστα τα μέρη «να συνεχίσουν τις προσπάθειες για να περιοριστεί η άνοδος στον 1,5 βαθμό Κελσίου” σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, ένα αίτημα των πιο ευάλωτων χωρών. Έως τώρα ο στόχος ήταν οι 2 βαθμοί Κελσίου.
Η αρωγή για το κλίμα προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, που πρόκειται να φθάσει τα 100 δισεκ. δολάρια ετησίως το 2020, θα πρέπει να είναι το κατώτερο επίπεδο και να αναθεωρηθεί προς τα πάνω. Αυτή ήταν επίσης μια ισχυρή απαίτηση των χωρών του Νότου.
Στην ολομέλεια, η συμφωνία έγινε δεκτή με ενθουσιώδεις ομιλίες και μόνο η Νικαράγουα εξέφρασε επιφυλάξεις.
Η Έντνα Μολέουα, η νοτιοαφρικανή υπουργός Περιβάλλοντος, η χώρα της οποίας προεδρεύει της μεγαλύτερης ομάδας κρατών, της G77+Κίνα (134 χώρες), είδε στη συμφωνία «μια στροφή προς έναν καλυτερο και ασφαλέστερο κόσμο». «Μπορούμε να επιστρέψουμε σπίτι για να θέσουμε σε εφαρμογή αυτή την ιστορική συμφωνία», δήλωσε εκφράζοντας τη χαρά της γι’ αυτό εξ ονόματος των ανεπτυγμένων χωρών η αυστραλή υπουργός Τζούλι Μπίσοπ.
«Η ιστορία θα κρίνει το αποτέλεσμα όχι στη βάση της σημερινης συμφωνίας, αλλά απ’ αυτά που θα κάνουμε από σήμερα», επισήμανε από την πλευρά του ο Θόρικ Ιμπραχίμ, υπουργός Περιβάλλοντος των Μαλδίβων και πρόεδρος της ομάδας των Μικρών Νησιωτικών Κρατών.
«Μένει ακόμη να γίνει πολλή δουλειά», τόνισε η γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελο, προσθέτοντας πως η συμφωνίας είναι ωστόσο «ένα σημάδι ελπίδας»
«Το πρόβλημα δεν λύθηκε», όμως «η συμφωνία του Παρισιού (…) εγκαθιδρύει το βιώσιμο πλαίσιο που έχει ανάγκη ο κόσμος για να επιλύσει την κλιματική κρίση», σύμφωνα με τον αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.
Επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης
Αντανακλώντας τα αισθήματα πολλών μεγάλων μκο, η Greenpeace δήλωσε πως η συμφωνία σηματοδοτεί μια “καμπή” και εξορίζει την ενέργεια από ορυκτά καύσιμα “στην κακή πλευρά της Ιστορίας”.
Κατά την έναρξη της COP21, 150 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων είχαν μεταβεί στο Παρίσι για να εκφράσουν την επείγουσα ανάγκη για δράση κατά της ανόδου της θερμοκρασίας, που πλήττει κατ’ αρχάς τις πιο φτωχές χώρες.
Το σύμφωνο, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ το 2020, αναμένεται ότι θα επιτρέψει να επαναπροσανατολιστεί η παγκόσμια οικονομία προς ένα μοντέλο χαμηλού άνθρακα. Μια τέτοια επανάσταση σημαίνει και μια προοδευτική εγκατάλειψη των ορυκτών πόρων (άνθρακας, πετρέλαιο, αέριο) που κυριαρχούν ευρέως στην παγκόσμια παραγωγή ενέργειας, μια ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τεράστιες ενεργειακές οικονομίες ή ακόμη μια αυξημένη προστασία των δασών.
Η συμφωνία υπογραμμίζει τη σημασία που έχει το να δοθεί μια τιμή στον άνθρακα ώστε να τονωθούν οι επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια.
«Το 2014 είναι η πρώτη φορά που οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ξεπέρασαν αυτές στα ορυκτά καύσιμα, αυτή η κίνηση οφείλει να επιταχυνθεί,η συμφωνία θα συμβάλει σ’ αυτό», υπογράμμισε ο Ματιέ Ορφελέν του Ιδρύματος Νικολά Ιλό.
Οι στόχοι των χωρών που είχαν ανακοινωθεί ενόψει της COP για τη μείωση των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου θέτουν σ’ αυτό το στάδιο τον πλανήτη σε μια πορεία για άνοδο της θερμοκρασίας κατά 3 βαθμούς Κελσίου.
Η συμφωνία εγκαθιδρύει έναν μηχανισμό που επιβάλλει την αναθεώρηση των στόχων αυτών προς τα πάνω κάθε πέντε χρόνια, όμως μόνο από το 2025 — πολύ αργά σύμφωνα με τις μκο και τους επιστήμονες, ορισμένοι από τους οποίους δεν κρύβουν τον σκεπτικισμό τους.
«Στους +2 βαθμούς Κελσίου, το κλίμα θα έιναι ήδη πολύ διαφορετικό από σήμερα». υπενθυμιζει ο κλιματολόγος Ζαλ Ζουζέλ. «Όμως οι 2 βαθμοί Κελσίου ή λιγότερο είναι ο στόχος που πρέπει να τηρήσουμε αν θέλουμε να έχουμε στο τέλος του αιώνα έναν κόσμο στον οποίο να μπορούμε να προσαρμοστούμε».
«Η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί να αφήσουμε τα ορυκτά καύσιμα μέσα στο έδαφος, να μην τα εκμεταλλευθούμε», όμως «τίποτα δεν έχει λεχθεί για το πώς θα γίνει αυτό», υπογραμμίζει ο Νικ Χιούιτ, καθηγητής χημείας της ατμόσφαιρας στο πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ (Βρετανία), σύμφωνα με τον οποίο «υπάρχουν σημαντικοί λόγοι για να είναι κανείς επιφυλακτικός».