Το «Πρωινό Τσιγάρο (1984) είναι ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια του Νότη Μαυρουδή σε στίχους του Άλκη Αλκαίου, αφιερωμένο στον Μάνο Λοΐζο. Ο σπουδαίος συνθέτης βρήκε τραγικό θάνατο ενώ βρισκόταν με τη σύζυγό του στο σπίτι τους στην Κουκουράβα, στο Πήλιο.
Το «Πρωινό Τσιγάρο έχει τη δική του ιστορία και μία παρεξήγηση που υπάρχει γύρω από αυτό το τραγούδι είναι πως αναφέρεται στον Μάνο Λοΐζο. Ο λόγος όμως που είναι αφιερωμένο σε εκείνον είναι άλλος.
Σύμφωνα με το «Βήμα», το ποίημα το έγραψε ο Αλκαίος γύρω στο 1980. Μόλις το ολοκλήρωσε του γεννήθηκε η επιθυμία να το μελοποιήσει ο Λοΐζος και ίσως να το τραγουδήσει κιόλας.
Δεν είχε όμως καμία επαφή μαζί του. Όταν ο Λοΐζος βρέθηκε στο νοσοκομείο στη Μόσχα, μαζί του θα πήγαινε και ο δικηγόρος Ηλίας Γεράκης, κοινός φίλος και των δύο. Ο Άλκης το έδωσε στον Γεράκη, εκείνος με τη σειρά του το έδειξε στον Λοΐζο, ο οποίος ενθουσιάστηκε. «Όταν επιστρέψω θα το φτιάξω» είπε. Δεν τα κατάφερε, πέθανε στη Μόσχα στις 17 Σεπτεμβρίου 1982.
Ο Αλκαίος δεν το έδωσε σε κανέναν άλλον. Το συμπεριέλαβε στην ποιητική συλλογή του «Εμπάργκο». Σε εκείνη τη συλλογή το διάβασε ο Νότης Μαυρουδής, ο οποίος το μελοποίησε ερήμην του Αλκαίου για τον δίσκο του «Στην όχθη της καρδιάς μου». Κατόπιν όμως έπρεπε να πάρει την άδεια του ποιητή. Τη ζήτησε, και ο Αλκαίος ευγενικά αρνήθηκε. Του είπε πως το είχε γράψει για να το μελοποιήσει ο Λοΐζος και εφόσον ο Λοΐζος δεν υπάρχει πια δεν θέλει να το κάνει κανένας. Μεσολάβησε ο Θάνος Μικρούτσικος και τον μετέπεισε. Ο Αλκαίος έδωσε την άδεια και τη συνέχεια τη γνωρίζουμε όλοι.
Το εντυπωσιακό είναι πως ο Άλκης Αλκαίος και ο Νότης Μαυρουδής δεν συναντήθηκαν ποτέ! Ίσως κάποια τηλεφωνική επικοινωνία μόνο, αλλά ούτε γι’ αυτό είμαι σίγουρος. Ο Αλκαίος έτσι κι αλλιώς δεν δεχόταν παρά μόνο ελάχιστους ανθρώπους στο σπίτι του στη Νέα Κηφισιά.
Το τραγούδι έχει γνωρίσει πολλές εκτελέσεις, αλλά σε εκείνη την πρώτη, τη χορωδία αποτελούσαν οι Κώστας Θωμαΐδης, Γιώργος Μεράντζας, Ανδρέας Μικρούτσικος, Σάκης Μπουλάς, Θανάσης Νικόπουλος και Γιάννης Σαμσιάρης.
Οι στίχοι του τραγουδιού
Χαράζει η μέρα και η πόλη έχει ρεπό
στη γειτονιά μας καπνίζει ένα φουγάρο
κι εγώ σε ζητάω σαν πρωινό τσιγάρο
και σαν καφέ πικρό και σαν καφέ πικρό
Άδειοι οι δρόμοι δε φάνηκε ψυχή
και το φεγγάρι μόλις χάθηκε στη Δύση
κι εγώ σε γυρεύω σαν μοιραία λύση
και σαν Ανατολή και σαν Ανατολή
Βγήκε ο ήλιος το ράδιο διαπασών
μ’ ένα χασάπικο που κλαίει για κάποιον Τάσο
κι εγώ σε ποντάρω κι ύστερα πάω πάσο
σ’ ένα καρέ τυφλών σ’ ένα καρέ τυφλών