Στις αρχές του Φθινοπώρου ετοιμάζεται να υποδεχτεί το φιλότεχνο κοινό το επιβλητικό κτήριο που βρίσκεται μόλις λίγα μέτρα από το Καλλιμάρμαρο, επί της οδού Ερατοσθένους 13, το οποίο θα στεγάσει το νέο μουσείο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή.
Τα εγκαίνια του μουσείου, το πρόγραμμα των οποίων θα ανακοινωθεί προσεχώς, θα πραγματοποιηθούν με μία σειρά από εκδηλώσεις που θα ξεκινήσουν την Τρίτη 1η Οκτωβρίου 2019.
Η έναρξη λειτουργίας του μουσείου θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας παρατεταμένης περιόδου αβεβαιότητας για την ίδια την προοπτική του, οφειλόμενης στη ματαίωση των αρχικών σχεδίων της ανέγερσής του επί οικοπέδων που θα παραχωρούσε το Ελληνικό Δημόσιο.
Κυρίως όμως, θα σημάνει την αρχή ενός νέου κεφαλαίου για το Ίδρυμα, σκοπός του οποίου είναι, παράλληλα με το μουσείο της Άνδρου, να αναδείξει τη νέα αυτή εστία σε φορέα ανάπτυξης πρωτοποριακών πολιτιστικών δράσεων, αξιοποιώντας σύγχρονες μουσειακές εφαρμογές στον χώρο της νεότερης και σύγχρονης ελληνικής και διεθνούς τέχνης.
Το νέο μουσείο, που θα ονομάζεται «Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή», στεγάζεται σε ένα ιδιόκτητο ακίνητο που προήλθε από την αρμονική συνδιαλλαγή ενός διατηρητέου μεσοπολεμικού κτίσματος και μίας σύγχρονης προσθήκης. Η ανέγερσή του ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2012 και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2018.
Στο μουσείο, που έχει συνολική επιφάνεια 7.250 τ.μ. και εκτείνεται σε 11 ορόφους, θα εκτεθούν σπάνια έργα τέχνης μεγάλων ονομάτων της νεότερης και σύγχρονης Ευρωπαϊκής πρωτοπορίας όπως Cézanne, Van Gogh, Gauguin, Monet, Degas, Rodin, Toulouse-Lautrec, Bonnard, Picasso, Braque, Léger, Miró, Giacometti, Balthus κ.ά., καθώς και έργα διακεκριμένων ονομάτων της ελληνικής πρωτοποριακής ζωγραφικής όπως Παρθένης, Μπουζιάνης, Βασιλείου, Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Τσαρούχης, Μόραλης, Τέτσης κ.ά.
Επίσης, θα φιλοξενούνται περιοδικές εκθέσεις, ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, ενταγμένων στην εκθεσιακή πολιτική με την οποία το Ίδρυμα δραστηριοποιείται τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια. Στους υπόλοιπους χώρους θα λειτουργήσουν το πωλητήριο και το café-restaurant του μουσείου, βιβλιοθήκη τέχνης, παιδικό εργαστήριο, καθώς και ένα σύγχρονων προδιαγραφών αμφιθέατρο, 190 θέσεων.
Το έργο περιλαμβάνει και την αναμόρφωση της πλατείας Αγ. Σπυρίδωνα που αποτελεί δωρεά του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή προς το Δήμο Αθηναίων.
Σχεδιασμός νέου σήματος
Το Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, με αφορμή τη λειτουργία του νέου μουσείου στην Αθήνα, προχώρησε στο σχεδιασμό νέου σήματος που αποτελεί ταυτόχρονα τον πυρήνα ενός ολοκληρωμένου συστήματος οπτικής επικοινωνίας, ικανό να εξυπηρετήσει τις ανάγκες ενός σύγχρονου φορέα πολιτισμού διεθνούς εμβέλειας.
Το νέο σήμα αποτελεί αναφορά στα πρόσωπα των ιδρυτών του, Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, σε μία κυκλική σύνθεση η οποία περιλαμβάνει με αφαιρετικό τρόπο τα γράμματα Β και Ε.
Σε δεύτερη ανάγνωση, ο κύκλος ενώνει τα δύο γράμματα δημιουργώντας έναν αντικατοπτρισμό που αναφέρεται σημειολογικά τόσο στους ιδρυτές, οι οποίοι έδρασαν ως δύο όψεις της ίδιας οντότητας όσο και στη καθοριστική σημασία των ανθρώπων του Ιδρύματος πίσω από τη δημιουργική του πορεία.
Η προσέγγιση, λιτή και γεωμετρική, εφαρμόζει τη χρυσή τομή, το σύστημα αναλογιών του Πυθαγόρα που χρησιμοποίησε τόσο ο Φειδίας όσο και αμέτρητοι καλλιτέχνες εδώ και 2500 χρόνια.
Αναδρομικό αφιέρωμα στον Ντίκο Βυζάντιο
Το αναδρομικό αφιέρωμα στον Ντίκο Βυζάντιο αποτελεί έναν οφειλόμενο φόρο μνήμης στον διακεκριμένο ζωγράφο της διασποράς, ο οποίος επί μισό και πλέον αιώνα διέπρεψε στο εικαστικό καλλιτεχνικό προσκήνιο του Παρισιού.
Γιος του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου ανατράφηκε σ’ένα οικογενειακό περιβάλλον το οποίο επηρέασε ποικιλοτρόπως (τις μετέπειτα επιλογές του) τους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς του προσανατολισμούς. Σε ηλικία 16 ετών έγινε δεκτός στην ΑΣΚΤ.
Τον Δεκέμβριο του 1945, αναγκάστηκε στον εκπατρισμό προκειμένου να αποφύγει τη δίνη του αδελφοκτόνου εμφυλιακού διχασμού. Ήταν ο νεότερος μεταξύ των διακοσίων Ελλήνων επιβατών του θρυλικού μεταγωγικού Ματαρόα που οι δυο φιλέλληνες του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών Octave Merlier και Roger Milliex με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης του άνοιξαν τον δρόμο προς την ελευθερία της σκέψης.
Στο Παρίσι, που έμελλε να γίνει η άλλη του πατρίδα, από την πρώτη στιγμή γνώρισε την θαλπωρή και την καθοδήγηση στο φιλόξενο περιβάλλον του Δημήτρη Γαλάνη. Σύντομα συνδέθηκε με φιλία με τον Alberto Giacometti και προϊόντος του χρόνου με καλλιτέχνες όπως τον P. Soulage, S. Poliakoff, Vieira da Silva και άλλους.
Έργα του περιλαμβάνονται στις συλλογές μεγάλων μουσείων της Ευρώπης. Η Γαλλική κυβέρνηση θέλοντας να εξάρει την συμβολή του στην τέχνη και θεωρώντας τον ως ένα σημαντικό εκπρόσωπο της École de Paris τον τίμησε απονέμοντάς του υψηλές διακρίσεις όπως του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής (Chevalier de la Légion d’Honneur) και αργότερα του Ιππότη Τεχνών και Γραμμάτων (Officier des Arts et des Lettres).