Από λάθος, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι γυναίκες από τη φύση τους είναι αδύνατο να είναι κατά συρροή δολοφόνοι – όταν λέμε κατά συρροή δολοφόνοι εννοούμε ότι σκοτώνουν τουλάχιστον τρεις ανθρώπους με διαφορά τουλάχιστον μίας εβδομάδας ανάμεσα σε κάθε φόνο.
Σύμφωνα με ψυχολόγους, αυτό είναι ένα «θανατηφόρο λάθος». Όπως επισημαίνουν, ένας στους έξι κατά συρροή δολοφόνους είναι γυναίκα. Και μάλιστα τα εγκλήματα τους μένουν ανεξιχνίαστα για μεγαλύτερο διάστημα από τα εγκλήματα των αντρών κατά συρροή δολοφόνων, ενδεχομένως επειδή υπάρχει άρνηση για το γεγονός ότι το έγκλημα το διέπραξε γυναίκα.
Μία ομάδα από ψυχολόγους με επικεφαλής την κ. Χάρισον έφτιαξε το προφίλ 64 γυναικών κατά συρροή δολοφόνων με δράση από το 1821 έως το 2007. Οι εν λόγω γυναίκες λοιπόν δολοφόνησαν τουλάχιστον 331 θύματα, οπότε και ο μέσος όρος θυμάτων για κάθε γυναίκα είναι τα 6 θύματα.
Τα θύματα ανήκουν και στα δύο φύλα, όμως τα περισσότερα είναι άντρες. Η ηλικία των γυναικών όταν έκαναν την πρώτη τους δολοφονία είναι κατά μέσος όρος τα 32 χρόνια, ενώ η πιο κοινή μέθοδος είναι η δηλητηρίαση. Όχι βέβαια πως δε χρησιμοποίησαν και άλλες μεθόδους.
Όπως εξήγησε, οι γυναίκες της μελέτης δηλητηρίασαν, έκαψαν, μαχαίρωσαν, έπνιξαν, πετσόκοψαν, δολοφόνησαν με τον πιο άγριο τρόπο νεογέννητα, παιδιά, ηλικιωμένους και άρρωστους ανθρώπους, καθώς επίσης και υγιείς ενήλικες. Οι περισσότερες γυναίκες κατά συρροή δολοφόνοι έκαναν γυναικεία επαγγέλματα, όπως για παράδειγμα νοσοκόμες και μπέιμπι σίτερ και εύκολα έκαναν τα θύματά τους να τους εμπιστευτούν.
Τα κίνητρα είναι κατά βάση «ηδονιστικά», δηλαδή σκότωναν για το προσωπικό τους κέρδος, από πόθο, αλλά και σε αναζήτηση εξουσίας. Οι ερευνητές ωστόσο ζητούν να εκφράζονται επιφυλακτικά οι απόψεις για τα κίνητρα αυτών των γυναικών, καθώς τα αρχεία σε πολλές περιπτώσεις είναι πολύ παλιά, οπότε δεν αποκλείεται κάποια στοιχεία να είναι ελλειπή.
Παρόλα αυτά η κ. Χάρισον και η ομάδα της έριξαν φως σε πολλές λεπτομέρειες που ήταν μέχρι σήμερα άγνωστες και αφορούν κατά κύριο λόγο το ιατρικό ιστορικό των γυναικών. Το αν είχαν κακοποιηθεί, είτε ψυχολογικά είτε σωματικά, αν έκαναν χρήση ναρκωτικών ή αλκοόλ και αν είχαν διαγνωστεί με κάποια ψυχολογική ασθένεια.
Οι γυναίκες αυτές έχουν δηλώσει: «Τα παιδιά μου με ενοχλούσαν, γι’αυτό τα σκότωσα», «Μ’ αρέσει να πηγαίνω σε κηδείες. Είμαι ευτυχισμένη όταν κάποιος πεθαίνει», «Αυτή είναι η φιλοδοξία μου, να σκοτώσω περισσότερους ανθρώπους – αβοήθητους ανθρώπους – από όσους έχει σκοτώσει οποιοσδήποτε άλλος, άντρας ή γυναίκα».
Μία μεγάλη διαφορά με άντρες κατά συρροή δολοφόνους είναι ότι στις γυναίκες υπάρχει απώλεια σεξουαλικής βίας. Δύο εξαιρέσεις ήταν μία γυναίκα κατά συρροή δολοφόνος που ήταν βιαστής και μία άλλη που φέρεται να δάγκωνε σα σκυλί κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης.
Από την έρευνα προκύπτει και ένα πολύ ανησυχητικό στοιχείο: Αύξηση 150% στα περιστατικά γυναικών κατά συρροή δολοφόνων από το 1975, δηλαδή τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.