Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, που αναμένεται να μιλήσει αύριο στη Νέα Υόρκη ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, θα πει πως «δεν πιστεύει στην ιδέα ενός νέου Ψυχρού Πολέμου», έγινε σήμερα γνωστό από έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο της αμερικανικής κυβέρνησης.
Ο Τζο Μπάιντεν «θα κάνει γνωστό αύριο ότι δεν πιστεύει στην ιδέα ενός νέου Ψυχρού Πολέμου με έναν κόσμο διαιρεμένο σε κομμάτια», είπε η πηγή, με φόντο την αντιπαλότητα μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου.
Ο Αμερικανός πρόεδρος «πιστεύει σε έναν σθεναρό, έντονο και που υπακούει σε αρχές ανταγωνισμό», συμπλήρωσε η πηγή.
Ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος προκάλεσε τις επικρίσεις συμμάχων για τη μονομερή διαχείριση της αποχώρησης από το Αφγανιστάν αλλά και μια σοβαρή διπλωματική κρίση με τη Γαλλία με επίκεντρο ένα μεγάλο συμβόλαιο εξοπλισμών, μεταβαίνει στη Νέα Υόρκη με μια ενωτική ομιλία, σύμφωνα με αυτόν τον υψηλόβαθμο αξιωματούχο.
Εξάλλου, ο επικεφαλής του αμερικανικού κράτους θέλει να καταστήσει γνωστό στη διεθνή κοινότητα ότι «έκλεισε το κεφάλαιο του πολέμου» και «άνοιξε ένα κεφάλαιο που θα είναι αφιερωμένο σε μια αμερικανική διπλωματία εξατομικευμένη, αποφασιστική και αποτελεσματική, που θα ορίζεται από τη συνεργασία με τους συμμάχους και τους εταίρους (των ΗΠΑ) με στόχο την επίλυση των προβλημάτω, που δεν μπορούν να επιλυθούν με τη στρατιωτική δύναμη».
Ο υψηλόβαθμος αξιωματούχος εκτιμά, αναφορικά με τη διεθνή φήμη των ΗΠΑ, ότι «το πλαίσιο είναι κυρίως θετικό παρά τις διαφορετικές οπτικές για το Αφγανιστάν και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε τώρα με τη Γαλλία».
Σε αυτό το θέμα, επιβεβαιώνοντας την πληροφορία που έδωσε η Γαλλία, ότι δηλαδή ο Αμερικανός πρόεδρος αιτήθηκε αυτήν τη συνομιλία, ο υψηλόβαθμος αξιωματούχος είπε:
«Ανυπομονούμε» για αυτήν την τηλεφωνική συνδιάλεξη.
Ο Τζο Μπάιντεν θέλει να «μοιραστεί την επιθυμία του να εργαστεί στενά με τη Γαλλία στη ζώνη του Ινδο-Ειρηνικού και στη διεθνή σκηνή».
«Πιστεύω πως νιώθουν βαθύ σεβασμό ο ένας για τον άλλο», τόνισε.
Η Γαλλία κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι σύναψαν χωρίς να την προειδοποιήσουν μια νέα συμμαχία, στο πλαίσιο της οποίας η Αυστραλία θα εξοπλιστεί με αμερικανικά υποβρύχια, κάτι που ακυρώνει μια τεράστια παραγγελία που είχαν κάνει οι Αυστραλοί στους Γάλλους πριν από κάποια χρόνια.