Διετή εκστρατεία για την εξάλειψη των βασανιστηρίων ξεκινά η Διεθνής Αμνηστία, 30 χρόνια μετά την υπογραφή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων.
Ο οργάνωση καταγγέλλει την «ευρέως διαδεδομένη» πρακτική των βασανιστηρίων, η οποία έχει μετατραπεί σε «αποδεκτή» πρακτική στο πλαίσιο του πολέμου κατά της τρομοκρατίας και έχει «εξυμνηθεί» από τηλεοπτικά σίραλ, όπως το «24 Hours» , αναγγέλλοντας την έναρξη διετούς εκστρατείας για την εξάλειψή τους.
Η μη κυβερνητική οργάνωση για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αναφέρει ότι κατά την τελευταία πενταετία έχει καταγράψει περιστατικά εφαρμογής βασανιστηρίων σε 141 χώρες ανάμεσά τους και 79 από τις 155 χώρες που έχουν επικυρώσει τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών τον Δεκέμβριο του 1984.
Παγκόσμια έρευνα με τη συμμετοχή 21.000 ατόμων και σε 21 χώρες αποκάλυψε τον ευρέως διαδεδομένο φόβο για τα βασανιστήρια, αφού το 44% των ερωτηθέντων απάντησε ότι φοβάται ότι θα υποστεί βασανιστήρια αν τεθεί υπό κράτηση.
Ακόμη ανησυχητικότερο είναι ότι το 36% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η εφαρμογή βασανιστηρίων είναι κάτι που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι αναγκαίο και αποδεκτό για την εξασφάλιση πληροφοριών για την προστασία του πληθυσμού.
Τα βασανιστήρια έχουν εξελιχθεί σε «σχεδόν αποδεκτή» πρακτική «ρουτίνας», δήλωσε ο γενικός γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας Σαλίλ Σέτι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Λονδίνο ανακοινώνοντας την έναρξη της εκστρατείας με τίτλο: «Ας σταματήσουμε τα βασανιστήρια».
«Από την έναρξη του αποκαλούμενου πολέμου κατά της τρομοκρατίας, η χρήση των βασανιστηρίων ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και στις σφαίρες επιρροής τους έγινε κάτι «απολύτως συνηθισμένο», είπε αποδίδοντας το φαινόμενο «στις επιθέσεις κατά της εθνικής ασφαλείας».
Ο βαθμός ανοχής ή υποστήριξης του πληθυσμού στην εφαρμογή βασανιστηρίων διαφέρει από χώρα σε χώρα και ανέρχεται στο 74% στην Κίνα ή στην Ινδία, έναντι μόνο 12% στην Ελλάδα και 15% στην Αργεντινή, σύμφωνα με την έρευνα του GlobeScan.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου ο φόβος των βασανιστηρίων είναι ο πιο περιορισμένος από όλες τις χώρες, το 29% των ερωτηθέντων υποστηρίζει την πρακτική των βασανιστηρίων.
Σύμφωνα με την επικεφαλής της Διεθνούς Αμνηστίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, η υποστήριξη αυτή συνδέεται με τη δημοτικότητα τηλεοπτικών σειρών κατασκοπίας και βίας.
«Τα σίριαλ όπως «24 Hours» και «Homeland» έχουν εξυμνήσει τα βασανιστήρια σε μία ολόκληρη γενιά, αλλά υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη δραματουργική παρουσίαση που έχουν δημιουργήσει οι σεναριογράφοι και την πραγματική χρησιμοποίηση των βασανιστηρίων από κρατικούς παράγοντες στις αίθουσες του βασανισμού», είπε η Κέιτ Αλεν.
Η Διεθνής Αμνηστία, που βραβεύθηκε το 1977 με το Νόμπελ Ειρήνης κυρίως για τη δράση της κατά των βασανιστηρίων, επικεντρώνει τη νέα της εκστρατεία σε πέντε χώρες όπου η πρακτική είναι εξαιρετικά διαδεδομένη: το Μεξικό, τις Φιλιππίνες, το Μαρόκο και τη Δυτική Σαχάρα, τη Νιγηρία και το Ουζμπεκιστάν.
Η Διεθνής Αμνηστία καταγγέλλει επίσης ότι τα βασανιστήρια αποτελούν μέρος της ζωής των ανθρώπων στο σύνολο των χωρών της Ασίας και ότι εφαρμόζονται σε «βιομηχανική κλίμακα» στη Συρία από την έναρξη του εμφυλίου πολέμου. Στην Αφρική, οι τοπικές νομοθεσίες δεν αντιμετωπίζουν το θέμα.
Ο Σαλίλ Σέτι αναφέρθηκε επίσης στην «ωμότητα απέναντι στους φυλακισμένους στις ΗΠΑ που τίθενται σε απομόνωση, χωρίς φως», στην εφαρμογή του λιθοβολισμού και της μαστίγωσης στη Μέση Ανατολή και στην «μόνιμη αποτυχία» των ευρωπαϊκών χωρών να ερευνήσουν τις καταγγελίες για συνέργεια στην εφαρμογή βασανιστηρίων.
Σύμφωνα με την Λορέτα Αν Π. Ροσάλες, θύμα βασανιστηρίων από το καθεστώς του Μάρκος στις Φιλιππίνες το 1976, και η οποία είναι επικεφαλής θεσμού για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα της, τα βασανιστήρια υφίστανται διότι «η ανάγκη για κρατική ασφάλεια υπερέχει της ασφάλειας των πολιτών».
Η Διεθνής Αμνηστία καλεί τις κυβερνήσεις να αντιμετωπίσουν τα βασανιστήρια παρέχοντας στους κρατουμένους πρόσβαση σε ιατρική και νομική βοήθεια, καθώς και την βελτίωση των συνθηκών επιθεώρησης των κέντρων κράτησης. Απευθύνει επίσης έκκληση για πολλαπλασιασμό των ανεξάρτητων ερευνών για να τεθεί τέλος στην ατιμωρησία.
«Οι κυβερνήσεις δεν έχουν τηρήσει τις υποσχέσεις τους και εξαιτίας αυτού, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν υποφέρει τρομακτικά», κατέληξε ο Σαλίλ Σέτι.