Ο Joseph Bolitho Johns ή αλλιώς Moondyne Joe, γεννήθηκε στην Ουαλία περίπου το 1820. Έχοντας συλληφθεί για μικροκλοπή, καταδικάστηκε να εκτίσει την ποινή του στην Αυστραλία που ήταν τότε αποικία καταδίκων. Από εκεί και έπειτα μπαινόβγαινε στη φυλακή δραπετεύοντας, για την υπόλοιπη ζωή του. Τελικά οι αρχές κατασκεύασαν ένα κελί ειδικά για αυτόν, από το οποίο επίσης δραπέτευσε.
Η «καριέρα» του Joe άρχισε από τη χώρα καταγωγής του, την Ουαλία. Μια νύχτα, ο Joe και ένας συνεργός του αποφάσισαν να μπουν σε ένα σπίτι για να κλέψουν τυρί και μπέικον, αλλά γρήγορα έγιναν αντιληπτοί από έναν αστυνομικό, ο οποίος τους συνέλαβε. Ο Joe επέμεινε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, όπως και έγινε, αλλά επειδή δεν ήταν και πολύ καλός στο να αγορεύει, η ποινή ήταν πολύ πιο βαριά από την προβλεπόμενη με αποτέλεσμα να βρεθεί στην Αυστραλία.
Όταν έφτασε στην Αυστραλία, ο Joe επέδειξε καλή συμπεριφορά και έτσι του έδωσαν μερικές ελευθερίες, ενώ αργότερα του έδωσαν χάρη. Λίγο καιρό μετά όμως, συνελήφθη γιατί πυροσφράγισε ένα αδέσποτο άλογο με το όνομά του −κάτι που στην Αποικιακή Αυστραλία ήταν σοβαρό παράπτωμα. Φυλακίστηκε αλλά σύντομα δραπέτευσε και πήρε το πυροσφραγισμένο άλογο μαζί του. Μέχρι να τον πιάσουν πάλι, είχε σκοτώσει το άλογο και είχε αφαιρέσει την πυροσφραγίδα. Έτσι, η αστυνομία μπορούσε μόνο να τον κατηγορήσει για δραπέτευση η οποία σε σχέση με την πυροσφράγιση ήταν λιγότερο σοβαρό παράπτωμα.
Ο Joe τελικά αφέθηκε ελεύθερος λόγω καλής διαγωγής. Όμως δεν πέρασε πολύς καιρός όταν κατηγορήθηκε για την κλοπή ενός βοδιού, το οποίο μάλιστα αφού το έκλεψε, το έφαγε. Ο Joe πάλι σύντομα δραπέτευσε από την 10ετή φυλάκιση που του είχε επιβληθεί και μαζί με έναν πρώην κατάδικο άρχισαν να διαπράττουν κλοπές και ληστείες σε όλη τη χώρα. Επιπλέον, έδωσε ένα παρατσούκλι στον εαυτό του, το οποίο χρησιμοποίησε και ο Τύπος της εποχής: Moondyne Joe.
Ο Joe τελικά συνελήφθη στα περίχωρα του Γιορκ έχοντας στην κατοχή του ένα κλεμμένο όπλο. Αφού του πέρασαν σιδερένιες χειροπέδες σε πόδια και χέρια, καταδικάστηκε σε 12 μήνες φυλάκιση. Με κάποιον τρόπο όμως κατάφερε να κόψει τα σιδερένια δεσμά του και έτσι κατάφερε να δραπετεύσει, πάλι. Ύστερα από μια σειρά ληστειών, βρέθηκε για πολλοστή φορά στα χέρια της αστυνομίας. Αυτή τη φορά όμως οι αρχές ήταν προετοιμασμένες.
Αφού καταδίκασαν τον Joe σε επιπλέον 5ετή καταναγκαστικά έργα, κατασκεύασαν μόνο για αυτόν ένα ειδικό απαραβίαστο κελί. Όμως, όταν ο Joe έσπαγε πέτρες στην αυλή της φυλακής, τις μάζευε με τέτοιον τρόπο ώστε να κρύβεται από το οπτικό πεδίο των φυλάκων και έτσι κατάφερε να διανοίξει μια τρύπα στον τοίχο του προαυλίου της φυλακής από την οποία και διέφυγε. Αυτή ήταν η τέταρτη απόδρασή του. Αργότερα, βρέθηκε στο αμπέλι ενός πλούσιου άνδρα, ο οποίος όμως, για κακή τύχη του Joe, είχε καλέσει μια ομάδα αστυνομικών στο αμπέλι του για να δοκιμάσουν το κρασί του. Ο Joe βρέθηκε πολύ γρήγορα στα χέρια τους.
Στην επόμενη φυλακή που πήγε ο Joe και έχοντας κάνει απανωτές αποτυχημένες προσπάθειες απόδρασης, τον πλησίασε ο κυβερνήτης και του προσέφερε χάρη υπό έναν όρο: Να μην μπλέκει σε μπελάδες και να μην προσπαθεί να αποδράσει. Και για πρώτη φορά στη ζωή του ο Joe έκανε αυτό που του είπαν. Πέρασαν 21 χρόνια, σχεδόν χωρίς κανένα επεισόδιο μέχρι ο Joe να πέσει πάλι στα χέρια του νόμου.
O Joe είχε ξεπεράσει πια τα 70 του χρόνια και βρέθηκε από την αστυνομία να ζητιανεύει, οπότε συνελήφθη και καταδικάστηκε να εκτίσει ποινή σε φυλακή, από την οποία είχε δραπετεύσει 40 χρόνια πριν. Μολονότι ο Joe έπασχε από κάποια νοητική ασθένεια (πιθανότατα Αλτσχάιμερ ή άνοια), κατάφερε να αποδράσει άλλες τρεις φορές πριν από το θάνατό του.