Σε όλους αρέσουν τα ταξίδια, γιατί εξιτάρουν το μυαλό, διευρύνουν τους ορίζοντες και φτιάχνουν τη διάθεση. Παράλληλα, ωστόσο, μπορεί να είναι κουραστικά, πολλές φορές επικίνδυνα και ενίοτε βαρετά. Σε κάθε περίπτωση, είναι πιο εύκολο να μιλά κανείς για μακρινούς προορισμούς παρά να ταξιδεύει προς αυτούς.
Έτσι, η ιστορία είναι γεμάτη από ισχυρισμούς για ηρωικά ταξιδιωτικά κατορθώματα, που τελικά αποδεικνύονται, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, ιστορίες βγαλμένες από τη φαντασία αυτών που τις διηγούνται.
Παρακάτω, παρατίθενται μερικές από τις μεγαλύτερες αλλά και όχι ιδιαίτερα γνωστές ιστορίες για ταξίδια-άπατες…
Ο ψεύτικος θαλάσσιος αγώνας του Donald Crowhurst
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Donald Crowhurst είχε πείσει τον κόσμο πως έκανε με το ιστιοπλοϊκό του το γύρο του κόσμου με εξωφρενικά γρήγορο ρυθμό, αλλά κάποιοι δύσπιστοι στις μέρες μας πιστεύουν πως ο Donald έβγαλε από το μυαλό του κάθε μίλι του, διάρκειας ενός έτους, ταξιδιού γύρω από την υδρόγειο. Ο βρετανός ερασιτέχνης αγωνιζόταν ενάντια σε επτά άλλους στον αγώνα Golden Globe Race που διοργάνωσε η εφημερίδα Sunday Times, έναν αγώνα στο γύρο του κόσμου, ο οποίος άρχιζε και τελείωνε στη νότια Αγγλία.
Ο Crowhurst ποθούσε διακαώς το μεγάλο χρηματικό έπαθλο του αγώνα και επιπλέον ήλπιζε στη δημοσιότητα που θα του έφερνε μια νίκη, ώστε να προωθήσει την εταιρία του που εμπορευόταν μηχανήματα θαλάσσιας πλοήγησης.
Όμως ο Donald, ήταν άπειρος στη ναυσιπλοΐα και πριν καλά-καλά ξεκινήσει το ταξίδι του είχε ήδη σοβαρές αμφιβολίες όχι απλώς για το αν θα κερδίσει, αλλά για το αν θα επιβιώσει στο ταξίδι. Το σκάφος του γρήγορα άρχισε να μπάζει νερά και έμεινε πολύ πίσω στον ανταγωνισμό, οπότε και τα παράτησε… σιωπηρά. Όσο οι συναθλητές-ανταγωνιστές του έπλεαν όλο και νοτιότερα προς τον Νότιο Ωκεανό και μετά προς την ανατολή, ο Crowhurst δεν έφυγε ποτέ από τον Ατλαντικό, ενώ την ίδια στιγμή έστελνε ψευδή στοιχεία μέσω ασυρμάτου για την πρόοδό του. Είτε εν γνώσει του, είτε από αφέλεια, ο Donald διέδιδε πως είναι πολύ μπροστά από τους συναθλητές του σε σημείο μάλιστα που θεωρούνταν πως θα σπάσει όλα τα ρεκόρ.
Εν τω μεταξύ, όσο οι υπόλοιποι αγωνιζόμενοι τα παρατούσαν ο ένας μετά τον άλλο για διάφορους λόγους, τόσο ο κόσμος έστρεφε τα μάτια του στον Donald Crowhurst, αναμένοντας εναγωνίως την εμφάνιση του αουτσάιντερ στη γραμμή του τερματισμού. Όμως ο Donald δεν εμφανίστηκε ποτέ.
Όταν ο Robin Knox-Johnston επέστρεψε στην Αγγλία ως ο μόνος που τερμάτισε τον αγώνα, ο Crowhurst κατά τα φαινόμενα πανικοβλήθηκε για την αποτυχημένη απόπειρα εξαπάτησης αλλά και για τη ντροπή που αυτή θα αντηχούσε στο πρόσωπό του.
Το σκάφος του βρέθηκε ακυβέρνητο κάπου στην Καραϊβική την 10η Ιουλίου του 1969, με τον ίδιο τον Crowhurst να παραμένει άφαντο. Πολλοί ήταν αυτοί που πιστεύουν πως αυτοκτόνησε, ενώ το σκάφος του ρυμουλκήθηκε στην ακτή της νήσου Cayman Brac, όπου μέχρι σήμερα αποτελεί τουριστική ατραξιόν.
O Christian Strangl και το όρος K2
Τον Αύγουστο του 2010, ο αυστριακός ορειβάτης Christian Stangl κατέβηκε από την κορυφή του όρους Κ2 διακηρύσσοντας πως κατάφερε το ακατόρθωτο: να ανέβει μέχρι την κορυφή του δεύτερου υψηλότερου βουνού στον κόσμο και να κατέβει στο χρόνο-ρεκόρ των τεσσάρων ημερών.
Κανένας άλλος δεν είχε καταφέρει εκείνη τη χρονιά να φθάσει στην κορυφή και μάλιστα ένας ορειβάτης σκοτώθηκε στην προσπάθειά του να το κάνει. Σύντομα λοιπόν, γνώστες του αντικειμένου της ορειβασίας αμφισβήτησαν το επίτευγμα του Stangl συνεπικουρούμενοι μάλιστα από το γεγονός ότι κανείς δεν είδε τον Christian πάνω από το Καταφύγιο 3, αλλά και από την ανυπαρξία δεδομένων GPS από την κορυφή που υποτίθεται πως βρέθηκε ο Αυστριακός ορειβάτης.
Επιπλέον, ο Stangl έδωσε ως πειστήριο μόνο μια φωτογραφία από την κορυφή του όρους και αυτή τραβηγμένη από σημείο χαμηλότερο από αυτό που θα περίμενε κανείς βλέποντας άλλες φωτογραφίες που έχουν τραβηχτεί από την κορυφή.
Τελικά ο Christian παραδέχτηκε πως δεν ήταν σίγουρος ότι έφτασε μέχρι την κορυφή λόγω παραισθήσεων που προκλήθηκαν από την πολύ αραιή ατμόσφαιρα σε εκείνο το ύψος. Ανέφερε ότι κατέβηκε θεωρώντας πως πραγματικά είχε φτάσει μέχρι την κορυφή του Κ2.
Προς τιμήν του ο Stangl το 2012 επιβεβαιωμένα πάτησε στην κορυφή του βουνού, στέλνοντας 21 φορές δεδομένα GPS από εκεί που βρισκόταν και τραβώντας πανοραμικό βίντεο 360 μοιρών ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για τον ισχυρισμό του. Έτσι επήλθε και η αποκατάσταση της φήμης του αυστριακού αλπινιστή.
Ο Frederick Cook και η απάτη του όρους McKinley
Ο Frederick Cook είναι σχεδόν σίγουρο πως πήγε πρώτος σε μέρη που κανείς μέχρι τότε δεν είχε πατήσει. Ταυτόχρονα όμως, ο νεοϋορκέζος είναι γνωστός ως ένας από τους μεγαλύτερους απατεώνες των σύγχρονων εξερευνήσεων.
Μετείχε σε τρεις σημαντικές αποστολές εξερεύνησης μεταξύ του 1891 και 1903, δύο εκ των οποίων στην Αρκτική και η τελευταία στο όρος McKinley στην Αλάσκα, γνωστό και ως Denali. Το 1906 επέστρεψε ισχυριζόμενος πως κατέκτησε την κορυφή ύψους 6.194 μέτρων, στην οποία δεν είχε ποτέ ξανά ανεβεί κανείς. Αυτός ο ισχυρισμός άντεξε μια μόλις τριετία, όταν αποκαλύφθηκε η αλήθεια. Ο Cook έβγαλε την φωτογραφία της υποτιθέμενης κορυφής του όρους Denali από ένα μικρό βουνό 30 χιλιόμετρα μακριά από την πραγματική κορυφή.
Οι ισχυρισμοί του Cook διαλύθηκαν και καταρρίφθηκαν εύκολα. Οι περιγραφές του όσον αφορά στο τοπίο γύρω από την κορυφή είχαν μικρή σχέση με την πραγματικότητα και ο σύγχρονος ορειβάτης Bradford Washburn ξεκίνησε αποφασιστικά την αναγνώριση κάθε μέρους γύρω από τις πλαγιές του όρους Denali, στο οποίο ο Cook έβγαλε τις αμφισβητούμενες φωτογραφίες.
Έχει πλέον καταστεί σαφές πως η ομάδα του Cook ποτέ δεν έφτασε εγγύτερα των 20 χιλιομέτρων από την κορυφή του επίμαχου όρους. Ο πρώτος που τελικά κατάφερε να ανέβει στην κορυφή του ψηλότερου βουνού της Βορείου Αμερικής ήταν ο Hudson Stuck τον Ιούνιο του 1913.
Ο Cook και η διαμάχη του Βορείου Πόλου
Μετά την αποστολή του στο όρος McKinley, ο Cook ξεκίνησε μια νέα εξερευνητική αποστολή, ακόμη πιο βόρεια στην Αρκτική, αν και το πόσο μακριά έφτασε είναι υπό συζήτηση, εγείροντας σκανδαλώδεις αμφιβολίες. Το 1909, ο Cook επέστρεψε κατάκοπος σπίτι του από τον παγωμένο βορρά, έχοντας σχεδόν πεθάνει της πείνας στη διαδρομή, ισχυριζόμενος πως έφτασε στον Βόρειο Πόλο στις 22 Απριλίου του 1908. Όμως, δεν άργησαν να προκύψουν αμφιβολίες και για αυτό το επίτευγμά του, αφού ο Cook δεν είχε κανένα στοιχείο που να το επιβεβαιώνει.
Επιπλέον, οι δύο Εσκιμώοι οδηγοί που τον συνόδευαν στο ταξίδι του στην Αρκτική, αργότερα ανέφεραν πως είχαν διανύσει απόσταση μόλις μερικών ημερών μέσα στην παγωμένη θάλασσα, οι οποίες δεν ήταν αρκετές ώστε να καταφέρουν να φτάσουν στο γεωγραφικό πλάτος των 90 μοιρών.
Επιπρόσθετα, η προηγούμενη απάτη του Cook με το όρος McKinley δεν βοήθησε καθόλου τον νεότερο ισχυρισμό του για το Βόρειο Πόλο, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει η φήμη του Cook ως εξερευνητή.
Τελικά, ο Robert Peary θεωρείται πως είναι ο πρώτος εξερευνητής που κατάφερε να φτάσει μέχρι το Βόρειο Πόλο, αν και υπάρχει διχογνωμία και για αυτό το επίτευγμα, αφού κάποιοι ιστορικοί θεωρούν πως ούτε ο Peary τα κατάφερε.
Ο Eric Ryback και το μονοπάτι Pacific Crest Trail
Ο Eric Ryback ήταν μόλις 17 ετών όταν έκανε πρώτη φορά πεζοπορία στο μονοπάτι Appalachian Trail (μονοπάτι Αππαλλαχίων Ορέων) το 1969 και μέσα στα επόμενα τρία χρόνια είχε περπατήσει και στο Continental Divide και στο μονοπάτι Pacific Crest Trail κι έγινε έτσι ο πρώτος άνθρωπος που συμπλήρωσε και τα τρία μεγαλύτερα σε απόσταση μονοπάτια πεζοπορίας της Αμερικής.
Ωστόσο, κάποια στιγμή άρχισαν να φουντώνουν οι φήμες που τον ήθελαν να έχει κάνει ωτοστόπ, προσπερνώντας έτσι κάποια κομμάτια από το μονοπάτι Pacific Crest Trail και η δόξα του άρχιζε να ξεφτίζει.
Ο Ryback, που μέχρι τότε είχε γράψει και βιβλίο για τις διαδρομές του (The High Adventure of Eric Ryback) ανταπέδωσε το χτύπημα που δέχτηκε. Όταν η εκδότρια εταιρία, Wilderness Press, δήλωσε γραπτώς ότι ο Ryback είχε χρησιμοποιήσει μηχανάκι για να διασχίσει όλο το μονοπάτι, εκείνος μήνυσε την εταιρία ζητώντας αποζημίωση τριών εκατομμυρίων δολαρίων.
Τελικά, απέσυρε τη μήνυση όταν η Wilderness Press αποκάλυψε δηλώσεις των ίδιων των ανθρώπων που υποτίθεται ότι τον πήραν με ωτοστόπ καλύπτοντας έτσι κάποια απόσταση της διαδρομής του. Οι ισχυρισμοί ότι ο Ryback «έκλεψε» αμφισβητούνται από κάποιους, ωστόσο μέχρι και λογοπαίγνια έχουν δημιουργηθεί με το όνομα του που έχει γίνει συνώνυμο με το ωτοστόπ στα μονοπάτια.
Η Oh Eun-Sun και η αμφισβητούμενη ανάβαση στην κορυφή Kangchenjunga
Το 2010, η Νοτιοκορεάτισσα ορειβάτης Oh Eun-Sun περπάτησε ως την κορυφή του όρους Annapurna κι έγινε έτσι η πρώτη γυναίκα που κατέκτησε και τις 14 κορυφές των 8.000 μέτρων, ωστόσο πολύ αναρωτιούνται αν το επίτευγμα ήταν πραγματικό. Η ερώτηση βασίστηκε στην ανάβαση της Oh Eun-Sun το 2009 στην τρίτη υψηλότερη κορφή του κόσμου, στην κορυφή Kangchenjunga, στα Ιμαλάια.
Οι φωτογραφικές αποδείξεις του επιτεύγματός της δεν απέδειξαν ότι έφτασε στην κορφή. Μια φωτογραφία της, που ήταν αρχικά μια απεικόνιση της κορφής, δεν ήταν πειστική, καθώς έδειχνε μια γυναίκα με εξοπλισμό ανάβασης βουνών περιστοιχισμένη από ένα εκτυφλωτικό, υπερεκτεθειμένο και αμφίσημο τοπίο.
Μια ακόμα υποτιθέμενη φωτογραφία της ανάβασης της έδειχνε την ίδια να στέκεται σε μια πετρώδη επιφάνεια, ενώ η κορφή Kangchenjunga έχει ύψος 8.586 μέτρα και είναι γνωστό ότι καλύπτεται πλήρως από χιόνι εκείνη την εποχή του χρόνου. Υπάρχουν ακόμα και στοιχεία ότι κάποιες από τις φωτογραφίες της έχει αλλοιωθεί ψηφιακά.
Ο χορηγός της Oh Eun-Sun, οι εξοπλισμοί ορειβασίας Black Yak, διαβεβαίωσε τους αμφισβητούντες ότι η Oh Eun-Sun δίκαια κατέκτησε την κορφή, ένα μέλος της ομάδας ανέφερε το ίδιο πράγμα, μολονότι ένα άλλο μέλος από τα τρία που ανέβηκαν μαζί της ανέφερε ότι η ομάδα σταμάτησε να ανεβαίνει περίπου 120 μέτρα πριν από την κορυφή.
Η Ορειβατική Ομοσπονδία της Κορέας (Korean Alpine Federation) αποφάσισε τελικά ότι δεν υπάρχουν αρκετές αποδείξεις ότι η Oh κατέκτησε την κορυφή Kangchenjunga, ενώ η Elizabeth Hawley, η πιο αξιοσέβαστη κάτοχος και καταγραφέας των ρεκόρ των Ιμαλαΐων έθεσε τον ισχυρισμό της Oh για κατάκτηση 14 κορυφών υπό αμφισβήτηση.
Ο Cesare Maestri και η κορυφή του Cerro Torre
Οι κορυφές των βουνών του κόσμου είναι τόσο μπλεγμένες στα ψέματα και τις αντιθέσεις που πραγματικά κάποιος αναρωτιέται αν είναι η αγάπη για την ορειβασία ή ο πόθος για δόξα που δελεάζει τόσους ανθρώπους να διαβούν αυτό το δρόμο.
Το 1959, ένας Ιταλός ονόματι Cesare Maestri πήγε στην Αργεντινή, οργανώθηκε σε μια ομάδα με έναν Αυστριακό, τον Toni Egger και προσπάθησαν να κατακτήσουν ένα βουνό που μέχρι πρότινος θεωρούνταν μη αναβάσιμο. Υποτίθεται ότι έφτασαν στην κορυφή του παγωμένου Cerro Torre (3.128 μέτρα) στις 3 Φεβρουαρίου.
Ωστόσο, ο Egger πέθανε εξαιτίας μιας χιονοστιβάδας στην κατάβασή τους και ο Maestri δεν είχε αρκετές αποδείξεις για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του, όταν κατέβηκε από το βουνό.
Σχεδόν αμέσως, η συγκεκριμένη ανάβαση χαρακτηρίστηκε ψεύτικη. Κανένα στίγμα των δυο αναβατών δεν βρέθηκε από ένα σημείο και έπειτα στο βουνό, παρόλο που ο Maestri ισχυρίστηκε ότι είχε μαρκάρει σημεία της διαδρομής και για δεκαετίες κανένας άλλος ορειβάτης δεν κατάφερε να φτάσει στην κορυφή του Cerro Torre.
Το 1970, ο Maestri επέστρεψε για να ανέβει ξανά το βουνό και να διαλύσει κάθε υπόνοια. Χρησιμοποίησε ένα αμφιλεγόμενο βενζινοκίνητο ορειβατικό τρυπάνι, αλλά απέτυχε να φτάσει στην κορυφή.
Το χειρότερο ίσως από όλα ήταν ότι ο Maestri είχε ένα γλωσσικό ολίσθημα πριν από λίγα χρόνια, όταν και είπε θυμωμένα σε ένα δημοσιογράφο «Αυτό που έκανα ήταν η πιο σημαντική φιλότιμη προσπάθεια στον κόσμο. Το έκανα μόνος μου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι… έφτασα στην κορυφή, καταλαβαίνετε;». Μήπως μόνος του παραδέχτηκε την αλήθεια;
Ο απίθανος διάπλους του Ατλαντικού κολυμπώντας
Το Associated Press εξέδωσε είδηση στις αρχές Φεβρουαρίου του 2009 πως η αμερικανίδα Jennifer Figge μόλις είχε ολοκληρώσει τον διάπλου του Ατλαντικού, μια απόσταση 3.380 χιλιομέτρων. Κατά το άρθρο του Associated Press, η Jennifer ξεκίνησε από το Πράσινο Ακρωτήριο, μια νησιωτική χώρα της δυτικής Αφρικής στις 12 Ιανουαρίου.
Δεν χρειάστηκε ιδιαίτερη προσπάθεια από κάποιους πιο προσεκτικούς αναγνώστες να διαπιστώσουν πως από τις 12 Ιανουαρίου μέχρι τις αρχές Φεβρουαρίου δεν μεσολαβούν ούτε τριάντα ημέρες! Αν ο ισχυρισμός του άρθρου ήταν αληθής, τότε για έστω 26 ημέρες κολύμβησης, η Jennifer Figge θα έπρεπε να διανύει –κολυμπώντας πάντα– 130 χιλιόμετρα την ημέρα, δηλαδή περίπου 5,5 χιλιόμετρα την ώρα και όλα αυτά ασταμάτητα για ένα μήνα, προκειμένου να ολοκληρώσει το διάπλου.
Εν τέλει προέκυψε πως η Figge, η οποία συνοδευόταν από μια βάρκα, δεν είχε καν σκοπό το διάπλου του Ατλαντικού. Ο απίθανος αυτός διάπλους ανήκε απλά στη φαντασία του αρθρογράφου.