Η αποστολή ηχητικών μηνυμάτων αντί γραπτών από το κινητό τηλέφωνο την ώρα της οδήγησης είναι εξίσου επικίνδυνη, καθώς και τα δύο επηρεάζουν τα αντανακλαστικά του οδηγού, προκύπτει από έρευνα που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Η έρευνα, την οποία πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Μεταφορών του πανεπιστημίου A&M του Τέξας, είναι η πρώτη που επιχειρεί σύγκριση ανάμεσα στα γραπτά μηνύματα και στα φωνητικά την ώρα της οδήγησης.
«Σε κάθε περίπτωση, οι οδηγοί χρειάζονταν σχεδόν διπλάσιο χρόνο για να αντιδράσουν σε σχέση με όταν δεν έστελναν μήνυμα», δήλωσε στο Ρόιτερς η επικεφαλής της έρευνας Κριστίν Γιάγκερ.
«Επίσης μειώθηκε η οπτική επαφή τους με τον δρόμο, ανεξάρτητα με το ποιά μέθοδος (αποστολής μηνυμάτων) χρησιμοποιήθηκε».
Στην έρευνα συμμετείχαν 43 εθελοντές που κλήθηκαν να οδηγήσουν χωρίς να έχουν κινητά, στη συνέχεια οι ίδιοι οδήγησαν στέλνοντας γραπτό μήνυμα από κινητό και μετά οδήγησαν χρησιμοποιώντας την υπηρεσία φωνητικής υπαγόρευσης γραπτού μηνύματος.
Όπως είπε η ίδια, «το τελευταίο ουσιαστικά χρειάστηκε περισσότερο χρόνο από το παραδοσιακό γραπτό μήνυμα λόγω του χρόνου που απαιτείται για τη διόρθωση των λαθών.
Και με αυτό τον τρόπο βάζει κάποιος το μυαλό του να σκεφτεί τί πρέπει να πει και αυτό επηρεάζει την οδήγηση και μειώνει τον χρόνο αντίδρασης», πρόσθεσε.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, η μεγαλύτερη ανησυχία αφορά το ότι ο οδηγός αισθάνεται πιο ασφαλής χρησιμοποιώντας την εφαρμογή στο κινητό που του επιτρέπει να υπαγορεύει γραπτά μηνύματα, αντί του γραπτού μηνύματος που πληκτρολογούμε, παρότι και στις δύο περιπτώσεις ο κίνδυνος είναι ο ίδιος, σύμφωνα με την Γιάγκερ.
Η Ένωση Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας αναφέρει ότι το 2012 στέλνονταν καθημερινά στις ΗΠΑ 6,1 δισεκατομμύρια γραπτά μηνύματα. Περίπου το 35% των οδηγών παραδέχτηκαν ότι διάβασαν ένα γραπτό μήνυμα ή ένα email την ώρα που οδηγούσαν κάποια στιγμή μέσα στο χρόνο, ενώ το 26% παραδέχτηκαν ότι έστειλαν ένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της εθνικής ένωσης οδηγών AAA.