Τις προτάσεις της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων για μια «εκ βαθέων μεταρρύθμιση» της ΕΕ, ενέκρινε σήμερα η Ολομέλεια του ΕΚ στο Στρασβούργο, υπερψηφίζοντας ένα πακέτο τριών εκθέσεων.
Τη μια εκ των εκθέσεων που αφορά στις «εξελίξεις και αναπροσαρμογές στην τρέχουσα θεσμική δομή της ΕΕ», η οποία εγκρίθηκε με 283 ψήφους υπέρ, 269 κατά και 83 αποχές, εισηγήθηκε ο Ολλανδός φιλελεύθερος Γκι Φερχόφστατ.
Τη δεύτερη έκθεση για τη «βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τις δυνατότητες της Συνθήκης της Λισσαβόνας» η οποία εγκρίθηκε με 329 ψήφους υπέρ, 223 κατά και 83 αποχές, εισηγήθηκε ο Γερμανός συντηρητικός Ελμαρ Μπροκ.
Το πακέτο συμπληρώθηκε από σχετική έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών, Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, που εγκρίθηκε με 304 ψήφους υπέρ, 255 κατά και 68 αποχές, την οποία παρουσίασε μεταξύ άλλων, η Γαλλίδα σοσιαλίστρια Περβάνς Μπερές.
« Οι τρεις εκθέσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ένα πακέτο» δήλωσε ο Γκι Φερχόφστατ κατά τη διάρκεια της σχετικής συζήτησης που έγινε στο ημικύκλιο. « Οι πολίτες είναι επικριτικοί κατά της Ευρώπης και για το πως λειτουργεί σήμερα, γιατί αυτή η Ευρώπη δεν ανταποκρίνεται όπως πρέπει. Δεν δίνει τις σωστές απαντήσεις στην κρίση των μεταναστών και προσφύγων για παράδειγμα στην οικονομική απορρύθμιση μετά το 2008, ή ακόμα στην οικονομική στασιμότητα. Σε αυτήν την περίοδο του Brexit, του Τράμπ, του Πούτιν, θα πρέπει να μεταρρυθμίσουμε εκ βαθέων την ΕΕ, γι’ αυτό και ετοιμάσαμε τις τρεις εκθέσεις» υπογράμμισε.
Σύμφωνα με την έκθεση Fερχόφστατ, «η μεταρρύθμιση της Ένωσης πρέπει να οδηγήσει στον εκσυγχρονισμό της δημιουργώντας νέους μηχανισμούς, καθιστώντας πιο δημοκρατική τη λήψη αποφάσεων» ώστε να αποφευχθεί η στροφή «στην επανεθνικοποίηση μέσω της ενίσχυσης της διακυβερνητικής προσέγγισης».
Εκφράζεται έντονη ανησυχία από τη δημιουργία, «όλο και περισσότερων υποομάδων ανάμεσα στα κράτη-μέλη, που υπονομεύουν την ενότητα της ΕΕ, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Υπογραμμίζεται ότι μια μεταρρύθμιση των Συνθηκών, για να είναι δημοκρατικά ολοκληρωμένη, θα πρέπει να οδηγήσει στη σύγκλιση μιας Συνέλευσης, «που θα διασφαλίζει τη γενική συμμετοχή, από εκπροσώπους των εθνικών κοινοβουλίων, των κυβερνήσεων όλων των κρατών-μελών, της Επιτροπής, του Συμβουλίου και ακόμα των Περιφερειακών Επιτροπών.
Μόνον έτσι θα μπορέσει να αποτελέσει την κατάλληλη πλατφόρμα για έναν τέτοιο προβληματισμό και διάλογο με τους ευρωπαίους πολίτες και την κοινωνία των πολιτών» υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Αναφορικά με τους άξονες των βασικών θεσμικών αλλαγών που προτείνονται, ο Γκι Fερχόφστατ συνόψισε :
«Για να δημιουργήσουμε μια πιο αποδοτική Ευρώπη, θέλουμε να συρρικνώσουμε κάπως την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να μην έχουμε μια Ευρώπη «α λα καρτ», να κάνουμε οικονομίες έχοντας μια και μόνη έδρα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Θέλουμε μια πιο δημοκρατική Ένωση, μεταρρυθμίζοντας τις ευρωεκλογές και προβάλλοντας τον λόγο των υποψηφίων.
Θέλουμε το υπουργικό Συμβούλιο να λειτουργεί με πλήρη διαφάνεια ως ένα Συμβούλιο κρατών με αναγνώριση των ευθυνών για τις αποφάσεις. Θέλουμε μια πράσινη κάρτα για τα εθνικά κοινοβούλια, δηλαδή το δικαίωμα ίδιας πρωτοβουλίας, όπως ισχύει για το ΕΚ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Θέλουμε τέλος μια ευρωζώνη με σωστή διακυβέρνηση, με δημοσιονομική ικανότητα, με έναν υπουργό Οικονομικών, με σύγκλιση και αιρεσιμότητα. Μια ευρωζώνη στην οποία θα πρέπει μελλοντικά να ενταχθούν όλα τα κράτη-μέλη και η οποία θα αποτελέσει το βασικό κορμό της μεταρρυθμισμένης Ένωσης.
Τέλος στην ομοφωνία, κανόνας η πλειοψηφία
Για συμπεριφορά υπουργών «ασύμβατη» με τη Συνθήκη της Λισαβόνας μίλησε ο δεύτερος εισηγητής Ελμαρ Μπροκ.
«Τα κράτη μέλη στερούν την Ευρώπη από τα εργαλεία που χρειάζεται για την από κοινού επίλυση των προβλημάτων.
Η Συνθήκη της Λισαβόνας δίνει πολλές δυνατότητες που δεν έχουν ακόμα εξαντληθεί. Για παράδειγμα θα μπορούσε να γίνεται καλύτερη χρήση της πλειοψηφίας στη λήψη των αποφάσεων. Το να επιμένουν στην ομοφωνία με συνέπεια να μη βρίσκουν συναίνεση ώστε να στείλουν θέματα στο Συμβούλιο, είναι συμπεριφορά ασύμβατη με τη Συνθήκη. Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η κοινή μέθοδος με τη χρήση της πλειοψηφίας θα πρέπει να είναι κανόνας» υπογράμμισε.
Ο κ. Μπροκ ζήτησε αλλαγές στον κανονισμό του υπουργικού συμβουλίου για να υπάρχει «δημόσια συνεδρία, ώστε κάθε κυβέρνηση να έχει να λογοδοτεί στο λαό της και να μην ισχυρίζεται ότι δεν συμμετείχε στη λήψη αποφάσεων».
Ο κ. Μπροκ ζήτησε οι αλλαγές αυτές να κατοχυρωθούν με νομοθεσία.
Υπέρ μιας πλατύτερης χρήσης της πλειοψηφίας και σταδιακής εγκατάλειψης της ομοφωνίας, τάσσεται και η Επιτροπή Προϋπολογισμών.
Με γνωμοδότηση του στο πλαίσιο των σημερινών εκθέσεων, καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «να εγκαταλείψει τον κανόνα της ομοφωνίας υπέρ της ειδικής πλειοψηφίας, κατά την έγκριση του προσεχούς Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου ( ΠΔΠ) 2014-2020.
Η Επιτροπή θεωρεί ότι το σημερινό επίπεδο του προϋπολογισμού της ΕΕ, που αντιστοιχεί στο 1% του ΑΕΠ των 28, δεν επαρκεί για την υλοποίηση της στρατηγικής Ευρώπη 2020 και να αντιμετωπίσει παράλληλα τις νέες προκλήσεις.
Εκφράζει τη λύπη της για το ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ βασίζεται στις εθνικές εισφορές και όχι σε γνήσιους ίδιους πόρους, με συνέπεια η συζήτηση στο Συμβούλιο να περιστρέφεται γύρω από τις καθαρές εισπράξεις και τη «δίκαιη ανταπόδοση» (στα κράτη) και όχι στην ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία και την επιτακτική ανάγκη για αλληλεγγύη, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ.
Η Επιτροπή Προϋπολογισμών ζητά από το Συμβούλιο να επανέλθει στο πνεύμα και το γράμμα των Συνθηκών και να δημιουργήσει ένα σύστημα ιδίων πόρων».