Ο Ντόναλντ Τραμπ υπέστη νομική ήττα χθες, όταν ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο προσφυγών, αποφάσισε αρνητικά σχετικά με την εφαρμογή της προσωρινής απαγόρευσης εισόδου ταξιδιωτών και προσφύγων από επτά μουσουλμανικές χώρες στις ΗΠΑ.
Το τριμελές συμβούλιο των δικαστών αποφάνθηκε ομόφωνα ότι η κυβέρνηση Τραμπ απέτυχε να παρουσιάσει οποιαδήποτε απόδειξη ώστε να υποστηρίξει τις ανησυχίες της σχετικά με την απειλή ασφάλειας που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ, ώστε να εφαρμοστούν άμεσα οι απαγορεύσεις που απορρέουν από το προεδρικό διάταγμα του Τραμπ που υπογράφτηκε πριν από δύο εβδομάδες.
Τραμπ: Η ασφάλεια του έθνους βρίσκεται σε κίνδυνο
Αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση της απόφασης των 29 σελίδων, που εξέδωσε το δικαστήριο ο Τραμπ έγραψε στο Twitter με κεφαλαία: «Θα σας δω στο δικαστήριο. Η ασφάλεια του έθνους βρίσκεται σε κίνδυνο!»
Παράλληλα, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η κυβέρνησή του θα κερδίσει τελικά την υπόθεση, ενώ απέρριψε την απόφαση του δικαστηρίου προσφυγών, χαρακτηρίζοντας την «πολιτική απόφαση».
Η απόφαση αυτή διατηρεί σε νομική και πρακτική ισχύ την απόφαση που έλαβε την προηγούμενη Παρασκευή ο ομοσπονδιακός δικαστής Τζέιμς Ρόμπαρτ για την προσωρινή αναστολή της εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος του Τραμπ. Δεν επιλύει τη νομική διαφορά, καθώς αποφαίνεται για την άρση ή μη του προσωρινού περιορισμού στην εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος Τραμπ, για τις απαγορεύσεις εισόδου στις ΗΠΑ.
Οι δικαστές δήλωσαν ότι θα χρειαστεί περισσότερη ενημέρωση, προκειμένου ν’ αποφασιστεί λεπτομερώς, η τύχη που θα έχει το προεδρικό διάταγμα του Τραμπ.
Το προεδρικό διάταγμα που εξέδωσε ο Τραμπ στις 27 Ιανουαρίου απαγόρευε την είσοδο στις ΗΠΑ σε πολίτες από το Ιράν, το Ιράκ, τη Λιβύη, τη Σομαλία, το Σουδάν, τη Συρία, την Υεμένη για 90 ημέρες, με παράλληλη απαγόρευση εισόδου προσφύγων για 120 ημέρες, αλλά και τη μόνιμη απαγόρευση εισόδου προσφύγων από τη Συρία.
Η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει τις νομικές επιλογές που διαθέτει
Από την πλευρά του, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, που εκπροσώπησε νομικά την αμερικανική κυβέρνηση κατά την προφορική (τηλεφωνική) παρουσίαση των επιχειρημάτων στην ακρόαση της προσφυγής δήλωσε ότι μελετά την απόφαση εξετάζοντας τις νομικές επιλογές που έχει στη διάθεσή του.
Την εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος του Τραμπ αμφισβήτησαν οι πολιτείες της Ουάσιγκτον και της Μινεσότα, μετά τις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας που οργανώθηκαν και τη σύγχυση που προκλήθηκε στα αμερικανικά αεροδρόμια, αλλά και σε αεροδρόμια του εξωτερικού, κατά το πρώτο Σαββατοκύριακο της εφαρμογής της. Οι δύο πολιτείες υποστήριξαν ότι το προεδρικό διάταγμα του Τραμπ παραβίασε τις πρόνοιες του αμερικανικού Συντάγματος, αναφορικά με τις θρησκευτικές ελευθερίες, επιβάλλοντας διακρίσεις.
Σε ερώτηση σχετικά με την ανάρτηση που έκανε ο Τραμπ στο Twitter, ο Μπομπ Φέργκουσον, γενικός εισαγγελέας στην πολιτεία της Ουάσιγκτον, δήλωσε: «Τον είδαμε στο δικαστήριο δύο φορές και πετύχαμε δύο στα δύο».
Παρά το γεγονός ότι το δικαστήριο ισχυρίστηκε ότι δε μπορεί ν’ αποφασίσει για το αν το προεδρικό διάταγμα του Τραμπ επιβάλλει διάκριση κατά συγκεκριμένης θρησκείας, «μέχρι την πλήρη νομική επεξεργασία» της υπόθεσης, πρόσθεσε ότι οι πολιτείες παρουσίασαν αποδείξεις σχετικά με δηλώσεις του αμερικανού προέδρου «σχετικά με την πρόθεσή του να εφαρμόσει περιορισμό έναντι των μουσουλμάνων».
Το δικαστήριο υποστήριξε επίσης, ότι η κυβέρνηση απέτυχε ν’ αποδείξει ότι κάποιος πολίτης των επτά μουσουλμανικών χωρών έχει εμπλακεί σε τρομοκρατική επίθεση κατά των ΗΠΑ.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση Τραμπ υποστήριξε ότι τα δικαστήρια δεν έχουν τον ίδιο βαθμό πρόσβασης σε απόρρητες πληροφορίες σχετικά με τις απειλές ασφάλειας που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ, σε αντίθεση με τον πρόεδρο. Ωστόσο, οι δικαστές υποστήριξαν ότι «τα δικαστήρια λαμβάνουν συχνά πληροφόρηση σχετικά με απόρρητα στοιχεία μετά από σχετική εξουσιοδότηση».
Οι τρεις δικαστές είπαν ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασαν οι δύο αμερικανικές πολιτείες ακόμη και η προσωρινή εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος θα μπορούσε να έχει συνέπειες.
Τι μπορεί να κάνει από δω και πέρα ο Τραμπ
Η απαγόρευση της εισόδου στις ΗΠΑ ως μέτρο ενίσχυσης της εθνικής ασφάλειας ήταν κεντρικό θέμα στην προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ, που είχε (αρχικά) εξαγγείλει την εφαρμογή προσωρινής απαγόρευσης εισόδου έναντι όλων των μουσουλμάνων, ενώ η νομική αμφισβήτηση και η απαγόρευση εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος έχει προκαλέσει εκνευρισμό στον αμερικανό πρόεδρο.
Οι πρόεδροι των ΗΠΑ στο παρελθόν έχουν διεκδικήσει υπερεξουσίες στη μάχη κατά της τρομοκρατίας, αλλά τα φυσικά πρόσωπα, οι αμερικανικές πολιτείες και οι οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αντιτάχθηκαν στην εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος του Τραμπ υποστήριξαν ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν παρουσίασε αποδείξεις για τους κινδύνους ασφάλειας.
Δύο από τους δικαστές του δικαστηρίου που εξέτασε την προσφυγή έχουν διοριστεί από τους Δημοκρατικούς προέδρους Τζίμι Κάρτερ και Μπαράκ Ομπάμα, ενώ ο τρίτος δικαστής έχει διοριστεί από τον Ρεπουμπλικάνο Τζορτζ Μπους Τζούνιορ.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο που εξέτασε την προσφυγή, η προσφυγή να εξεταστεί και πάλι ενώπιον της πλήρους σύνθεσης των δικαστών του (en banc) ή να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, το οποίο θα αποφανθεί για την τελική νομική έκβαση της υπόθεσης αυτής.
Από την πλευρά της, η υψηλόβαθμη σύμβουλος του Λευκού Οίκου, Κέλιαν Κόνγουεϊ, δήλωσε στο τηλεοπτικό δίκτυο Fox News: «Πρόκειται για δικαστική απόφαση προσωρινού χαρακτήρα. Τώρα, έχουμε την πεποίθηση ότι θα έρθει και η δική μας ημέρα στο δικαστήριο, για να προβάλλουμε τα επιχειρήματά μας, ώστε αυτά να υπερισχύσουν».