Η Γαλλία πρέπει να επανιδρύσει τις υπηρεσίες πληροφοριών της οι οποίες απέτυχαν να προλάβουν τις επιθέσεις στο Παρίσι, λόγω των «συνόρων» μεταξύ των διαφόρων φορέων τους, προτείνει κοινοβουλευτική επιτροπή που διερευνά τις τρομοκρατικές επιθέσεις του 2015.
Ο πρόεδρος και ο εισηγητής της επιτροπής, της οποίας τα συμπεράσματα αναμένεται να υιοθετηθούν επίσημα σήμερα, διερωτώνται επίσης για τη χρησιμότητα της παράτασης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και της ανάπτυξης στρατιωτών στη γαλλική επικράτεια.
«Η χώρα μας δεν ήταν προετοιμασμένη, τώρα πρέπει να προετοιμαστούμε», δήλωσε στο AFP ο Ζορζ Φενές, βουλευτής της δεξιάς αντιπολίτευσης, ο οποίος προήδρευσε της επιτροπής έρευνας για τις επιθέσεις του Ιανουαρίου (17 νεκροί) και του Νοεμβρίου (130 νεκροί).
«Τα δυο μεγάλα αφεντικά των υπηρεσιών πληροφοριών (εσωτερικού και εξωτερικού) παραδέχτηκαν κατά τη διάρκεια των καταθέσεών τους ότι οι επιθέσεις του 2015 αντιπροσωπεύουν μια “συνολική αποτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών”», υπογράμμισε ο σοσιαλιστής βουλευτής Σεμπαστιάν Πιετρασαντά, εισηγητής της εξεταστικής επιτροπής.
Οι βουλευτές υποστηρίζουν κυρίως τη δημιουργία μιας εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών, που να τελεί κατευθείαν υπό την εποπτεία του πρωθυπουργού, στο αμερικανικό πρότυπο του εθνικού κέντρου αντιτρομοκρατίας (NTC) των ΗΠΑ που δημιουργήθηκε μετά τις 11ης Σεπτεμβρίου του 2001.
Σήμερα, οι γαλλικές υπηρεσίες πληροφοριών είναι διασπασμένες σε έξι φορείς, οι οποίοι τελούν υπό την εποπτεία των υπουργείων Εσωτερικών, Άμυνας και Οικονομίας, με την εμπλοκή εξειδικευμένων αστυνομικών, στρατιωτικών και τελωνειακών.
Σύμφωνα με τους βουλευτές, οι οποίοι προχώρησαν σε ακροαματική διαδικασία σχεδόν 200 ωρών κατά τους τελευταίους πέντε μήνες, οι φορείς δεν είχαν καλή επικοινωνία μεταξύ τους, καθώς οι γάλλοι δράστες των επιθέσεων είχαν όλοι φάκελο στις διωκτικές αρχές και τελούσαν υπό έλεγχο, παρακολούθηση ή κράτηση κατά τη διάρκεια της ριζοσπαστικοποίησής τους.
«Τα σύνορα μεταξύ των υπηρεσιών πληροφοριών επέτρεψαν την άρση της παρακολούθησης του Σαΐντ Κουασί μόλις αυτός έφυγε από το Παρίσι για τη Ρενς, στην ανατολική Γαλλία», αναφέρει ως παράδειγμα ο Φενές. Ο Κουασί, του οποίου οι τηλεφωνικές συνομιλίες παρακολουθούνταν για ένα χρονικό διάστημα λόγω της ριζοσπαστικοποίησης του, είναι ένας από τους δράστες της επίθεσης στην εφημερίδα Charlie Hebdo στις 7 Ιανουαρίου.
Η περίπτωση του Αμεντί Κουλιμπαλί, του δράστη της επίθεσης μέσα στο εβραϊκό παντοπωλείο Hypercacher τον Ιανουάριο του 2015, είναι επίσης εμβληματική των κενών στις υπηρεσίες πληροφοριών, αυτή τη φορά στον σωφρονιστικό τομέα, δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Ζαν-Ζακ Ιρβοάς κατά την κατάθεσή του.
Ο Κουλιμπαλί που είχε καταδικαστεί επανειλημμένα, κυρίως στη δίκη για ένα σχέδιο απόδρασης ενός ισλαμιστή, βγήκε από τη φυλακή χωρίς η πληροφορία αυτή να κοινοποιηθεί, ούτε να προβλεφθεί η παρακολούθησή του παρότι δεν αμφισβητείτο πλέον η ριζοσπαστικοποίησή του.
Όσο για την περίπτωση του Σαμί Αμιμούρ, του δράστη της επίθεσης στην αίθουσα συναυλιών Μπατακλάν τον Νοέμβριο του 2015, ο οποίος μπόρεσε να πάει στη Συρία το 2013 παρά την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, «είναι εμβληματική των κενών όσον αφορά τον δικαστικό έλεγχο», δήλωσε ο Πιετρασαντά.