Η ιστορική απόφαση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την ΕΕ έφερε και τις δύο πλευρές αντιμέτωπες με μια κατάσταση για την οποία δεν υπάρχει προηγούμενο, υποχρεώνοντάς τες να χτίσουν μια νέα σχέση γεμάτη αβεβαιότητας έπειτα από έναν γάμο που διήρκεσε περισσότερα από 40 χρόνια.

Τα βασικά ερωτήματα που τίθενται γύρω από το διαζύγιο αυτό είναι τα εξής:

Πώς αντέδρασε η ΕΕ;

Ήδη από χθες το πρωί άρχισε ένας κύκλος εντατικών συνομιλιών μεταξύ των Ευρωπαίων αξιωματούχων. Όλοι επέμειναν σε ένα σημείο: Το Λονδίνο πρέπει να ξεκινήσει «το ταχύτερο δυνατό» τη διαδικασία για την αποχώρησή του για να εμποδιστεί η παγίωση μιας ασταθούς κατάστασης. Ήδη φαίνεται να προετοιμάζεται ένα μπρα ντε φερ όσον αφορά το σημείο αυτό με το Λονδίνο, καθώς ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ανακοίνωσε ότι τη διαπραγμάτευση αυτή θα πρέπει να την ξεκινήσει ο διάδοχός του, κάτι το οποίο δεν μπορεί να γίνει πριν από το φθινόπωρο, καθώς ο ίδιος προτίθεται να παραιτηθεί τον Οκτώβριο.

Ποιο είναι το νομικό πλαίσιο;

Μια διαδικασία αποχώρησης από την ΕΕ προβλέπεται στις συνθήκες: πρόκειται για τη «ρήτρα της αποχώρησης» (άρθρο 50) το οποίο εισήχθη από τη συνθήκη της Λισσαβόνας (2009). Αυτό καθορίζει τις λεπτομέρειες μιας εκούσιας και μονομερούς αποχώρησης, η οποία συνιστά δικαίωμα για το οποίο δεν απαιτείται καμία δικαιολογία.

Το Λονδίνο θα πρέπει να διαπραγματευτεί μια «συμφωνία αποχώρησης», που θα συναφθεί εξ ονόματος της ΕΕ από το Συμβούλιο της ΕΕ, στο οποίο μετέχουν τα 28 κράτη μέλη, με ειδική πλειοψηφία, μετά την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Οι ευρωπαϊκές συνθήκες θα πάψουν να εφαρμόζονται στη Βρετανία από την ημερομηνία κατά την οποία θα τεθεί σε ισχύ αυτή η συμφωνία ή δύο χρόνια μετά την κοινοποίηση της αποχώρησης αν στο μεταξύ δεν έχει καταστεί δυνατό να συναφθεί μια συμφωνία. Η ΕΕ και το Λονδίνο θα μπορούν ωστόσο να αποφασίσουν να δοθεί παράταση σε αυτήν την διορία κατόπιν κοινής τους συμφωνίας.

Εν αναμονή μιας συμφωνίας, «η νομοθεσία της ΕΕ θα συνεχίσει να έχει ισχύ στη Βρετανία, όσον αφορά τα δικαιώματά της, αλλά και τις υποχρεώσεις της», υπογράμμισε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ.

Δέκα χρόνια αβεβαιότητας;

Μολονότι η διαδικασία του διαζυγίου υπάρχει, δεν έχει ποτέ εφαρμοστεί μέχρι σήμερα: από αυτό προκύπτουν πολλά ερωτήματα όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις που είναι απαραίτητο να γίνουν για να καθοριστεί μια νέα σχέση, έπειτα από τέσσερις δεκαετίες που η Βρετανία ήταν ενωμένη με την υπόλοιπη ΕΕ.

Η νέα αυτή σχέση θα πρέπει να ρυθμιστεί ήδη από τη συμφωνία αποχώρησης ή θα χρειαστούν δύο ξεχωριστές διαπραγματεύσεις; Η δεύτερη εκδοχή φαίνεται η πιο πιθανή. Το Λονδίνο θα πρέπει επίσης να τροποποιήσει τη νομοθεσία του για να αντικαταστήσει σε αυτήν το πλήθος των κειμένων που απορρέουν από τη συμμετοχή της στην ΕΕ, όπως στον τομέα των χρηματοπιστωτικών της υπηρεσιών.

«Είναι πιθανόν αυτό να πάρει χρόνο, πρώτα για να διαπραγματευτούμε την έξοδό μας από την ΕΕ, στη συνέχεια τις μελλοντικές μας συμφωνίες με την ΕΕ και τέλος τις εμπορικές μας συμφωνίες με τις χώρες εκτός ΕΕ», διευκρίνιζε η βρετανική κυβέρνηση σε μια μελέτη της που κοινοποιήθηκε στο βρετανικό κοινοβούλιο τον Φεβρουάριο.

Σε αυτήν αναφερόταν σε «έως μια δεκαετία αβεβαιότητας», η οποία θα βάραινε στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή ακόμη στην αξία της λίρας.

Ποιο μοντέλο θα ακολουθηθεί: της Νορβηγίας ή της Ελβετίας;

Η πιο απλή υπόθεση θα ήταν η Βρετανία να ακολουθήσει την Ισλανδία ή τη Νορβηγία ως μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), το οποίο θα της δώσει πρόσβαση στην εσωτερική αγορά. Ωστόσο το Λονδίνο θα πρέπει τότε να σέβεται τους δεσμευτικούς κανονισμούς αυτής της αγοράς, χωρίς να μετέχει στην επεξεργασία τους, και θα έχει μια ισχυρή οικονομική συμβολή.

Ένα άλλο σενάριο θα ήταν να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ελβετίας. Όμως «είναι απίθανο η Βρετανία να θελήσει να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο», κρίνει ο πρώην επικεφαλής της νομικής υπηρεσίας του Συμβουλίου της ΕΕ Ζαν-Κλοντ Πιρίς, ο οποίος είναι σήμερα σύμβουλος.

Σε μια μελέτη των σεναρίων στην περίπτωση ενός Brexit, ο Ζαν-Κλοντ Πιρίς αποκαλύπτει ότι η Ελβετία έχει συνάψει περισσότερες από εκατό τομεακές συμφωνίες με την ΕΕ, αποκλείοντας τις υπηρεσίες, και ότι η ΕΕ δεν είναι ικανοποιημένη σήμερα με την σχέση της με τη Βέρνη.

Μεταξύ των άλλων επιλογών: η σύναψη μιας συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών με την ΕΕ, ή μιας τελωνειακής ένωσης όπως με την Τουρκία. Απουσία συμφωνίας, η Βρετανία «θα γίνει απλώς από την ημερομηνία της αποχώρησής της ένα τρίτο κράτος απέναντι στην ΕΕ, όπως οι ΗΠΑ ή η Κίνα», παρατηρεί ο Ζαν-Κλοντ Πιρίς.

Ποιος θα είναι ο αντίκτυπος για τους Βρετανούς στην ΕΕ;

Το Λονδίνο θα πρέπει να διαπραγματευτεί το καθεστώς για τους περίπου 2 εκατομμύρια Βρετανούς πολίτες που ζουν ή εργάζονται στην ΕΕ. Διακυβεύονται πράγματι τα δικαιώματά τους συνταξιοδότησης ή ακόμη η πρόσβασή τους στις υπηρεσίες υγείας στις 27 άλλες χώρες μέλη της ΕΕ.

«Οι πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που ζουν στο εξωτερικό, μεταξύ των οποίων αυτοί που έχουν συνταξιοδοτηθεί στην Ισπανία, δεν θα μπορούν να θεωρούν ότι θα υπάρχει εγγύηση για τα δικαιώματά τους αυτά», επισήμαινε η βρετανική κυβέρνηση στη μελέτη της.

Επιπλέον κάθε δικαίωμα που θα τίθεται για διαπραγμάτευση προς όφελος των Βρετανών στις χώρες της ΕΕ θα χορηγείται υπό τον όρο της αμοιβαιότητας για τους πολίτες της ΕΕ στη Βρετανία, σημείωνε επίσης.

Στις Βρυξέλλες μεγάλη ανησυχία επικρατεί μεταξύ των Ευρωπαίων δημόσιων λειτουργών που είναι βρετανικής υπηκοότητας, ανησυχία για το μέλλον τους. «Θα κάνω ό,τι μπορώ ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για να σας υποστηρίξω και να σας βοηθήσω σε αυτήν την δύσκολη διαδικασία», προσπάθησε να τους καθησυχάσει χθες ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ σε εσωτερικό ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε.