Μπορεί ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας της Ουγγαρίας Γκιέργκι Μάτολτσι να διαβεβαίωνε σήμερα το μεσημέρι σε συνέντευξη Τύπου στη Βιέννη ότι η οικονομική σταθερότητα της χώρας του δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο εξαιτίας της αναστολής των διαπραγματεύσεων με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να ανακοίνωνε την επιστροφή της αντιπροσωπείας του στην ουγγρική πρωτεύουσα τον μεθεπόμενο μήνα, όμως αναλυτές στη Βουδαπέστη κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, με το φιορίνι να υποχωρεί σημαντικά έναντι του ευρώ, το γενικό δείκτη του Χρηματιστηρίου να βυθίζεται και τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων να εκτινάσσονται στα ύψη.

Οι ίδιοι θεωρούν πως άμεσες θα είναι οι αντιδράσεις του επιχειρηματικού κόσμου, με την εμπιστοσύνη των επενδυτών να έχει ήδη κλονιστεί, ενώ απρόβλεπτες αναμένουν τις αντιδράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τους οίκους πιστωτικής αξιολόγησης να είναι έτοιμοι να αναλάβουν δράση.

Ο σημερινός ουγγρικός Τύπος, στην πλειοψηφία του, κάνει λόγο για παταγώδη αποτυχία στις διαπραγματεύσεις κυβέρνησης – ΔΝΤ, του οποίου οι ιθύνοντες ήταν αντίθετοι στις αποφάσεις της νέας ουγγρικής κυβέρνησης για το «Οικονομικό πακέτο των 29 σημείων», υπογραμμίζοντας ότι τα μέτρα είναι πρόχειρα και δεν υπήρξε η κατάλληλη προετοιμασία.

Το ΔΝΤ δεν συμφώνησε με την απόφαση για την φορολογία των Τραπεζών, ούτε με τις τροπολογίες που ετοιμάζει η κυβέρνηση για την μείωση των τιμών στους τομείς της θέρμανσης και της ενέργειας. Ζήτησε επίσης διαρθρωτικές αλλαγές το συντομότερο δυνατόν στους τομείς του χρηματοοικονομικού συστήματος, της δημόσιας υγείας και των μέσων μαζικής μεταφοράς.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με τη μη αποδοχή από την κυβέρνηση του όρου για μείωση του ελλείμματος στο 3% επί του ΑΕΠ για το 2011, τους υπολογισμούς του ΔΝΤ ότι οι πρόσφατες δηλώσεις του υπαρχηγού του κυβερνώντος κόμματος Ένωση Νεαρών Δημοκρατών, Λάγιος Κόζα, για χρεοκοπία, επιβάρυναν τον προϋπολογισμό κατά 150 δισ. φιορίνια, εμπνέουν σοβαρούς κινδύνους για την ουγγρική αγορά, με τον ουγγρικό Τύπο να κάνει λόγο για «Μαύρη Δευτέρα» με μεγάλη πτώση του ουγγρικού νομίσματος και βουτιά του δείκτη στο Χρηματιστήριο της Βουδαπέστης.

Η διεθνής χρηματοοικονομική κρίση είχε πλήξει από το τελευταίο τρίμηνο του 2008 πολλαπλά την ουγγρική οικονομία, προς σωτηρία της οποίας είχαν προστρέξει στα τέλη της ίδιας χρονιάς διεθνείς οργανισμοί, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, ενώ σειρά μαζικών μέτρων αναγκάσθηκε να λάβει η σοσιαλιστική κυβέρνηση της χώρας.

Για την εκτόνωση αυτής της κρίσης, η οποία κατέστησε αναγκαία την προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο προηγούμενος πρωθυπουργός, ο 41χρονος τεχνοκράτης Γκόρντον Μπαϊνάι, αναλαμβάνοντας πριν ένα χρόνο την κυβέρνηση μειοψηφίας των Σοσιαλιστών, είχε εφαρμόσει ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας.

Μεγάλο μέρος του ακριβού τιμήματος που πλήρωσαν οι Σοσιαλιστές στις πρόσφατες εκλογές, τόσο με την απώλεια της εξουσίας όσο και με τη συντριπτική ήττα τους (το ποσοστό τους, μόλις 19,3%, μειώθηκε στο μισό από εκείνο στις εκλογές του 2006) οφείλεται βέβαια στην εφαρμογή αυτού του προγράμματος που, από την άλλη πλευρά, κατά γενική ομολογία διεθνών αναλυτών, είχε επιτυχία, σώζοντας τη χώρα από μια σίγουρη χρεοκοπία.

Βρισκόμενος αντιμέτωπος με τα δεδομένα αυτά, ο Βίκτορ Ορμπάν θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να αναθεωρήσει αρκετές από τις προεκλογικές υποσχέσεις του, οι οποίες χαρακτηρίζονταν πολλές φορές από αρκετή δόση λαϊκισμού, για τον οποίο ο ίδιος επανειλημμένα στο παρελθόν είχε επικριθεί, όχι μόνον από τους πολιτικούς του αντιπάλους, αλλά και από παρατηρητές τόσο στην Ουγγαρία όσο και στο εξωτερικό.