Η πρόεδρος της Γεωργίας Σαλομέ Ζουραμπισβίλι ανακοίνωσε σήμερα ότι έθεσε βέτο στον αμφιλεγόμενο νόμο περί «ξένων πρακτόρων», που οδήγησε σε μαζικές διαδηλώσεις σε αυτή τη χώρα του Καυκάσου.
«Σήμερα θέτω βέτο (…) στον νόμο που είναι ρωσικός στην ουσία του και που αντιβαίνει στο Σύνταγμά μας», είπε η Ζουραμπισβίλι σε τηλεοπτικό διάγγελμα.
Πρόκειται ωστόσο για ένα συμβολικό βέτο εκ μέρους της φιλοευρωπαίας προέδρου, που είναι σε ανοικτή σύγκρουση με την κυβέρνηση, καθώς το κυβερνών κόμμα «Γεωργιανό όνειρο», το οποίο είχε καταθέσει το νομοσχέδιο, λέει πως έχει αρκετές ψήφους στο κοινοβούλιο ώστε να το ανατρέψει.
Το κείμενο, που εγκρίθηκε την Τρίτη από τη Βουλή, καταγγέλθηκε από τους επικριτές του ότι έχει σκοπό να απομακρύνει τη Γεωργία από την Ευρώπη και να τη σύρει προς τη Ρωσία.
Οδήγησε σε μαζικές διαδηλώσεις εδώ και πάνω από έναν μήνα στη Γεωργία, με χιλιάδες ανθρώπους –κυρίως νέους– να κατεβαίνουν στον δρόμο σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΟΗΕ καταδίκασαν την πρωτοβουλία αυτή της γεωργιανής κυβέρνησης.
Τι προβλέπει ο αμφιλεγόμενος νόμος
Ο νόμος υποχρεώνει τις ΜΚΟ ή ΜΜΕ που λαμβάνουν άνω του 20% της χρηματοδότησής τους από το εξωτερικό να καταγραφούν ως «οργάνωση που επιδιώκει τα συμφέροντα μιας ξένης δύναμης» και να υποβάλλονται σε διοικητικό έλεγχο.
Οι επικριτές του τον αποκαλούν «ρωσικό νόμο» λόγω της ομοιότητάς του με έναν νόμο που ψηφίστηκε στη Ρωσία προκειμένου να καταστείλει κάθε αντίπαλη φωνή.
Η πρόεδρος Ζουραμπισβίλι πρότεινε τροπολογίες στο σχέδιο νόμου προειδοποίησε όμως κατά ενδεχόμενων «τεχνητών διαπραγματεύσεων».
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός Ιρακλί Κομπαχίτζε είπε πως είναι έτοιμος για πιθανές αλλαγές.
Πρώην σοβιετική δημοκρατία, η Γεωργία είναι επίσημη υποψήφια για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τον Δεκέμβριο του 2023 και φιλοδοξεί επίσης να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ.
Πηγή: ΑΠΕ