Ο Πίτερ Οικονομίδης είναι Έλληνας. Έλληνας από τη Νότιο Αφρική. Η δουλειά του στην διαφήμιση τον έχει ταξιδέψει σε κάθε άκρη της Γης: Χονγκ Κονγκ, Αθήνα, Μεξικό, Λονδίνο, Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες και πάλι Αθήνα. Της Μαργαρίτας Τζαγκαράκη Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος Τον συνάντησα λίγες ώρες πριν πετάξει για Λος Άντζελες για μία εκδήλωση του οργανισμού «Make-A-Wish International» του οποίου είναι Πρόεδρος. Ο Πίτερ Οικονομίδης αγαπάει την Ελλάδα, γι’ αυτό κι επέλεξε την Ελλάδα για μόνιμη κατοικία του. Αγαπάει τη δουλειά του, τη διαφήμιση, και ειδικότερα το brand strategy (συμβουλευτική επιχειρήσεων) και το branding, κάτι που κάνει μέσω της εταιρείας του Felix BNI. Ο Έλληνας του Στιβ Τζομπς συνάντησε για πρώτη φορά τον συνιδρυτή της Apple τον Αύγουστο του 1997 στα γραφεία της εταιρείας στην Καλιφόρνια. Η εταιρία δεν πήγαινε καλά και ο ιδιοφυής Τζομπς είχε επιστρέψει για να την σώσει. Ο Έλληνας από τη Νότια Αφρική με την καμπάνια με τίτλο «Apple: Think different», στην οποία εργάστηκε από την πρώτη στιγμή, με πρωταγωνιστές στο περίφημο σποτ από τον Αϊνστάιν και τη Μαρία Κάλλας μέχρι τον Τζον Λένον και τον Τσάρλι Τσάπλιν, τα κατάφερε. Ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από την πρώτη ελληνική διαφήμιση που βραβεύθηκε στις Κάνες (για το Campari), που επινόησε για λογαριασμό του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού το Ελλάδα – «Εκλεκτή των θεών» («Chosen by the gods»), και επανεφηύρε για τον καφέ Λουμίδη το μότο «Έκαστος στο είδος του», έστησε μία καμπάνια «Δώστε μία ευκαιρία στην Ελλάδα» (Give Greece a Chance), στηριγμένη σε στοιχεία και αριθμούς σχετικά με την προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, ζητώντας χρόνο και συμπάθεια απέναντι σε μία χώρα που δοκιμάζεται και μάλιστα σκληρά. «Δεν υπήρξε ποτέ καλύτερη στιγμή για να είσαι Έλληνας» λέει και ξαναλέει ο Πίτερ Οικονομίδης και έχει ενδιαφέρον να μάθουμε τι ακριβώς εννοεί… – Θα ήθελα να ξεκινήσουμε από την πιο απλή ερώτηση που σίγουρα έχει περάσει από το μυαλό του καθένα. Γίνεται η Ελλάδα να τα καταφέρει; «Λοιπόν είναι μία μικρή ερώτηση αλλά σηκώνει πολλή κουβέντα. Θα ξεκινήσω λέγοντας πως κατά την άποψή μου δεν έχει υπάρξει καλύτερη στιγμή για να είσαι Έλληνας. Το είπα αυτό πριν από περίπου ένα χρόνο, ένας δημοσιογράφος το διάβασε κάπου και αντέδρασε πάρα πολύ άγρια. Και μου λέει: “Ο κ. Οικονομίδης να φύγει από τον πύργο στη Νέα Υόρκη και να έρθει να ζήσει στην Ελλάδα και να μας το πει αυτό”. Και του απάντησα: “Ζω εδώ. Το βλέπω μπροστά μου”. Να σας εξηγήσω τι εννοώ με αυτό. Καταρχάς πέρυσι τον Οκτώβριο το περιοδικό Condé Nast Traveler που θεωρείται το καλύτερο στον κλάδο του έκανε ένα δημοψήφισμα για τους αναγνώστες του και βγήκε η Ελλάδα πρώτη. Δεύτερη η Ιταλία, τρίτη η Νότια Αφρική, τέταρτη η Αμερική. Είναι γεγονός πως σαν χώρα είμαστε πολύ αγαπητοί στον κόσμο. Αυτό ισχύει. Και υπάρχει λόγος. Δες έξω τον ήλιο, δες τι έχουμε εδώ αλλά είναι και τα αρχαία, η κουλτούρα μας, το φαγητό μας και βέβαια οι Έλληνες, ας μην το ξεχνάμε αυτό. Και φαντάζεσαι όλα αυτά που λέμε όταν μιλάμε για θάλασσα…τις εικόνες, τις Κυκλάδες, αρχιτεκτονική, αυτό είναι ένα πολύ ελκυστικό πράγμα. Αλλά αυτά δεν είναι καρτ ποστάλ. Πίσω από όλα αυτά κρύβεται και το ήθος που έχουμε σαν λαός. Αυτό είναι το πιο ελκυστικό πράγμα από όλα. Είναι οι Έλληνες. Αυτό είναι το περιβάλλον μας αλλά είμαστε κι εμείς κομμάτι του. Θα σου εξηγήσω. Κάποιος δημοσιογράφος Γερμανός με ρώτησε μία μέρα: “Οι Έλληνες είναι Ευρωπαίοι;” Κι εγώ έπαθα πλάκα. “Τι με ρωτάει αυτός ο τύπος;” Και κατάλαβα πως αυτό που με ρώτησε είναι: “οι Έλληνες έχουν θέση στη σύγχρονη Ευρώπη; Τι προσφέρουν οι Έλληνες σήμερα στον κόσμο;” Και το σκέφτηκα αρκετά. Και είπα: Δεν θα γίνουμε ποτέ καλοί Γερμανοί. Ξέχνα το! Αλλά μπορούμε να γίνουμε εξαιρετικοί Έλληνες. Κατά την άποψη μου αυτή η κρίση δεν είναι οικονομική κρίση, είναι κάτι άλλο. Είναι κοινωνική κρίση, είναι κρίση αυτοπεποίθησης, είναι κρίση ταυτότητας, είναι κρίση του να είσαι αυτός που είσαι και να μην προσπαθείς να γίνεις κάτι άλλο, να μην το πιέζεις να γίνεις κάτι άλλο. Δεν θα γίνουμε καλοί Γερμανοί. Δεν υπάρχει περίπτωση. Δεν το έχουμε μέσα μας. Έχουμε κάτι άλλο που είναι πολύτιμο και είναι πολύ σπάνιο πράγμα: φιλότιμο, φιλοξενία, αγάπη για τη ζωή. Εμείς νιώθουμε αυτά τα πράγματα. Ο κόσμος ολόκληρος τα έχει ανάγκη. Ζούμε σε ένα κόσμο που λειτουργεί πολύ με την λογική αλλά εμείς έχουμε και κάτι άλλο πιο σπουδαίο: μία τρέλα, την αγάπη για τη ζωή. Είμαστε ανθρώπινοι σε ό,τι κάνουμε. Έτσι είμαστε. Ας κρατήσουμε αυτό. Και αν το βάλουμε αυτό μαζί με την τεχνογνωσία, θα κάνουμε σπουδαία πράγματα. Θα σας πω ένα παράδειγμα. Πήγα πρόσφατα σε ένα χωριό έξω από τη Θεσσαλονίκη σε ένα συνέδριο με θέμα τους ανελκυστήρες κι έπαθα πλάκα με μία ελληνική εταιρία. Εάν έβλεπες μόνο πώς δουλεύουν; Όλοι μαζί, δεμένοι σαν ομάδα. Πήγα μετά στο πάρτι που είχαν. Μετά τις ομιλίες κλπ άρχισαν να χορεύουν ποντιακά και ζεϊμπέκικα. Και λέω αυτή είναι εταιρεία με ανελκυστήρες; Ναι! Ελληνική. Σαφέστατα υπάρχουν κι άλλοι τομείς. Το φαγητό, τα τρόφιμα. Ο κόσμος ξέρει και γνωρίζει τι σημαίνει μεσογειακή διατροφή. Αυτό είναι το πιο μεγάλο trend στην Αμερική. Εμείς είμαστε παρόντες; Όχι. Θα πας σε ένα σουπερμάρκετ στην Αμερική, θα δεις γιαούρτια. Το 52% από τη γαλακτοβιομηχανία γιαουρτιών είναι Greek Yogurt, μία μάρκα είναι ελληνική: ΦΑΓΕ. Τα υπόλοιπα είναι Nestle, Danon… Μία είναι ελληνική. Ο κόσμος ολόκληρος θέλει αυτό που έχουμε. Εμείς δεν το γνωρίζουμε αρκετά».
«Χάσαμε το πάθος μας για μία Prada»
– Τι ήταν αυτό που πήγε τόσο λάθος με την Ελλάδα; «Θα σου πω τι νομίζω εγώ. Εχθές το βράδυ μίλησα για αυτό. Δούλεψα στην Ελλάδα στο παρελθόν, έφυγα από εδώ το 1992 και πήγα στο Μεξικό. Άφησα πίσω μου μία Ελλάδα έτοιμη να μπει στην Ευρώπη. Θέλαμε πολύ να αφήσουμε λίγο πίσω μας την ανατολική μας πλευρά και να γυρνάμε προς Ευρώπη. Γύρισα το 1999 και είδα μία άλλη χώρα. Με Μερσεντές παντού και Πόρσε, ξαφνικά άλλο πράγμα Prada, Gucci…». – Ανεβήκαμε… «Ανεβήκαμε. Γυρίσαμε την πλάτη μας σε αυτό που είμαστε. Μετά ήρθε η Ολυμπιάδα του 2004. Και θυμάμαι εδώ αυτές τις μέρες, ήταν απίστευτο. Είχαμε και το Euro, απίστευτη χρόνια. Φτιάξαμε για την Ελλάδα το International Broadcasting Center (Διεθνές Ραδιοτηλεοπτικό Κέντρο). Ήταν τότε το πιο σύγχρονο κέντρο για την ραδιοτηλεοπτική κάλυψη γεγονότων στον κόσμο. Τι έγινε αυτό; Εμπορικό κέντρο. Χάσαμε όλο αυτό το πράγμα για να δημιουργήσουμε ένα εμπορικό κέντρο; Να πάμε να ψωνίσουμε. Αυτό είναι το πρόβλημα. Αυτό που θέλαμε ήταν να καταναλώσουμε. Και ξαφνικά βρεθήκαμε χωρίς λεφτά. Ζήσαμε τόσο καλά τότε και ξαφνικά… μιζέρια. Το χάσαμε εκεί, εντελώς. Χάσαμε την έννοια του «είμαι Έλληνας». Θυμάμαι εδώ όταν πρωτοήρθα είπα “Πω πω Σαντορίνη, φανταστικό μέρος” ξέρεις τι μου είπαν: “Γραφικό είναι”. Σιγά… Όλος ο κόσμος θα ήθελε αυτό το μέρος και για εμάς ήταν γραφικό. Αμερικανάκι είσαι μου έλεγαν». – Σε τι πιστεύετε ότι θα μπορούσε κάποιος να επενδύσει στην Ελλάδα; «Κοίτα, είναι γεγονός ότι κάποιος που έρχεται εδώ λέει: “Nice place to visit but I wouldn’t want to invest” (Ωραίο μέρος να επισκεφθείς αλλά δεν θα επένδυα εδώ). Αλλά αν δούμε την “αφήγηση” πίσω από το καρτ ποστάλ που βλέπει ο άλλος θα βρει λόγους να επενδύσει εδώ. Παράδειγμα ο καθένας που έρχεται εδώ κι έχει σχέση με τη θάλασσα ονειρεύεται να πάει να κάνει ιστιοπλοΐα στο Αιγαίο. Δεν σκέφτεται τις ευκαιρίες που έχει να επενδύσει σε μαρίνες. Το μυαλό του δεν πάει εκεί, πάει στις διακοπές. Πρέπει εμείς να κατευθύνουμε την αφήγηση προς τα εκεί. Δεν το κάνουμε αυτό. Δεν προμοτάρουμε τον εαυτό μας πέρα από το old time classic, που είναι η Ελλάδα». – Γιατί; Δεν υπάρχουν οι άνθρωποι να το κάνουν αυτό; Δεν ξέρουμε ή δεν θέλουμε; «Νομίζω πως εδώ φταίει και κάτι άλλο. Είμαστε σαν λαός ο καθένας για τον εαυτό του. Δεν είμαστε ομαδικοί. Και για να μπούμε όλοι στην ίδια αφήγηση είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Και βλέπω ότι πέρα από τον τουρισμό, που όλοι γνωρίζουμε ότι είναι πολύ σημαντικό προϊόν για την Ελλάδα, δεν προμοτάρουμε τον εαυτό μας με τον σωστό τρόπο κατά την άποψή μου. Το old time classic δεν είναι κάτι που μαγνητίζει αυτόν που θέλει να κάνει δουλειά εδώ. Το old time classic “μιλάει” σε αυτόν που θέλει να κάνει διακοπές εδώ. Δεν λέω ότι είναι κακό προς Θεού. Αλλά υπάρχουν τόσα άλλα. Οι Ιρλανδοί για παράδειγμα. Εκεί έπαθα πλάκα πάλι. Ήταν σε κρίση χειρότερη από την Ελλάδα πριν μερικά χρόνια. Όλος αυτός ο λαός δουλεύει μαζί σαν ομάδα. Π.χ. εάν εσύ σαν πολίτης, παρουσιάσεις, κάνεις συστάσεις για κάποιον που ανοίγει εταιρεία στην Ιρλανδία, παίρνεις ένα ποσό. Δουλεύουν όλοι μαζί. Το φαντάζεσαι αυτό να γίνει εδώ; Και κάτι άλλο φταίει νομίζω: Έχουμε μία τάση να λέμε ότι δεν φταίμε εμείς, φταίει ο άλλος. Δεύτερον κάποιος άλλος θα μας σώσει όχι εμείς. Και το χειρότερο είναι που λέμε: “ο Θεός βοηθός”. Τι να βοηθήσει ο Θεός; Εμείς πρέπει να το κάνουμε». – Μήπως μας αρέσει να κλαίμε με τα χάλια μας; «Όταν βλέπουμε τα χάλια μας γύρω μας λέμε “Δεν γίνεται, δεν γίνεται να κάνω κάτι”. Και φεύγουμε. Αυτό το “δεν γίνεται” μας σκοτώνει. Δεν υπάρχει το δεν γίνεται, συγγνώμη πάρα πολύ. Καλά η πίτα έχει μικρύνει στην Ελλάδα, αλλά είναι αρκετά μεγάλη ανά άτομο αν το σκεφτείς. Κι αν θες να κάνεις κάτι να το κάνεις». Και να πάμε στα εύκολα. Ελληνικά φαγητά! Αυτό είναι το εύκολο, που μπορεί να γίνει εδώ. Δηλαδή. Θα σου πω μία ιστορία. Πήγα σε ένα εστιατόριο εδώ κοντά ένα βράδυ και μου λέει ο παρκαδόρος “Κύριε Οικονομίδη θέλω να σας δω”. Του έδωσα μία κάρτα. Έρχεται σπίτι μου μετά από δύο μέρες με κάποια μπουκάλια λάδι. Του λέω “τι κάνεις με αυτά”; Μου λέει “η γιαγιά τα πουλάει 2 ευρώ στους Ιταλούς το λίτρο εγώ λέω πως μπορώ να κάνω κάτι καλύτερο”. Του λέω “φτιάξε το μπουκάλι σου λίγο δεν κάνει όπως είναι”. Τον είδα πριν μερικούς μήνες. Έχει στείλει δέκα παλέτες λάδι στην Αμερική. Δέκα παλέτες είναι 500.000 ευρώ. Του λέω ακόμα δουλεύεις εδώ ως παρκαδόρος; Μου λέει μέχρι να στρώσει η δουλειά. Αυτός δε λέει “δε γίνεται”, αυτός πήγε και το έκανε. Πόσες τέτοιες ιστορίες μπορούν να γίνουν εδώ; Πολλές!» – Όλα ξεκινούν από εμάς… «Από εμάς. Από τον καθένα ξεχωριστά. Ας μην περιμένουμε να φτιαχτεί το περιβάλλον να φτιαχτεί η κυβέρνηση, να φτιαχτεί το ένα το άλλο, όχι! Μπορούμε, μπορούμε. Αρκεί να έχεις όραμα, αισιοδοξία και να γνωρίζεις ότι αυτό δεν θα γίνει αύριο και με τη μία. Θέλει δουλειά, που σημαίνει ότι θέλει και πάθος». – Σας έχουν κατηγορήσει ποτέ ότι όλα αυτά που λέτε είναι πολύ θεωρητικά και ότι δεν μένετε συνέχεια στην Ελλάδα; «Ορισμένοι ναι. Αλλά δεν με νοιάζει αυτό. Όμως έχω επηρεάσει τη ζωή αρκετών Ελλήνων κι αυτό μου δίνει μία ικανοποίηση. Δεν περιμένω από όλους να πουν ότι έχω δίκιο, σε καμία περίπτωση». – Για τους νέους που φεύγουν; «Κοίτα αυτό για μένα είναι πάντα δίλημμα. Μιλάω με πολλούς νέους, μου αρέσει να μιλάω μαζί τους. Θυμάμαι κάποιος με ρώτησε: “Σκέφτομαι να φύγω να το κάνω;”. Τι να του πω. Του είπα “αν νιώθεις πως αυτό πρέπει να κάνεις, καντο, κάντο”. Θυμάμαι μία φορά που μίλησα στο Πανεπιστήμιο στην Αθήνα για τρεις ώρες σε μια μεγάλη διάλεξη που έδωσα. Μετά από αυτό μια κοπέλα, γύρω στα 23-24, μου είπε: “Πριν 3 ώρες είχα πάρει απόφαση να φύγω από την Ελλάδα. Τώρα έχω αλλάξει γνώμη. Θα μείνω”». – Ενώ δεν μεγαλώσατε εδώ, έρχεστε συχνά… «Ζω εδώ. Αυτό είναι το σπίτι μου δεν έχω άλλο». Η κουβέντα τελειώνει αλλά εκείνος θέλει για ακόμη μια φορά να τονίσει ότι η αδράνεια και η ηττοπάθεια που μας έχει καταβάλει εν καιρώ κρίσης είναι ο μεγάλος μας εχθρός. «Θέλω να πω και πάλι κάτι: Ας μην ξεχνάμε και ίσως πρέπει να ξαναανακαλύψουμε αυτό που είμαστε. Να είσαι Έλληνας σημαίνει ότι καταλαβαίνεις την ανθρώπινη αξία. Έχουμε λέξεις στη γλώσσα μας που εκφράζουν μία κουλτούρα απίστευτα ανθρωποκεντρική. Και δεν πρέπει να γυρνάμε την πλάτη μας σε αυτό. Πρέπει να το πάρουμε και να το αξιοποιήσουμε, σαν ένα κομμάτι από το DNA μας, είναι το ήθος μας. Το ξαναλέω δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή για να είσαι Έλληνας, αλλά είναι η στιγμή για να είσαι Έλληνας. Να γνωρίζεις αυτό που είσαι και να το χρησιμοποιείς, να μην γυρνάς την πλάτη σου σε αυτό». – Ποτέ δεν είναι αργά… «Πρέπει να μάθεις αυτό που πρέπει να μάθεις. Ο χρόνος δεν περνάει πιο γρήγορα. Κανείς άλλος δεν θα μας βγάλει από την κρίση. Μην περιμένουμε από κανέναν. Δεν υπάρχει περίπτωση. Είναι στα χέρια μας και μόνο στα χέρια μας». Δείτε όλα τα θέματα του Weekend