«Τι βλέπεις μπροστά σου;» ρωτάω σχεδόν αυθόρμητα στη διάρκεια της συνέντευξης… «Μπροστά. Βλέπω μόνο μπροστά! Δεν γυρίζω το κεφάλι πίσω. Είναι σαν να μη θέλει να γυρίσει. Στέκεται σκαλωμένο πεισματικά στα μισά της περιστροφής», λέει ο Ιμπραήμ. Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος Καθόμαστε αντικριστά στον περίβολο του Ολυμπιακού Κολυμβητηρίου στο Γουδί. Ο Ιμπραήμ Αλ Χουσεΐν είναι ο ένας από τους δύο πρόσφυγες αθλητές, που ταξιδεύουν με την ελληνική παραολυμπιακή ομάδα στους αγώνες του Ρίο.
Μία βόμβα τού στέρησε το δεξί πόδι
Στην Ελλάδα ήρθε το 2014. Είχε χάσει το δεξί του πόδι σχεδόν από τα μισά της κνήμης και κάτω. Το αριστερό εμφανίζει ακαμψία και αδυνατεί να το κινήσει φυσιολογικά.
Ο πατέρας – προπονητής και η πρώτη βουτιά
Ο Ιμπραήμ μπήκε στον αθλητισμό σε ηλικία έξι ετών με την παρότρυνση του πατέρα του, ο οποίος ανέλαβε να τον προπονεί. Γεννήθηκε στο Deir-ez-Zor κι από μικρός συνήθιζε να βουτάει στις όχθες του Ευφράτη. Βατήρας η κρεμαστή γέφυρα της πόλης. Ο πατέρας του προπονούσε όχι εκείνον, αλλά και αρκετά από τα 13 αδέρφια του. Ωστόσο η εισβολή του πολέμου διατάραξε βάναυσα τους ρυθμούς ζωής της οικογένειας. «Φέρνω με νοσταλγία στο μυαλό μου τη στιγμή που ο πατέρας μου με φώναξε να πάω μια μέρα μαζί του. Δεν μου είπε πού. Υποσχέθηκε μόνο ότι θα πηγαίναμε κάπου ωραία. Όπως συνηθίζουν να δελεάζουν οι μεγάλοι ένα μικρό παιδί. Ήταν 22 χρόνια πριν. Φύγαμε με τα πόδια από το σπίτι και καταλήξαμε στο κολυμβητήριο της πόλης. Μόλις βούτηξα κατάλαβα αμέσως την σχέση που θα αποκτούσα με το νερό. Με τον καιρό άρχισα να συμμετέχω σε αγώνες. Ονειρευόμουν τη μέρα που θα βουτούσα σε πισίνα Ολυμπιακών Αγώνων. Το ένα όνειρο πραγματοποιήθηκε. Απομένει το άλλο. Ένα από τα μετάλλια κρεμασμένο στο λαιμό».