Τρεις άνθρωποι έκαναν, όπως λέγεται, το Μαρακανά να βουβαθεί: ο Φρανκ Σινάτρα, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ και ο Αλσίντες Γκίτζια, ο άνθρωπος που πέτυχε πριν από 64 χρόνια το νικητήριο γκολ στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας, αφήνοντας τον κόσμο με το στόμα ανοιχτό.
Και βέβαια ο ίδιος δεν θα μπορούσε να μη θυμάται καθαρότατα τη σκηνή που άφησε χωρίς λαλιά 200.000 περίπου βραζιλιάνους οπαδούς στο νεόδμητο Μαρακανά, ειδικά χτισμένο για το Μουντιάλ του 1950, που φιλοξενήθηκε στη χώρα του καφέ.
«Επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Το πλήθος ήταν παγωμένο και ακίνητο. Ήταν λες και δεν έπαιρναν καν ανάσα»! Ο 87χρονος σήμερα Αλσίντες Γκίτζια χάλασε τη γιορτή των Βραζιλιάνων την τελευταία μάλιστα φορά που διοργανώθηκε Παγκόσμιο Κύπελλο στα εδάφη τους, πριν από το φετινό δηλαδή, αρνούμενος στη Σελεσάο το βαρύτιμο τρόπαιο Jules Rimet.
Τι κι αν ο 23χρονος Γκίτζια φόρεσε τη φανέλα της Σελέστε μόλις 4 μήνες πριν από το μοιραίο Μουντιάλ του ’50; Αυτό δεν θα του στερούσε καθόλου τη δυνατότητα να φέρει σε πέρας έναν από τους κορυφαίους άθλους της μουντιαλικής ιστορίας, που στο εσωτερικό της Ουρουγουάης θα έμενε γνωστός ως «El Maracanazo».
Αυτό τον όρο χρησιμοποιούν οι Ουρουγουανοί για να περιγράψουν την εκκωφαντική νίκη κατά της διοργανώτριας Βραζιλίας στο Μουντιάλ του 1950 μέσα στο ολοκαίνουριο σπίτι της, το Μαρακανά. Λόγω του συστήματος διεξαγωγής του τουρνουά μάλιστα, η Βραζιλία θα κατακτούσε την κούπα ακόμα και με ισοπαλία, έτσι και το 1-0 υπέρ της φάνταζε ένα ιδιαίτερα καλό σκορ, αν και οι Ουρουγουανοί θα τους χαλούσαν σύντομα το πάρτι!
Ο Γκίτζια, το «Φάντασμα», όπως τον ονόμασαν οι βραζιλιάνοι οπαδοί για να χαρακτηρίσουν τις μουντιαλικές ημέρες του 1950, ήταν μέλος της μεγάλης και ταλαντούχας Σελέστε των Odbulio Varela, Roque Maspoli και Juan Schiaffino, αν και το πιο λαμπρό αστέρι της Σελέστε ήταν πράγματι το «El Fantasma».
Κάτι που παραδέχονταν εξάλλου όλοι στην ομάδα: όταν η εφημερίδα «El Observadoronce» ρώτησε τον Schiaffino ποιος ήταν ο καθοριστικός παράγοντας για τον θρίαμβο κατά της Βραζιλίας, εκείνος απάντησε χωρίς δισταγμό: «Ο Γκίτζια»! Κι αυτό γιατί το «El Fantasma» έπαιξε και στους 4 αγώνες που έδωσε η Ουρουγουάη σε εκείνο το Μουντιάλ, σκοράροντας μάλιστα σε καθέναν από αυτούς!
Στον τελικό λοιπόν που ουκ ολίγοι βραζιλιάνοι αθλητικογράφοι αποκάλεσαν «Χιροσίμα της Βραζιλίας» και εθνική τραγωδία, ο Αλσίντες Γκίτζια μπήκε στα αποδυτήρια του ημιχρόνου απογοητευμένος με τις ψηλές μπαλιές που έπαιζε η ομάδα του. «Πες στον Julio Perez να μου δίνει την μπάλα στα πόδια», είπε ο Γκίτζια στον Juan Lopez, με τον ομοσπονδιακό προπονητή να συμφωνεί απρόθυμα.
Και ήταν μια τέτοια πάσα ακριβείας που θα έφερνε τον Schiaffino σε θέση βολής για την ισοφάριση, ενώ με την μπάλα κάτω θα ερχόταν και το δεύτερο γκολ, αυτό του Γκίτζια που πάγωσε το αίμα στους 200.000 σχεδόν Βραζιλιάνους του Μαρακανά! Και βέβαια πίσω στην Ουρουγουάη, χιλιάδες νεογέννητα που θα έρχονταν στον κόσμο τους επόμενους μήνες θα έπαιρναν το όνομα του εθνικού ήρωα Αλσίντες!
Ο θρύλος μάλιστα θέλει ότι μετά το δεύτερο γκολ κατά της Βραζιλίας, ο προπονητής Lopez ζήτησε από το δαιμόνιο εξτρέμ του να παίξει άμυνα πια και να ξεχάσει την επίθεση, μόνο και μόνο για να δει βέβαια τις οδηγίες του να παρακούονται: «Αυτός ο τρελός ήθελε και τρίτο γκολ!».
Κι έτσι ο πιτσιρικάς Γκίτζια που μεγάλωσε ακούγοντας ιστορίες για την κατάκτηση της πρώτης παγκόσμιας κούπας από τη Σελέστε, έκανε ό,τι πέρασε από το χέρι του για να επαναληφθεί ο άθλος, που αυτή τη φορά θα ονομαζόταν «Χτύπημα στο Μαρακανά» ή απλά «Maracanazo»…