Το απόγευμα της Τετάρτης 15 Ιουνίου, στο κέντρο της Αθήνας, η 3οχρονη Άννα Τρυανταφύλλου περπατά στον πεζόδρομο του Ζαππείου μαζί με την αδερφή της. Οι δύο κοπέλες συμμετείχαν στις διαμαρτυρίες των «Αγανακτισμένων» στην πλατεία Συντάγματος, οι οποίοι όμως εκτοπίστηκαν από τα σοβαρά επεισόδια και την ευρεία χρήση των δακρυγόνων.
Έφθασαν στο ύψος της Αγγλικανικής Εκκλησίας γιατί, όπως λένε, δεν ήθελαν να βρεθούν στα «διασταυρούμενα πυρά» μεταξύ κουκουλοφόρων και αστυνομικών των ΜΑΤ: «Ήμασταν ακριβώς κάτω από την Αγγλικανική Εκκλησία στο Ζάππειο, ακούσαμε κάτι στο δρόμο και σηκωθήκαμε με την αδερφή μου να δούμε τι γίνεται. Καθόμασταν σταθερά σε ένα σημείο, δεν δίναμε δικαίωμα σε κανέναν και ξαφνικά, βλέπουμε τέσσερις ή πέντε μοτοσυκλέτες να έρχονται πολύ γρήγορα προς το μέρος μας», περιγράφει στην «Real News» η Α.Τρυανταφύλλου και συνεχίζει: «Μια από τις μοτοσικλέτες είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα και δεν προλάβαμε να αντιδράσουμε. Περνώντας από δίπλα μου, ο οδηγός της μοτοσυκλέτας με κλότσησε δυνατά στο γόνατο. Ένιωσα οξύ πόνο και βρέθηκα στο έδαφος».
Η περιγραφή της 31χρονης λογίστριας, η οποία εδώ και ενάμιση μήνα δεν μπορεί να εργαστεί εξαιτίας της σοβαρότητας του τραυματισμού της, συγκλονίζει. «Το γόνατο μου έσπασε και εγώ κατέληξα με 6 βίδες και 3 λάμες», καταγγέλλει η Α.Τριανταφύλλου, που ακόμα θυμάται τον αστυνομικό να εξαφανίζεται αναπτύσσοντας ταχύτητα.
Από το δρόμο τη μάζεψε κυριολεκτικά ένας δημοσιογράφος και τη μετέφερε σε ένα σημείο όπου θα μπορούσε να έχει πρόσβαση το ασθενοφόρο. Όταν έφτασε στον «Ερυθρό Σταυρό», οι γιατροί προχώρησαν σε ακτινογραφία και η διάγνωση ήταν κάταγμα κνήμης ακριβώς κάτω από το γόνατο. Απομένει ακόμα ένα κρίσιμο χειρουργείο και αναρωτιέται πόσο θα αλλάξει τη ζωή της αυτή η πολύ δυσάρεστη περιπέτεια από την αδικαιολόγητη επίθεση του αστυνομικού.