«Τώρα όλα αυτά βέβαια ανήκουν στο παρελθόν, και την παλιά μου ζωή τη θυμάμαι σαν ένα κακό όνειρο που όταν θα το ιδείς τινάζεσαι από το κρεβάτι σου. Έτσι περίπου τινάζομαι όταν αναπολώ την περασμένη μου ζωή και θυμηθώ τις κακές στιγμές της. Τώρα πια η ζωή μου είναι στρωμένη», έλεγε ο «πατριάρχης» του ρεμπέτικου στην αυτοβιογραφία του, εννοώντας προφανώς τα δύσκολα χρόνια που πέρασε ως ρεμπέτης. Πάντοτε επίκαιρος, αφού τα τραγούδια του αποτύπωναν τα βάσανα της φτώχειας, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την απελπισία και τον αγώνα των ανθρώπων για αξιοπρεπή ζωή, ο Μάρκος Βαμβακάρης μιλά με τους στίχους και τη μουσική του κατευθείαν στην ελληνική ψυχή μας όσα χρόνια κι αν περάσουν. Ως ακρογωνιαίος λίθος της λαϊκής μας μουσικής, ο Βαμβακάρης συνόψισε με τη ζωή και τη δουλειά του όλη την ιδιαιτερότητα των ρεμπετών αλλά και την ιδιόρρυθμη σχέση τους με την κοινωνία, στρώνοντας στην πορεία το χαλί της λαϊκής μας μουσικής. Ο κορυφαίος ίσως συνθέτης του ρεμπέτικου τραγουδιού ήταν ένας μάγκας, ένας ρεμπέτης με τα όλα του, προλειαίνοντας το έδαφος για να πατήσει πάνω του όλο το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι… Πρώτα χρόνια
Επιτυχίες
Εδώ αρχίζουν οι πρώτες δισκογραφικές περιπέτειές του: βλέποντας η Columbia τις επιτυχίες του Μάρκου, τον καλεί πίσω, καθώς ήταν δεμένος με συμβόλαιο. Χαρακτηριστικό είναι ότι η μεγάλη επιτυχία της εποχής, η «Φραγκοσυριανή» (1935), ηχογραφήθηκε για λογαριασμό της Columbia (όπως και 24 ακόμα κομμάτια), ενώ όταν τηρήθηκαν οι ρήτρες του συμβολαίου του, έφυγε αμέσως για την Odeon, με την οποία συνδέεται εξάλλου ο κύριος όγκος του έργου του.
Είχε ήδη προηγηθεί βέβαια (καλοκαίρι του 1934) η σύσταση της πρώτης ρεμπέτικης κομπανίας, της ξακουστής «Τετράς του Πειραιώς»! Βαμβακάρης, Μπάτης, Παγιουμτζής και Δελιάς σχηματίζουν το περίφημο ρεμπέτικο κουαρτέτο και γράφουν κυριολεκτικά μουσική ιστορία. Αυτό θα δώσει το έναυσμα για τη δημιουργία κι άλλων κομπανιών με κύρια όργανα το μπουζούκι και τον μπαγλαμά και σύντομα οι «μπουζουκομπαγλαμάδες» θα κατακλύσουν τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Στα τέλη της δεκαετίας του ’30, ο Μάρκος είναι ο σημαντικότερος και ο εμπορικότερος δημιουργός και τραγουδιστής της ελληνικής δισκογραφίας!
Ενδεικτικό του ονόματός του και της φήμης του ήταν η συναυλία που έδωσε στη Θεσσαλονίκη το 1937 και την παρακολούθησαν όχι λιγότεροι από 50.000 κόσμου! Το 1941 ανεβαίνει για δεύτερη φορά τα σκαλιά της εκκλησίας, με την Ευαγγελία αυτή τη φορά, η οποία του χάρισε 5 παιδιά, από τα οποία έζησαν ωστόσο μόνο τα τρία (Στέλιος, Δομένικος και Βασίλης), με τον Στέλιο και τον Δομένικο να ακολουθούν τα χνάρια του Μάρκου στο ρεμπέτικο και το λαϊκό πεντάγραμμο. Τη δεύτερη σύζυγό του την παντρεύτηκε μάλιστα με ορθόδοξο γάμο, γι’ αυτό και αφορίστηκε από την καθολική εκκλησία. Η κοινωνία των καθολικών του δόθηκε και πάλι μόλις το 1966… Ταπείνωση και επαιτεία
Επιστρέφοντας, ο Μάρκος βρήκε τα πράγματα πολύ χειρότερα απ’ όσο τα είχε αφήσει. Ο κόσμος υπέφερε από τη φτώχεια και μέσα σε αυτούς και ο βάρδος του ρεμπέτικου, τον οποίο φαινόταν να είχε ξεχάσει η πλάση. Μία ήταν η λύση για να συντηρήσει τη φαμίλια του, παρά την ντροπή και το όνειδος που έφεραν στον μεγάλο δημιουργό: η λεγόμενη «σφουγγάρα», το πιατάκι που έβγαζαν οι μουσικοί στις ταβέρνες για να ρίξουν τα κέρματα οι θαμώνες. Στην περίπτωση του Βαμβακάρη, το πιατάκι το κρατούσε ο πεντάχρονος τότε γιος του. Ο ίδιος ο ρεμπέτης δεν άντεχε αυτό τον εξευτελισμό, δεν είχε όμως άλλη λύση: ήθελε μεν, αλλά δεν μπορούσε να αποφύγει τη ζητιανιά.
Οι περισσότεροι συνεργάτες του Μάρκου είχαν ήδη πεθάνει και μετά το 1955 η πλειονότητα των καλλιτεχνών που ο ίδιος είχε αναδείξει αρνήθηκαν να συνεργαστούν μαζί του, όπως επίσης και οι δισκογραφικές εταιρίες. Την όλα κατάσταση επιβάρυνε όπως είπαμε η αρθρίτιδα στα δάχτυλα, την οποία ξεπέρασε ωστόσο στα ιαματικά λουτρά της Ικαρίας… Αποκατάσταση και τελευταία χρόνια
«Τώρα όλα αυτά βέβαια ανήκουν στο παρελθόν, και την παλιά μου ζωή τη θυμάμαι σαν ένα κακό όνειρο που όταν θα το ιδείς τινάζεσαι από το κρεβάτι σου. Έτσι περίπου τινάζομαι όταν αναπολώ την περασμένη μου ζωή και θυμηθώ τις κακές στιγμές της. Tώρα πια η ζωή μου είναι στρωμένη. Zω ήσυχος, οικογενειάρχης, με καλή και αγαπημένη γυναίκα και τα τρία μου αγόρια. O θεός να μας τα χαρίζει. Tα παιδιά μου τα λατρεύω κυριολεκτικά και τα σπουδάζω και τα τρία για να ζήσουν μεθαύριο άνθρωποι ηθικοί και χρήσιμοι στην κοινωνία, για να τα βλέπω και να τα καμαρώνω και να χαίρομαι. Θέλω να είμαι περήφανος για τα παιδιά μου, έστω και αν εγώ δεν μπόρεσα να κάνω τους γονείς μου περήφανους για μένα. Aφού λοιπόν δεν μπόρεσα να κάνω τους γονείς μου να υπερηφανεύονται για μένα, ας κάνω το καθήκον μου σαν πατέρας»…
Ο Μάρκος Βαμβακάρης έσβησε σαν το κεράκι στις 8 Φεβρουαρίου 1972 από νεφρική ανεπάρκεια που προκάλεσε ο σακχαρώδης διαβήτης που έπασχε, αφήνοντας πίσω του ανεκτίμητη μουσική κληρονομιά. Αφήνοντας τις μουσικές του συνεισφορές κατά μέρος, μιας και αυτά ανήκουν στην ιστορία πια της ελληνικής μουσικής, ο «πατριάρχης» του ρεμπέτικου και πρόδρομος του λαϊκού μας τραγουδιού ήταν ο κύριος υπεύθυνος που το μπουζούκι αλλά και η δύσκολη καθημερινότητα του απλού ανθρώπου της εποχής πέρασε στη δισκογραφία και τα στόματα όλων… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr