Το «Πόντιακ» θυμίζει ακόμα και σήμερα τη δημοφιλή άλλοτε μάρκα αυτοκινήτων της General Motors. Κι όμως, πίσω από το όνομα της αυτοκινητοβιομηχανίας κρυβόταν η τραγική ιστορία ενός Ινδιάνου της φυλής Οτάβα που αντιτάχθηκε στον βρετανικό ιμπεριαλισμό στα προγονικά του εδάφη, τις Μεγάλες Λίμνες στα σύνορα Καναδά και ΗΠΑ, εγκαινιάζοντας έτσι τον τριετή Πόλεμο του Πόντιακ (1763-1766). Φύλαρχος τρομερός και στρατιωτική ιδιοφυΐα, ο μύθος έχει καλύψει από καιρό την πραγματική ζωή αλλά και τη συνεισφορά του στον πόλεμο που φέρει το όνομά του. Τρία χρόνια μετά τη μάχη με τους Βρετανούς θα έπεφτε νεκρός από το εκδικητικό τόμαχοκ αντίπαλης φυλής, όταν οι θρύλοι θα αναλάμβαναν τον ρόλο να καλύψουν τα βιογραφικά κενά. Τον Πόντιακ τον πρόδωσαν εξάλλου οι Γάλλοι και τον πολέμησαν λυσσαλέα οι Άγγλοι, κι έτσι έπρεπε τώρα πάση θυσία να μοιάζει κακός και μοχθηρός ώστε να δικαιολογηθούν τα εγκλήματα του λευκού, που έρχονταν με τη μορφή χρυσόβουλων και φιρμανιών να αρπάξουν την προγονική γη των γηγενών Αμερικανών. Ο φύλαρχος Πόντιακ ήταν επικεφαλής του συμβουλίου των τριών ινδιάνικων φυλών των Μεγάλων Λιμνών και ως τέτοιος είχε βοηθήσει απεριόριστα τους Γάλλους στις μάχες τους με το βρετανικό στέμμα στη βόρεια Αμερική. Από το 1754-1763, οι Ινδιάνοι του Καναδά πολεμούσαν πλάι πλάι με τους Γάλλους στα βορειοαμερικανικά θέρετρα του λυσσαλέου Επταετούς Πολέμου και η κοινή τους ήττα από τη Βρετανική Αυτοκρατορία θα προσυπέγραφε τις μετέπειτα περιπέτειές τους. Οι Βρετανοί μεταχειρίζονταν τους αυτόχθονες ως υποτελείς και κατακτημένους και οι αδάμαστοι Ινδιάνοι δεν θα κάθονταν για καιρό να ανέχονται τις προσβολές και τις εκτοπίσεις των πληθυσμών τους. Ένας νέος πόλεμος Ινδιάνων και Βρετανών θα ξεκινούσε, αν και τώρα οι ντόπιοι δεν είχαν ούτε την υποστήριξη των Γάλλων ούτε τα τουφέκια τους που ξερνούσαν φωτιά. Το σχέδιο του Πόντιακ ήταν απλό: να καταλάβουμε όσα περισσότερα βρετανικά φρούρια μπορούμε, γιατί όχι και το Οχυρό Ντιτρόιτ, και να κάψουμε τους οικισμούς του λευκού που παραείναι κοντά στα εδάφη μας. Ο Πόντιακ και οι γενναίοι του κατέλαβαν 15 φρούρια και κατέστρεψαν ολοσχερώς τα δώδεκα από αυτά. Όσα γλίτωσαν την καταστροφή, λεηλατήθηκαν, καθώς ο Πόντιακ είχε πάντα κοντά του τους γάλλους εποίκους, οι οποίοι έσπευδαν να δίνουν όπλα και άντρες στον ινδιάνο φύλαρχο. Παρά την επιτυχία του πολέμου και το ξεκλήρισμα των μισών βρετανικών φρουρίων των Μεγάλων Λιμνών, ο Πόντιακ δεν καταλάγιασε. Τώρα ήθελε διακαώς το Οχυρό Ντιτρόιτ, το οποίο πολιορκούσε με ό,τι είχε και δεν είχε. Θα άφηνε τον πληθυσμό να λιμοκτονήσει, ώστε να αναγκαστούν να παραδοθούν, όταν πληροφορήθηκε εμβρόντητος πως Γάλλοι και Άγγλοι είχαν υπογράψει σύμφωνο ειρήνης και πλέον εμφανίζονταν σύμμαχοι στις μάχες με το τοπικό στοιχείο της Αμερικής! Αυτή η προδοσία θα ήταν το τέλος του Πολέμου του Πόντιακ, καθώς η διχαλωτή γλώσσα του λευκού έκανε για άλλη μια φορά την εμφάνισή της. Οι λευκοί μπορεί να είχαν τις διαφορές τους και να σφάζονταν όπου συναντιόνταν, στον Νέο Κόσμο είχαν ωστόσο κοινό μέτωπο κατά του γηγενούς πληθυσμού. Ο Πόντιακ υποχρεώθηκε να υπογράψει ένα σύμφωνο ειρήνης στη Νέα Υόρκη τον Ιούλιο του 1766, έχοντας παρουσιάσει ωστόσο τη δική του εκδοχή για τα όρια των δύο κόσμων. Ο λευκός πείστηκε, έστω και προσωρινά, για το δίκαιο του αγώνα του, γι’ αυτό και σταμάτησε την ιμπεριαλιστική εξάπλωσή του στα δυτικά. Οι Ινδιάνοι πανηγύρισαν την επιτυχία, καθώς δεν ήξεραν πως η διγλωσσία του Δυτικού ήταν τόσο εκτεταμένη. Μια μακρά σειρά κατοπινών πολεμάρχων θα αναλάμβαναν να δικαιώσουν την κληρονομιά του, ονόματα όπως το Μαύρο Γεράκι, ο Καθιστός Ταύρος, το Κόκκινο Σύννεφο, ο Σκουάντο, ο Τζερόνιμο, το Τρελό Άλογο κ.ά.
Πρώτα χρόνια
Ο Πόντιακ γεννιέται κάπου ανάμεσα στο 1712-1725, καθώς για την εποχή πριν από το 1763 δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα. Η γέννησή του πρέπει να έλαβε χώρα σε κάποιον καταυλισμό της φυλής Οτάβα κατά μήκος του ποταμού Ντιτρόιτ, αν και υπάρχουν πηγές που τον τοποθετούν τα ίχνη του σε κομητεία του Οχάιο. Ακόμα και η φυλή στην οποία ανήκε δεν είναι επιβεβαιωμένη, η μητέρα του φέρεται πάντως με σχετική ασφάλεια να είναι μέλος της φυλής Οτάβα. Άλλες πάλι πηγές τον θέλουν μέλος άλλης φυλής, που έπεσε κάποια στιγμή αιχμάλωτη στα χέρια των Οτάβα, οι οποίοι υιοθέτησαν τελικά το νεαρό αγόρι ως δικό τους. Όπως κι αν είχε, ο Πόντιακ μεγάλωνε στα περίχωρα του Οχυρού Ντιτρόιτ ήδη από το 1732. Γενναίος και σκληροτράχηλος, μέχρι το 1747 είχε γίνει πολεμικός αρχηγός της φυλής, αλλά όχι φύλαρχος, μιας και οι φυλές των Μεγάλων Λιμνών δεν είχαν μεμονωμένους ηγέτες στο τιμόνι παρά συμβούλια σοφών. Την ίδια χρονιά, ο Πόντιακ συμμαχεί με τη Νέα Γαλλία, θέλοντας να απαλλάξει τους γαλλικούς οικισμούς από τις επιδρομές των Χιουρόν. Συνέχισε να υποστηρίζει τους γείτονες Γάλλους και κατά τη διάρκεια του Γαλλικού και Ινδιάνικου Πολέμου (1754-1763) κατά των βρετανικών κτήσεων της βόρειας Αμερικής και των δικών τους τοπικών συμμάχων. Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις, φέρεται να ήταν ο εμπνευστής της περιβόητης νίκης των ενωμένων Γάλλων και Ινδιάνων κατά των βρετανικών βλέψεων να καταλάβουν το σημερινό Πίτσμπουργκ στις 9 Ιουλίου 1755. Οι Άγγλοι τον έτρεμαν πια και τον γνώριζαν όλοι. Ένας μάλιστα περιβόητος βρετανός μισθοφόρος και κυνηγός συνάντησε τον Πόντιακ το 1760 και έγραψε πέντε χρόνια αργότερα ένα θεατρικό για τον αδάμαστο φύλαρχο («Οι άγριοι της Αμερικής»), το οποίο θα τον μεταμόρφωνε στον γνωστότερο Ινδιάνο του 18ου αιώνα στη Δύση. Οι Γάλλοι τον ήξεραν εξάλλου καλά και τον τιμούσαν, καθώς ήταν μόνο από τη συμμαχία τους με τον Πόντιακ που θα μπορούσαν να έχουν κάποια τύχη στους βορειοαμερικανικούς πολέμους τους με τους Άγγλους. Οι Γάλλοι είχαν δεν είχαν 60.000 αποίκους στη βόρεια Αμερική, εκεί που οι βρετανικές αποικίες μετρούσαν πληθυσμό 2 εκατ. ανθρώπων! Ήταν μόνο οι ινδιάνοι γείτονες αυτοί που εξασφάλιζαν τις πρόσκαιρες στρατιωτικές επιτυχίες των Γάλλων στον ολομέτωπο πόλεμο που ξέσπασε μεταξύ των Ευρωπαίων της βόρειας Αμερικής το 1756. Κι όμως, σύντομα θα τους πρόδιδαν…
Ο Πόλεμος του Πόντιακ
Το βορειοαμερικανικό θέρετρο του Επταετούς Πολέμου θα έληγε ουσιαστικά το 1760, όταν οι Βρετανοί κατέκτησαν τη Νέα Γαλλία και συμπεριφέρονταν ως κατακτητές και στους Ινδιάνους της περιοχής. Τους έριχναν δηλαδή στις εμπορικές συμφωνίες για το επικερδές κυνήγι γούνας και τους εκτόπιζαν από τα εδάφη τους χωρίς ουσιαστικό λόγο, μόνο και μόνο ως εκδίκηση για τη συμμαχία τους με τους Γάλλους. Όταν δεν έκαιγαν ολόκληρα χωριά και έσφαζαν ό,τι ανέπνεε φυσικά. Ο στρατηγός Τζέφρι Άμχερστ, ο αρχιτέκτονας της βρετανικής πολιτικής απέναντι στους Ινδιάνους, έκοψε όλες τις προμήθειες και τις παροχές που συνήθιζαν να δίνουν οι Γάλλοι στις τοπικές φυλές, όπως και τον εξοπλισμό τους με όπλα και μπαρούτι. Οι Ινδιάνοι δεν μπορούσαν πια να κυνηγήσουν και πολλοί ήταν αυτοί που πίστεψαν πως οι Βρετανοί εποφθαλμιούσαν τα εδάφη τους και την πλήρη υποδούλωσή τους. Συνειδητοποιώντας τις νέες τραγικές συνθήκες, ο Πόντιακ καλούσε τις γειτονικές ινδιάνικες φυλές ήδη από το 1761 να συνασπιστούν κατά του κοινού εχθρού και να τον διώξουν από τα ιερά προγονικά τους εδάφη και τα βοσκοτόπια τους. Ακόμα και τους Γάλλους καλούσε στα όπλα, στο όνομα της συμμαχίας τους, μόνο που δεν ήξερε πως ο λευκός είχε περισσότερα κοινά με τον λευκό εχθρό του παρά με τον ινδιάνο σύμμαχό του. Μέχρι το 1762, σε ένα περιβόητο συμβούλιο αρχηγών που συγκάλεσε στον ποταμό Ντιτρόιτ, ο Πόντιακ απέσπασε τη συναίνεση αρκετών φυλών για έναν αντιβρετανικό αγώνα. Τον Απρίλιο του 1763, η νέα συνάντηση του Πόντιακ και των φυλάρχων απέδωσε περισσότερους καρπούς. Με τη σύμφωνη γνώμη πολλών, εκείνος και καμιά πενηνταριά Οτάβα επισκέφθηκαν το Οχυρό Ντιτρόιτ για να λογαριάσουν με πόσους Βρετανούς είχαν να κάνουν. Έτσι ξεκίνησε ο Πόλεμος του Πόντιακ στις 7 Μαΐου 1763, όταν εκείνος και τα 300 παλικάρια του αποπειράθηκαν να καταλάβουν αιφνιδιαστικά το Ντιτρόιτ. Μέχρι να φτάσουν όμως στο βρετανικό φρούριο, κάποιος είχε προδώσει το πλάνο και οι άγγλοι στρατιώτες τους περίμεναν στις επάλξεις. Αφού δεν μπορούσαν να καταλάβουν το Ντιτρόιτ, θα το πολιορκούσαν. Σύντομα 900 Ινδιάνοι από καμιά ντουζίνα φυλές θα το έχουν περικυκλώσει (9 Μαΐου), λειτουργώντας ως κήρυκας χαρμόσυνων μηνυμάτων για τους Ινδιάνους του Βορρά. Οι οποίοι εξεγείρονταν τώρα μαζικά κατά φυλές και ορμούσαν στους Άγγλους (όχι όμως και τους Γάλλους) όπου τους έβρισκαν. Τα εννιά από τα έντεκα βρετανικά οχυρά της Κοιλάδας του Οχάιο, για παράδειγμα, ήταν πια σε ινδιάνικα χέρια. Ο αιφνιδιασμός του Πόντιακ ήταν ολότελα πετυχημένος. Όταν μάλιστα τον Ιούλιο του 1763 κατάφερε να αποκρούσει την προσπάθεια 250 βρετανών στρατιωτών να σπάσουν την πολιορκία, τα νέα μεταδόθηκαν στα πέρατα του ινδιάνικου κόσμου. Κάποια στιγμή πάντως, όταν συνειδητοποίησε ότι δεν είχε τα μέσα για να καταλάβει το οχυρό, εγκατέλειψε την προσπάθεια (Οκτώβριος) και αποσύρθηκε στα εδάφη του, στρατολογώντας πια ακόμα περισσότερους Ινδιάνους αλλά και γάλλους εποίκους. Τώρα είχε μετατραπεί από τοπικός πολεμικός αρχηγός σε ηγέτη των επαναστατημένων Ινδιάνων. Ήταν μάλιστα αυτός ο ρόλος που του αναγνώριζε ο λευκός, ως βασικό συνομιλητή του στην ινδιάνικη εξέγερση δηλαδή, που θα του έφερνε τις πρώτες επικρίσεις αλλά και ζήλειες εντός της ινδιάνικης κοινότητας. Δεν είναι καν αρχηγός των Οτάβα, διαμαρτύρονταν οι άλλοι φύλαρχοι, πώς μπορεί να είναι αρχηγός όλων μας; Η απόσυρση του Πόντιακ από το Ντιτρόιτ χαιρετίστηκε από τους Άγγλους ως ήττα. Θεώρησαν λοιπόν φυσικότατα πως ο φύλαρχος δεν θα τους απασχολούσε ξανά. Όσο τα σκέφτονταν βέβαια αυτά και κατέπνιγαν στο αίμα τις φυλές που είχαν εξεγερθεί εναντίον τους, ο Πόντιακ συνέχιζε τις λεηλασίες του στα φρούρια του λευκού. Οι Άγγλοι προσπάθησαν να διαπραγματευτούν μαζί του, κάνοντάς τον το επίκεντρο των διπλωματικών τους προσπαθειών, καθώς δεν καταλάβαιναν το αποκεντρωμένο σύστημα εξουσίας των Ινδιάνων και την απουσία ενιαίου αρχηγού. Ο Πόντιακ ήταν όμως μόνος πια, καθώς οι Γάλλοι είχαν κάνει ειρήνη με τους Άγγλους στο τέλος του Επταετούς Πολέμου και στρέφονταν τώρα μαζικά απέναντι στους Ινδιάνους, παρά το γεγονός ότι δεν είχε σημειωθεί ούτε μία επίθεση κατά γαλλικού οικισμού ή στόχου σε όλη την επικράτεια των Μεγάλων Λιμνών! Βλέποντας τα μουσκέτα των Άγγλων να καταφτάνουν κατά χιλιάδες πια στα σύνορα ΗΠΑ και Καναδά και χωρίς τους λευκούς τους συμμάχους, οι Ινδιάνοι ένιωσαν αποκομμένοι και ευάλωτοι. Ο Πόντιακ δεν είχε άλλη επιλογή παρά να διαπραγματευτεί, καθώς ένας-ένας οι ινδιάνοι σύμμαχοί του έσπευδαν να υπογράψουν εκβιαστικά σύμφωνα ειρήνης, μιας και ο Άγγλος είχε καταφτάσει στους καταυλισμούς τους με πρόδηλα εκδικητικές διαθέσεις. Οι Ινδιάνοι κέρδισαν τις εντυπώσεις αλλά και τα στοιχήματα του Πολέμου του Πόντιακ στα τρία χρόνια που κράτησε, αν και ήταν ξεκάθαρο πως η στρατιωτική υπεροχή του Δυτικού και η συνήθειά του να ξεκληρίζει ολόκληρα χωριά θα επικρατούσαν στο τέλος. Ο Πόντιακ συναντήθηκε στις 25 Ιουλίου 1766 στο Φρούριο Οντάριο με τον μοχθηρό σερ Ουίλιαμ Τζόνσον, τον υπεύθυνο της βρετανικής πολιτικής αναφορικά με τους Ινδιάνους της βόρειας Αμερικής, και υπέγραψε τη συμφωνία που έδινε τέλος στον πόλεμο που έφερε το όνομά του. Οι Βρετανοί ισχυροποίησαν πάντως τη στρατιωτική παρουσία τους στην περιοχή, καθώς δεν εμπιστεύονταν καθόλου τον Πόντιακ. Και παρά το γεγονός πως είχαν υποσχεθεί στον αυτόχθονα επαναστάτη πως θα σταματούσαν τον αποικισμό των εδαφών του. Γεγονός είναι πως αυτή θα ήταν η τελευταία σοβαρή αντίσταση των Ινδιάνων απέναντι στον λευκό εισβολέα σε κείνη τη γωνιά της Αμερικής. Λίγο αργότερα, η ίδρυση των Ηνωμένων Πολιτειών θα εγκαθίδρυε μόνιμα τον Ευρωπαίο στον Νέο Κόσμο. Όσο για τις απώλειες που προκάλεσε ο πόλεμός του, εκεί κι αν δεν υπάρχει συναίνεση! Τους Ινδιάνους εξάλλου δεν τους μέτρησε κανείς…
Τελευταία χρόνια
Ό,τι ακολούθησε μετά τον πόλεμό του, δεν είναι παρά αποσπασματικά καταγεγραμμένο. Ξέρουμε πάντως πως οι Άγγλοι τον έσυραν στο δικαστήριο τον Αύγουστο του 1767, στο πλαίσιο των ερευνών τους για τη δολοφονία μιας μικρής Βρετανής από μέλη της φυλής του το 1763. Ο Πόντιακ πάντως ούτε επιβεβαίωσε ούτε αρνήθηκε την εμπλοκή του στον φόνο της εφτάχρονης και η υπόθεση εγκαταλείφθηκε τελικά. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς συνέβη μετέπειτα και τον ανάγκασε να στείλει ένα γράμμα το 1768 στον βρετανό τοποτηρητή, στο οποίο ισχυριζόταν ότι η φυλή του δεν τον αναγνώριζε πια ως αρχηγό της. Ήταν η αλαζονεία που είχε αποκτήσει λόγω της τεράστιας απήχησής του στους Δυτικούς; Ή μήπως κάτι άλλο; Κανείς δεν θα μάθαινε, κι αυτό γιατί δεν θα προλάβαινε. Ο αδάμαστος Πόντιακ δολοφονήθηκε από Ινδιάνο αντίπαλης φυλής στις 20 Απριλίου 1769 που υποτίθεται πως εκδικούνταν τον θάνατο ενός συγγενή του από τα χέρια του φυλάρχου των Οτάβα. Μέχρι τότε ο Πόντιακ ζούσε αυτοεξόριστος σε άλλο καταυλισμό, αρκετά μακριά από τα εδάφη που είχε σφραγίσει με την εξέγερσή του. Υπήρξαν πάντως ιστορικές πηγές που ισχυρίζονται πως ο Ινδιάνος δεν ήταν παρά πληρωμένος δολοφόνος από τους Άγγλους. Λέγεται πως το άψυχο σώμα του ενταφιάστηκε στο γειτονικό Σεντ Λούις, την πόλη που είχαν μόλις ιδρύσει οι γάλλοι αποικιοκράτες της Νέας Ορλεάνης. Η κληρονομιά του Πόντιακ δεν θα πέθαινε όμως. Κάθε κίνημα αντίστασης των γηγενών απέναντι στην ανηλεή επεκτατική πολιτική του λευκού θα είχε πάντα κάτι από τον σκληροτράχηλο φύλαρχο που κατάφερε να φτιάξει τον πρώτο οργανωμένο συνασπισμό των Ινδιάνων κατά του ευρωπαίου δυνάστη… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr