Κωμικοί, γκαφατζήδες και συχνότατα κουτοπόνηροι, οι ήρωες των ελληνικών φαρσοκωμωδιών κάνουν τα πάντα για να πιάσουν την καλή, επιχειρώντας ανεκδιήγητα κόλπα, κομπίνες και απάτες κάθε είδους. Ο Θάνος Τζενεράλης δεν ήταν στο σελιλόιντ ένας από δαύτους, παραμένοντας η σοβαρή και μετρημένη μορφή της τάξης και του νόμου, μιας και κάποιος έπρεπε να κάνει τον υπεύθυνο, τον λιγομίλητο και τον μετρημένο! Ποιος μπορεί εξάλλου να τον ξεχάσει ως αστυνόμο στον «Ηλία του 16ου», όταν ερχόταν σε τραγική αντίθεση με τον αλητάκο Χατζηχρήστο, ή μονίμως πλάι στον Βασίλη Λογοθετίδη, σε ένα από τα αταίριαστα δίδυμα του ελληνικού κινηματογράφου; Ο Τζενεράλης υπήρξε άνθρωπος μοναχικός και ταγμένος στην τέχνη του. Βασικό στέλεχος του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και ένας από τους μεγάλους πρωταγωνιστές του, ήταν πρωτίστως θεατρικός ηθοποιός και μετά όλα τα άλλα. Αυτά τα «άλλα» περιλαμβάνουν βέβαια πολλά, καθώς ο επιβλητικός Τζενεράλης ξεκίνησε την καριέρα του ως βαθύφωνος του λυρικού θεάτρου και ήταν αστέρι της οπερέτας! Πολύ αργότερα είδε τη φωνή του να ξεχειλίζει τα αρχαία θέατρα και να δονεί τις θεατρικές αίθουσες, πριν μεταπηδήσει στο πανί και αφήσει κι εκεί τη χαρακτηριστική του σφραγίδα. Όταν δεν ήταν αστυνόμος, πατέρας, ανακριτής και γιατρός, ήταν δικαστής, πρόεδρος γενικώς και πάντα ο μετρημένος και σταράτος φίλος των μεγάλων μας κωμικών, ακολουθώντας κι αυτός την τυποποίηση του εμπορικού μας κινηματογράφου. Στο θέατρο βέβαια ήταν εντελώς άλλη ιστορία, καθώς εκεί δοκιμάστηκε με επιτυχία σε ρόλους διαφορετικούς και συχνά κόντρα, παραμένοντας ένα από τα βαριά του ΚΘΒΕ για δύο ολόκληρες δεκαετίες. Όσοι δεν τον πρόλαβαν πάνω στο σανίδι, τον θυμούνται ασφαλώς σε ταινίες-σταθμούς της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, όπως τις «Έλα στο θείο» (1950), «Σάντα Τσικίτα» (1953), «Δεσποινίς ετών 39» (1954), «Μια ζωή την έχουμε» (1958), «Μανταλένα» (1960) και το κωμικό αριστούργημα «Ο Ηλίας του 16ου» (1959), για να αναφέρουμε μερικές μόνο. Και τον θυμούνται παρά το πείσμα του να μην κάνει δημόσιες εμφανίσεις και να παραμένει διαρκώς μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Σε πείσμα ακόμα και της οριστικής απόσυρσής του από τη δημόσια ζωή μετά το πέρας της καριέρας του, μιας και αυτή είναι τελικά η μοίρα των καλλιτεχνών, να αφήνουν το στίγμα τους θέλουν δεν θέλουν…
Πρώτα χρόνια
Κινηματογραφική καριέρα
Όλοι μιλούσαν για το ταλέντο, τον επαγγελματισμό και την επιβλητική προσωπικότητά του, ως έναν άνθρωπο που ζούσε και ανέπνεε για το θέατρο και μυαλό δεν είχε για τίποτα άλλο. Μετά την αποστρατεία του, πέρασε τα στερνά του χρόνια στο σπίτι του στη Βουλιαγμένη με τη σύζυγο και τη μοναχοκόρη του, τις οποίες κράτησε διακριτικά μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.