Εδώ και 60 χρόνια, ο πατριάρχης του ανεξάρτητου κινηματογράφου φτιάχνει ταινίες με προϋπολογισμούς που δεν θα κάλυπταν ούτε τα έξοδα για το catering των χολιγουντιανών παραγωγών! Ο θρυλικός και απόλυτος ηγεμόνας των B-movies που έχει υπογράψει ως σκηνοθέτης και κυρίως ως παραγωγός 400 κοντά ταινίες, περιλαμβανομένων των κλασικών πια «Το μαγαζάκι του Τρόμου» και όλων αυτών με τα αλλόκοτα τέρατα, ανακάλυψε επίσης και έδωσε δουλειά σε όλη τη νέα και μεγάλη φουρνιά των αμερικανών σκηνοθετών, από τον Κόπολα και τον Σκορσέζε μέχρι τον Τζέιμς Κάμερον και τον Ρον Χάουαρντ, και ενέπνευσε τελικά μια νέα κινηματογραφική ηθική φτηνών αλλά ακραία διασκεδαστικών παραγωγών. Ο ιδιαίτερος αυτός δημιουργός, αισίως στα 90 του, άλλαξε για πάντα την κινηματογραφική βιομηχανία και είναι εύκολο να δει κανείς το γιατί. Γιατί πρωτίστως ανέμειξε ιδανικά φαντασία και καινοτομία, διψώντας συνεχώς για καινούρια πράγματα. Μετά έκανε γνωστούς μια στρατιά από κατοπινούς κορυφαίους σταρ, όπως ο Τζακ Νίκολσον, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Ντένις Χόπερ, για να αναφέρουμε μερικούς μόνο, καθώς είχε πάντα το μάτι να διακρίνει έναν καλό ηθοποιό που τα έδινε όλα στον ρόλο, ό,τι ρόλος κι αν ήταν αυτός. Και βέβαια έδωσε υπόσταση σε κινηματογραφικά είδη, όπως η επιστημονική φαντασία και ο τρόμος, που για το μεγαλύτερο μέρος του κινηματογραφόφιλου κοινού δεν ήταν παρά παιδικά προγράμματα εκεί στη δεκαετία του 1950! Ο Κόρμαν συνήθιζε να εκμεταλλεύεται την απήχηση ταινιών και να φτιάχνει πάμπολλα remake τους, πάντα με τον δικό του τρόπο, αναγκάζοντας έτσι το σινεφίλ κοινό να παραδέχεται ότι απολάμβανε πολύ περισσότερο τις δικές του ανάλαφρες εκδοχές των πιο σοβαρών και «καλλιτεχνικών» πρωτοτύπων. Ταυτοχρόνως, στον ίδιο οφείλουμε την προλείανση του εδάφους για την έλευση των ταινιών «που οι γονείς σου δεν θα ήθελαν με τίποτα να δεις»! Ο Κόρμαν έφτιαχνε ταινίες που στόχευαν ευθέως στο λεγόμενο νεανικό κοινό, εκμεταλλευόμενος το επαναστατικό πνεύμα των νιάτων που τόσο ταίριαζε στο δικό του ταμπεραμέντο. Εκεί που κάποτε νεανική ταινία ήταν το «Επαναστάτης Χωρίς Αιτία», όπου ο σκηνοθέτης ήταν ξεκάθαρα ενήλικος, στις ταινίες του Κόρμαν δεν υπήρχε αυτή η φωνή της λογικής ή ο διδακτισμός των μεγάλων. Κανείς δεν μπορούσε εξάλλου να διανοηθεί μια ταινία στην οποία τα πιτσιρίκια ανατινάζουν τελικά το σχολείο τους πριν από την έλευση του ανατρεπτικού οραματιστή Ρότζερ Κόρμαν! Εξίσου θρυλικός ήταν και ο τρόπος με τον οποίο ανακάλυπτε τα νέα φιντάνια του σινεμά, δίνοντας στους μεγαλύτερους σήμερα σκηνοθέτες του Χόλιγουντ τις πρώτες ψήφους εμπιστοσύνης: Φράνσις Φορντ Κόπολα, Μάρτιν Σκορσέζε, Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, Τζέιμς Κάμερον, Κέρτις Χάνσον, Ρον Χάουαρντ, Τζόν Σέιλς και τόσοι ακόμα ανδρώθηκαν κινηματογραφικά δίπλα του, καθώς ο Κόρμαν ποτέ δεν ήταν ανταγωνιστικός. Ένας σωστός μέντορας δηλαδή της αμερικανικής κινηματογραφίας. Αν και το μεγαλύτερό του κατόρθωμα είναι το γεγονός ότι έκανε μόδα το ανεξάρτητο σινεμά, καθώς ήθελε πάντα την ελευθερία να κάνει ό,τι τρελό και δημιουργικό είχε στον νου του, κάτι που δεν θα χρηματοδοτούσε φυσικά κανένα στούντιο χωρίς τον περιοριστικό τελικό λόγο σε όλο το φάσμα της παραγωγής. Τα φιλμ του Κόρμαν φαίνονται διαφορετικά, ακούγονται διαφορετικά και παρουσιάζουν πράγματα ανήκουστα για το σινεμά των σεμνότυφων και κατάφωρα εμπορικών μεγάλων στούντιο. Η αισθητική που καθιέρωσε ο Κόρμαν αλλά και ο τρόπος της δουλειάς του δημιούργησαν μια ολόκληρη σχολή κινηματογραφικής ηθικής που τόσο γόνιμα μπόλιασε την έβδομη τέχνη. Στο διάβα εξάλλου των 400 πολύ φτηνών παραγωγών, ο Κόρμαν ήταν αναγκασμένος να εφεύρει μια πληθώρα δαιμόνιων τεχνικών για να κάνει τη δουλειά του. Ήταν πραγματικά μαέστρος στο να εκμεταλλεύεται κάθε κατάσταση προκειμένου να βγάλει η κάμερά του ζουμί. Χαρακτηριστικό εδώ είναι ότι έστελνε τον καμεραμάν του να κυνηγά ασθενοφόρα, πυροσβεστικά οχήματα και περιπολικά καταγράφοντας τη δράση που εκτυλισσόταν μπροστά του. Το τι θα έκανε το υλικό, θα το έβρισκε αργότερα στο μοντάζ! Στη δική του φόρμουλα παραγωγής βασίζεται εξάλλου το σύστημα των πανάκριβων χολιγουντιανών blockbusters. Ήταν στη δεκαετία του 1970 όταν μια νέα εποχή ανέτειλε στο Χόλιγουντ, όταν τα στούντιο δανείστηκαν τη συνταγή επιτυχίας του Κόρμαν και την πήγαν στο επόμενο επίπεδο ρίχνοντας άπειρα λεφτά και πιο σοφιστικέ τεχνικές. Τόσο ο Στίβεν Σπίλμπεργκ όσο και ο Τζορτζ Λούκας τον χαιρέτισαν εξάλλου ως έμπνευση πίσω από τα κολοσσιαία «Σαγόνια του Καρχαρία» και «Star Wars» τους, αντίστοιχα, τα οποία δεν είναι παρά δαπανηρά B-movies. Σαφώς μεγαλύτερος και από το σινεμά το ίδιο, ο Ρότζερ Κόρμαν ήρθε στον κόσμο για να αλλάξει την έβδομη τέχνη. Και το έκανε πάντα με τον δικό του τρόπο…
Πρώτα χρόνια
Ο Ρότζερ Γουίλιαμ Κόρμαν γεννιέται στις 5 Απρίλιου 1926 στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν ως ένα από τα δυο παιδιά ενός μηχανικού και της συζύγου του, οι οποίοι μετακόμισαν σύντομα στο ηλιόλουστο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια, λες και είχαν βάλει σκοπό να φέρουν σε επαφή τον γιο τους με τη Μέκκα της αμερικανικής κινηματογραφίας. Ο μικρός ολοκληρώνει το σχολείο και γίνεται δεκτός στο φημισμένο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, θέλοντας να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του. Πριν πάρει μάλιστα το πτυχίο του στη μηχανική και τον βιομηχανικό σχεδιασμό, γράφτηκε στο Ναυτικό Κολέγιο, καθώς ήταν τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου, όπου εκπαιδεύτηκε για δύο χρόνια ως δόκιμος. Μετά την αποφοίτησή του το 1947 βρήκε μάλιστα δουλειά σε κατασκευαστική εταιρία και λίγο έλειψε να πάρει άλλη ρότα στη ζωή, ευτυχώς για την έβδομη τέχνη όμως έπειτα από μόλις τέσσερις μέρες παραιτήθηκε για να κυνηγήσει το παιδικό του όνειρο: «Έκανα ένα μεγάλο λάθος», είπε στο αφεντικό του! Τι έκανε; Έπιασε δουλειά ως κλητήρας στο στούντιο της 20th Century Fox! Η δουλειά του ήταν να μεταφέρει την αλληλογραφία, είχε όμως τις κεραίες του τεντωμένες και ξεκίνησε δειλά δειλά να διαβάζει τα σενάρια που κατέφταναν με το τσουβάλι στο μεγάλο στούντιο. Πολύ σύντομα συνέβαλε δημιουργικά στο σενάριο της «Μονομαχίας την Αυγή» με τον Γκρέγκορι Πεκ, αν και το στούντιο ξέχασε βολικά να τον συμπεριλάβει στους τίτλους της ταινίας. Αηδιασμένος με την αήθη χολιγουντιανή πρακτική, αποφασίζει να δουλέψει ανεξάρτητα από το επίσημο σύστημα. Αφού περάσει και από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και πάρει άλλο ένα χαρτί, αυτή τη φορά στην αγγλική φιλολογία, επιστρέφει στο Λος Άντζελες το 1953 για να εκκινήσει τη σπουδαία καριέρα του ως σεναριογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός…
Ο «Πάπας του λαϊκού σινεμά» καταφτάνει
Καθώς δεν είχε μία στην τσέπη και ο τίτλος του παραγωγού φάνταζε γελοίος για τα δεδομένα του Χόλιγουντ, ο Κόρμαν επιστρατεύει τις πολύ χαμηλού κόστους παραγωγές, που θα γίνονταν το σήμα-κατατεθέν του. Το πενιχρό κόστος και τα αυτοσχέδια σχεδόν γυρίσματα πραγματικών γεγονότων (κινηματογραφούσε όπως είπαμε πραγματικές σκηνές δράσης που εκτυλίσσονταν στην πόλη) του δίνουν τη δυνατότητα να γυρίζει ακόμα και εννιά ταινίες τον χρόνο! Όπως έλεγαν υποτιμητικά οι αντίζηλοί του για τον αστραπιαίο τρόπο που σκάρωνε τη μια ταινία πίσω από την άλλη, ο Κόρμαν μπορούσε να κλείσει συμφωνία σε τηλεφωνικό θάλαμο, να γυρίσει την ταινία μέσα στον θάλαμο και να τη χρηματοδοτήσει με το κέρμα που βρήκε στη συσκευή! Ο ίδιος περιοριζόταν απλώς να δηλώνει πως ήταν η εκπαίδευσή του ως μηχανικός αυτή που του χάριζε την ικανότητα της σφιχτής οργάνωσης και της ελαχιστοποίησης του κόστους. Η πρώτη του ταινία ήταν οι «Γκαγκστερίνες του Βάλτου» (Swamp Women) το 1955, στην οποία ενυπάρχουν όλα τα στοιχεία που θα τον έκαναν βασιλιά των B-movies. Η τεχνική του τελειοποιήθηκε το 1960 με το κλασικό σήμερα φιλμ τρόμου «Το Μαγαζάκι του Τρόμου», το οποίο γύρισε ο Κόρμαν σε δύο μέρες και μία νύχτα!
Η τεχνική του αστραπιαίου γυρίσματος έγινε ο ακρογωνιαίος λίθος της φιλμογραφίας του, καθώς ο Κόρμαν εκμεταλλευόταν κυριολεκτικά τα πάντα. Χαρακτηριστικό εδώ είναι το γύρισμα του φιλμ «Η Εκδίκηση μιας Νεκρής» (The Terror) του 1963, την οποία γύρισε αμέσως μετά το «Κοράκι».
Ο παραγωγός είχε νοικιάσει ένα στούντιο για έναν μήνα και του απέμεναν δυο μέρες. Ανάγκασε λοιπόν τους ηθοποιούς που είχε προσλάβει για το «Κοράκι», κανέναν άλλο από τον πρωτοεμφανιζόμενο Τζακ Νίκολσον αλλά και τον «πολύ» Μπόρις Καρλόφ (αλλά και τον βοηθό του Φράνσις Φορντ Κόπολα), να συνεργαστούν στο νέο του φιλμ που σκαρώθηκε κυριολεκτικά στη στιγμή! Για να προλάβουν μάλιστα να τη γυρίσουν, ακόμα και ο Νίκολσον τράβηξε μερικά πλάνα, διαμαρτυρόμενος κατόπιν πως αυτή ήταν «η μόνη ταινία του Χόλιγουντ με σενάριο αλλά απολύτως καμία ιστορία»… Η ταινία πήρε πάντως 4 μέρες για να ολοκληρωθεί, αποκαλύπτοντας τη μεγαλοφυΐα του Κόρμαν αλλά και την αυτοσχεδιαστική ελευθερία που έδινε στους συνεργάτες του. Κάτι τέτοια έκανε ο Ρότζερ και χαρακτηρίστηκε σύντομα «βασιλιάς του low budget»: «Γιατί να χαλάσουμε τα σκηνικά του ‘‘Κορακιού’’ όταν μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε για να κάνουμε άλλη μια ταινία;». Αυτός ήταν ο θεότρελος και καλτ κόσμος του Κόρμαν. Εκτός βέβαια από φτηνές απομιμήσεις γνωστών ταινιών αλλά και στρατιές από φιλμ με απόκοσμες απειλές και εξωγήινα τέρατα, ο Κόρμαν συνέδεσε το όνομά του και με πληθώρα ταινιών βασισμένες στο έργο του αξεπέραστου Έντγκαρ Άλαν Πόε. O δημιουργός λάτρευε τον γοτθικό τρόμο του πρίγκιπα του μακάβριου, εξίσου βέβαια με την επιστημονική φαντασία και τα διαστημικά τέρατα, και έφερε στη μεγάλη οθόνη στη δεκαετία του 1960 οχτώ ταινίες από τη σκοτεινή φαντασία του Πόε, όλες (εκτός από μία) με πρωταγωνιστή τον Βίνσεντ Πράις. O «άρχοντας του καλτ σινεμά», «βασιλιάς των B-movies» ή απλώς «δάσκαλος» για πολλούς και ονομαστούς δεν είχε αποκλειστικά το κέρδος ως στόχο. Προοδευτικά μεταστράφηκε σε πιο ποιοτικά και φιλόδοξα σχέδια, χτίζοντας αργά αλλά σταθερά ένα όνομα σεβαστό σε κοινό και κριτικούς. Οι ταινίες του σημειώνουν συνήθως εισπρακτική επιτυχία, καθώς το πενιχρό τους κόστος αφήνουν πολλά περιθώρια κέρδους. Όπως η αριστουργηματική ταινία «The Intruder» του 1962, η μοναδική εμπορική του αποτυχία, που έφτασε ως το Φεστιβάλ της Βενετίας, απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και παραμένει μια από τις καλύτερες αντιρατσιστικές ταινίες όλων των εποχών. Ο Κόρμαν τοποθετεί την ταινία του στον αμερικανικό Νότο μετά το τέλος της εποχής του φυλετικού διαχωρισμού, αποδεικνύοντας πως δεν χρειάζονται εκατομμύρια, κήρυγμα και μελόδραμα για μια σπουδαία ταινία.
Ο προκαθήμενος του καλτ γύρισε σίγουρα μια πληθώρα πολύ καλύτερων ταινιών από πολλά σημερινά blockbuster σκουπίδια, κάνοντας τον τίτλο του «καλτ» τιμητικότατο. Ταυτοχρόνως, έδωσε το παρθενικό βήμα σε πάμπολλους ηθοποιούς (Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Πίτερ Φόντα, Ντένις Χόπερ, Τζακ Νίκολσον, Γουίλιαμ Σάτνερ και τόσοι ακόμα), την ίδια ώρα που διατράνωσε τη φωνή της επαναστατικής υποκουλτούρας των ’60s που άρχισε να αχνοχαράζει. Όταν μάλιστα σκηνοθέτησε και χρηματοδότησε το 1967 το «Αμαρτωλό Ταξίδι» (The Trip), σε σενάριο Τζακ Νίκολσον και με πρωταγωνιστή τον Πίτερ Φόντα, πυροδότησε το ψυχεδελικό κινηματογραφικό ταξίδι των τελών της δεκαετίας του 1960 ως η πρώτη ταινία γύρω από τον παραισθησιογόνο κόσμο του LSD! Την επόμενη δεκαετία, συνέχισε να φτιάχνει καλτιές και σπλατεριές με το τσουβάλι, ως παραγωγός πια, μέσω της δικής του ανεξάρτητης εταιρίας που ίδρυσε με τον επίσης κινηματογραφικό παραγωγό αδερφό του. Αργότερα την πούλησε και ίδρυσε δύο ακόμα στούντιο παραγωγής (με γνωστότερο το New Horizons). Ο Κόρμαν εγκατέλειψε τη σκηνοθεσία το 1971, εξαιτίας μιας σειράς περιπλοκών για τον τελικό λόγο που είχε με την ανεξάρτητη εταιρία που συνεργαζόταν, κρατώντας πια αποκλειστικά τον ρόλο του παραγωγού αλλά και του μέντορα των νέων ταλέντων. Η συνεισφορά του ασίγαστου αυτού κινηματογραφάνθρωπου στην έβδομη τέχνη απλώθηκε σε πολλά και διάφορα. Σε μια άγνωστη πλευρά της καριέρα του, ήταν αυτός -μέσω της ανεξάρτητης εταιρίας διανομής του- που έφερε για πρώτη φορά σε επαφή το αμερικανικό κοινό με το έργο μεγάλων ξένων σκηνοθετών, συστήνοντας στις ΗΠΑ από τον Κουροσάβα και τον Μπέργκμαν μέχρι τον Γκοντάρ και τους ιταλούς μαέστρους σαν τον Φελίνι. Με φιλμογραφία που απλώνεται σε 400 φιλμ ως παραγωγός και 55 ως σκηνοθέτης, ο πάντα ανεξάρτητος δημιουργός έκανε μόνος πολλά περισσότερα για την έβδομη τέχνη από σχολές ολόκληρες και παγκόσμιους θεσμούς. Τη μόνη μάλιστα φορά που συμφώνησε να γυρίσει μια ταινία για λογαριασμό χολιγουντιανού στούντιο (της 20th Century Fox), τη «Σφαγή της Ημέρας του Αγίου Βαλεντίνου» το 1967, έχοντας για πρώτη φορά στη διάθεσή του καραβιές χρημάτων αλλά και ιδιαιτέρως χαλαρό πρόγραμμα γυρισμάτων, αηδίασε από τη σπατάλη των χρημάτων και την κακή οργάνωση! Και από τα 2,5 εκατ. δολάρια της παραγωγής, επέστρεψε στο στούντιο τα 400.000. Αυτός αγαπούσε εξάλλου να κάνει ταινίες με μερικές δεκάδες χιλιάδες δολάρια και να παλεύει με τις αντιξοότητες, καθώς αυτό σήμαινε να είσαι ανεξάρτητος στο Χόλιγουντ. Παρά ταύτα, η ιστορία του σινεμά τού την έφερε, θεωρώντας τη «Σφαγή της Ημέρας του Αγίου Βαλεντίνου» μια από τις καλύτερες ταινίες του!
Ο Ρότζερ Κόρμαν δεν σταμάτησε ποτέ να εμπλέκεται με την κινηματογραφία, παρά την προχωρημένη σήμερα ηλικία του. Συνέχισε να εργάζεται πυρετωδώς στο σινεμά καθ’ όλη τη δεκαετία του 1990 και του 2000, επιστρέφοντας μάλιστα στην καρέκλα του σκηνοθέτη το 1990 για το «Frankenstein Unbound». Ακόμα και το 2009 τον βρίσκουμε να χρηματοδοτεί για λογαριασμό του Netflix μια διαδικτυακή σειρά, ενώ το 2010 έκανε δύο ακόμα σειρές για την καλωδιακή αμερικανική τηλεόραση. Ναι, στα 84 του! Το 2009 η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου τίμησε το μεγάλο αουτσάιντερ με Όσκαρ για τη συνολική προσφορά του στην έβδομη τέχνη. Πολλοί παλιοί προστατευόμενοί του του πρόσφεραν μάλιστα τιμητικά περάσματα από τις ταινίες τους, όπως στη «Σιωπή των Αμνών» και το δεύτερο μέρος του «Νονού». Η ζωή του Ρότζερ Κόρμαν μπορεί να περιγραφεί σε τρεις πράξεις. Η πρώτη μας περιγράφει πώς ο 90χρονος σήμερα ογκόλιθος του φτηνού σινεμά έφτιαξε κάπου 400 ταινίες και συγκέντρωσε περισσότερα από 100 εκατ. δολάρια προσωπική περιουσία σε μια απίστευτη καριέρα έξι δεκαετιών. Στη δεύτερη πράξη, τα χάνει σχεδόν όλα, έπειτα από μια κακή επενδυτική κίνηση σε παράκτια τράπεζα και ένα ύποπτο hedge fund που κινούσε τα νήματα του κομποδέματός του. Οι περιπέτειες αυτές τον απομάκρυναν μάλιστα από τα τέσσερα παιδιά του, πυροδοτώντας και τεταμένες σχέσεις με τη σύζυγό του (παντρεύτηκε την παραγωγό Τζούλι Χάλοραν το 1970). Πλέον διανύει την τρίτη πράξη, που περιλαμβάνει περίπλοκες νομικές μάχες για να πάρει πίσω όσα έχασε στην απάτη που στήθηκε σε βάρος του. «Αν είσαι απλώς επιχειρηματίας, τότε οι ταινίες σου δεν θα είναι καλές», είπε πρόσφατα, «αν είσαι απλώς καλλιτέχνης, τότε θα χάνεις λεφτά. Πρέπει να είσαι επιχειρηματίας για να καταλάβεις την τέχνη και καλλιτέχνης για να καταλάβεις τον κόσμο των επιχειρήσεων». Και βέβαια συνεχίζει δυναμικά να δραστηριοποιείται στον τομέα που τόσο άλλαξε μετά το πέρασμα του φαινομένου Ρότζερ Κόρμαν… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr