Ο χειροδύναμος Τζιμ Λόντος τα έβαζε με άγρια θηρία, ανθρωπόμορφα τέρατα, πολεμιστές τρομερούς, ακόμα και σαμουράι, ή έτσι ήθελε τουλάχιστον η λαϊκή μας παράδοση που λάτρεψε σαν θεό τον παγκόσμιο πρωταθλητή ελευθέρας πάλης και τον έστειλε σε ύψη που σπάνια έχουμε ξαναδεί στον τόπο μας. Ο λόγος για το μικρόσωμο αγροτόπαιδο από το Κουτσοπόδι Άργους, κατά κόσμο Χρήστου Θεοφίλου, που έγινε συνώνυμο σωματικής δύναμης και λεβεντιάς και η φήμη του απλώθηκε στις πέντε ηπείρους, καθώς τα αθλητικά του κατορθώματα και οι εμφατικές νίκες του επί πανίσχυρων αντιπάλων ακούστηκαν στα πέρατα του κόσμου. Το εθνικό μας γόητρο ταυτίστηκε με τον Τζιμ Λόντο, που δόξαζε την καθημαγμένη Ελλάδα σε μια εποχή εθνικών περιπετειών και επιβεβλημένης εσωστρέφειας και έγινε σύμβολο της ρώμης του ελληνισμού. Αλλά και η ιστορία της ζωής του προσυπέγραφε την ελληνική ψυχή: με ταπεινή καταγωγή και μην έχοντας στον ήλιο μοίρα, ο αγράμματος έλληνας μετανάστης έγινε ξακουστός στην πλάση ως άξιος συνεχιστής των φημισμένων αρχαίων προγόνων μας, που διακρίνονταν άλλοτε στις παλαίστρες. Ο υπεράνθρωπος Ηρακλής ή και Δαυίδ, κατ’ άλλους, αφού νικούσε όλους τους θηριώδεις Γολιάθ της οικουμένης, έζησε μια ζωή σαν παραμύθι ως παγκόσμιος βασιλιάς της ελευθέρας πάλης (το σημερινό κατς), παραμένοντας πρωταθλητής για 16 συναπτά χρόνια (στις δεκαετίες του 1930 και του 1940). Αν και ο ίδιος ήθελε να συγκρίνεται με τον πολυμήχανο Οδυσσέα που νίκησε στην Τροία με τη δύναμη του μυαλού του και όχι με τα μούσκουλα. Ακόμα και ο Ελευθέριος Βενιζέλος θέλησε να γνωρίσει το μεγάλο όνομα των διεθνών παλαιστρών επί τρεις δεκαετίες, τον άνθρωπο που με τα αεροπλανικά του κόλπα σκορπούσε απλόχερα θέαμα και θαυμασμό: «Καλά που έχουμε και εσένα και αναπτερώνεις το ηθικό του ελληνισμού σε χρόνους δίσεκτους», του είπε ο Βενιζέλος όταν τον συνάντησε στο γραφείο του. Ο μεγαλύτερος και από τη ζωή την ίδια Τζιμ Λόντος τραγουδήθηκε και υμνήθηκε από συνθέτες και ποιητές, την ίδια που ο απαράμιλλος αντίκτυπός του στην ελληνική κοινωνία απαθανατίστηκε στον όρο «τζιμπλόντο», το απόλυτο συνώνυμο του μυώδους ανθρώπου…
Πρώτα χρόνια
Τα πρώτα χρόνια της Αμερικής
Κι έτσι ο Θεοφίλου αρχίζει να δίνει τους πρώτους του αγώνες στο Μεξικό, όπου παρά τις νίκες του, σπανίως πληρωνόταν. Πεινασμένος και χωρίς μία, επιστρέφει στις ΗΠΑ, μετακομίζει στο Σαν Φρανσίσκο και αποφασίζει να γίνει επαγγελματίας, πεισμωμένος καθώς ήταν από τις κακουχίες. Ο Χρήστος άρχισε να διακρίνεται σταδιακά στα ερασιτεχνικά τουρνουά και το αεροπλανικό κόλπο του τον έκανε σύντομα δημοφιλή στο κοινό, που συνέρρεε να δει τον μικρόσωμο έλληνα Δαυίδ να ανασηκώνει από το έδαφος τους πελώριους αμερικανούς Γολιάθ και να τους περιστρέφει στον αέρα, πριν τους ρίξει στο καναβάτσο αποτελειώνοντάς τους. Οι θεατές το έβρισκαν απλά ακαταμάχητο!
Μέσα στο πλαίσιο αυτό, το όνομά του γίνεται ολοένα και πιο διάσημο και τότε θα έρθει η στιγμή να πάρει το παρατσούκλι με το οποίο θα γινόταν γνωστός στον πλανήτη: ήταν σε ματς στην αρένα «Λόντον» (Λονδίνο) του Πόρτλαντ όταν ο διάσημος αμερικανός αθλητικογράφος Ρόσκο Φόσετ του κόλλησε το «Τζιμ Λόντον» (ή Λόντος, όπως θα γίνει γνωστός στο εξελληνισμένο του). Ο Χρήστος στέλνει πανευτυχής στον πατέρα του στο Κουτσοπόδι αποκόμματα εφημερίδων για τις πρώτες αυτές μεγάλες νίκες του, αν και εκείνος του απαντά θυμωμένος: «Αν είναι να καταντήσεις μπαχλιβάνης [μειωτικός όρος που αναφερόταν στους παλαιστές των πανηγυριών] εκεί που πήγες, τότε φρόντισε πρώτα ν’ αλλάξεις τ’ όνομά σου». Όπως και έγινε δηλαδή και ο έλληνας θεός της ελευθέρας πάλης είχε μόλις γεννηθεί…
Ο Τζιμ Λόντος παγκόσμιος πρωταθλητής
Τελευταία χρόνια
Ο Λόντος περιόδευσε στα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, με τη φήμη του να εξαπλώνεται σε Αμερική, Ευρώπη και Αφρική. Οι ειδήσεις για τις επιτυχίες του γέμιζαν περηφάνια και καμάρι τους συμπατριώτες του τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας.
Το 1939 ο Λόντος παντρεύτηκε την αθλήτρια Αρβα Ρουχονάιτ, πρωταθλήτρια ανεμοπορίας, με την οποία απέκτησε τρία κορίτσια. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο άρχισε να αποσύρεται σταδιακά από τις παλαίστρες, κόντευε εξάλλου τα 50, αλλά για τους Έλληνες παραμένει «ισόβιος τσάμπιον», όπως έλεγαν χαρακτηριστικά. Κι έτσι το 1946 εγκαταλείπει την ενεργό δράση ως ο πιο προβεβλημένος, πλούσιος και χιλιοτραγουδισμένος παλαιστής του καιρού του σε οικουμενικό επίπεδο! Παρά την απόσυρσή του, τα ρινγκ δεν τα εγκαταλείπει ποτέ, συμμετέχοντας συχνά-πυκνά σε επιδείξεις και ανεπίσημα γεγονότα. Από τις παλαίστρες κατέβηκε οριστικά στα μέσα της δεκαετίας του ’50, αγγίζοντας πια τα 60 χρόνια ζωής. Ο τελευταίος του αγώνας έλαβε χώρα το 1956…