Με στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του, φυλάκιση από τρεις μήνες έως και έξι χρόνια και πρόστιμο έως και 20.000 ευρώ θα τιμωρούνται εφεξής όποιος ή όποιοι από πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του Τύπου ή του διαδικτύου, ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή άλλον τρόπο προκαλούν ή διεγείρουν σε βιαιοπραγίες κατά ομάδας ή προσώπου που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, την καταγωγή και τον γενετήσιο προσανατολισμό.
Με τις ίδιες ποινές θα τιμωρούνται όσοι με τον ίδιο τρόπο αρνούνται ή εκμηδενίζουν τη σημασία των εγκλημάτων γενοκτονίας, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, των εγκλημάτων πολέμου και των εγκλημάτων του ναζισμού και του φασισμού.
Αν στις πράξεις αυτές υποπέσει αρχηγός κόμματος, τότε περικόπτεται αυτομάτως, πέραν των άλλων ποινών και η κρατική χρηματοδότηση από το κόμμα.
Αυτό προβλέπει το νομοσχέδιο περί «ξενοφοβίας και ρατσισμού» που φέρνει στη δημοσιότητα το Βήμα της Κυριακής και το οποίο πρόκειται να κατατεθεί από το υπουργείο Δικαιοσύνης προς ψήφιση στη Βουλή μετά το Πάσχα.
Όπως δηλώνει στην εφημερίδα ο υφυπουργός Δικαιοσύνης κ. Καραγκούνης: «Το νομοσχέδιο μεριμνά ώστε να καλύπτεται όλο το εύρος των σχετικών πράξεων. Συχνά οι υπαίτιοι αυτών των εγκλημάτων ξεφεύγουν επικαλούμενοι προφάσεις περί ελευθερίας λόγου.
Οι περισσότερες χώρες βρίσκονται στην πρωτοπορία και οι νομοθεσίες προχωρούν πολύ περισσότερο από όσο ορίζει ως ελάχιστον η ευρωπαϊκή νομοθεσία. Πρέπει η Ελλάδα να ενταχθεί σε αυτές τις ρυθμίσεις και όχι να είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης στην αντιρατσιστική νομοθεσία με μισόλογα, εξαιρέσεις και αποτρεπτικές ποινές που αντί να λύνουν μεγαλώνουν το πρόβλημα».
Όπως αναφέρει η εφημερίδα, αρκεί με την ψήφιση του νομοσχεδίου κάποιος βουλευτής να αναφερθεί ακόμη και από το βήμα της Βουλής σε προτροπές ή απειλές για βιαιοπραγία κατά προσώπων που έχουν σχέση με τη φυλή, το χρώμα και την καταγωγή ή ακόμα να πλέξει το εγκώμιο των φασιστών και των ναζιστών εγκληματιών πολέμου, να χρησιμοποιήσει τα σύμβολά τους, να χαιρετίσει όπως αυτοί και θα αρθεί αυτομάτως η βουλευτική ασυλία του, θα οδηγηθεί στο δικαστήριο το οποίο θα αποφασίσει αν το κρίνει ένοχο τι είδους ποινές θα του επιβάλλει και θα του στερήσει τα πολιτικά του δικαιώματα για δύο ή ακόμη και τρία χρόνια.