Kατατέθηκε πριν από λίγο στη Βουλή η νέα δανειακή σύμβαση με τίτλο : «Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας».
Διαβάστε όλη την αιτιολογική έκθεση
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας»
Α. Γενική παρουσίαση
Εθνικό χρέος της Κυβέρνησης είναι η διασφάλιση της θέσης της χώρας μέσα στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή είναι η ιστορική ευθύνη της Κυβέρνησης, ευθύνη προς την οποία ανταποκρίνεται αταλάντευτα με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του Ελληνικού Λαού.
Μέσα στη δίνη της πιο σοβαρής οικονομικής κρίσης που αντιμετώπισε η Χώρα στην πρόσφατη ιστορία της, αποτελεί πρόκληση επιβίωσης να διασφαλιστούν σήμερα οι όροι και οι προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν στο άμεσο μέλλον να ανακτήσει η Χώρα τη δημοσιονομική της ισορροπία, να αποκτήσει πρωτογενή πλεονάσματα και να είναι σε θέση να μετέχει ισότιμα και με ισχυρό λόγο στις σχέσεις με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους διεθνείς συνομιλητές της.
Για να μετατραπεί η κρίση σε ευκαιρία, είναι ανάγκη να συνειδητοποιηθεί από όλες τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις της Χώρας, ότι το στοίχημα της υπέρβασης αυτής της κρίσης συνδέεται άρρηκτα με την αυστηρή τήρηση όλων των δεσμεύσεων που αναλαμβάνει η Χώρα στο πλαίσιο της απαιτούμενης δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά και τη συλλογική προσπάθεια για σύνθεση από όλες τις πολιτικές κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις αναπτυξιακού ορίζοντα ο οποίος θα βασίζεται στην ανταγωνιστικότητα, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Χώρας και τις δυνατότητες του ανθρώπινου δυναμικού της και ιδιαίτερα τις δυνατότητες και τις δεξιότητες των νέων ανθρώπων, μακριά από αγκυλώσεις, συντεχνιακές νοοτροπίες και εσωστρέφεια.
Τα τελευταία τρία χρόνια, η ραγδαία επιδείνωση των δημοσίων οικονομικών εκτόξευσε το κόστος δανεισμού της Χώρας σε απαγορευτικά επίπεδα, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί από τις διεθνείς αγορές, και να διογκωθεί το δημόσιο χρέος σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Σταθμοί στην προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης ήταν:
– Η συμφωνία και υπογραφή στις 3 Μαΐου 2010 του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ενεργούσε για λογαριασμό των κρατών μελών της Ευρωζώνης και της Ελληνικής Δημοκρατίας με τα συστατικά μέρη του, ήτοι: (α) Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, (β) Μνημόνιο Συνεννόησης στις συγκεκριμένες προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής και (γ) Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης. Η υπογραφή του εν λόγω Μνημονίου αποτελούσε προαπαιτούμενο για τη σύναψη της Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης, καθώς και την έγκριση της χρηματοδότησης από το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Δ.Ν.Τ.
– Η Σύμβαση Δανειακής Διευκόλυνσης ύψους 80.000.000.000 ευρώ της 8ης Μαΐου 2010 ύψους που συνομολογήθηκε μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδας με τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, η οποία προέβλεπε την ενίσχυση της σταθερότητας στην Ελλάδα σε διακυβερνητικό πλαίσιο μέσω συγκεντρωτικών διμερών δανείων.
– Η έγκριση τις 9 Μαΐου 2010 από την Εκτελεστικό Συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου της χρηματοδότησης αμέσου ετοιμότητας για την Ελλάδα ισοδύναμης με Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα 26,432,9 εκατομμυρίων.
– Η κατάρτιση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015
Παρά το γεγονός ότι η Χώρα και οι πολίτες της κατέβαλαν τεράστια προσπάθεια σταθεροποίησης σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα, η προσπάθεια εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών και μείωσης του ελλείμματος προσέκρουσε στην επιδείνωση της ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, η οποία ταλανίζει τη Χώρα, μειώνοντας τα έσοδα σε σχέση με τα εκάστοτε προσδοκώμενα και αυξάνοντας το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Συγκεκριμένα, το δημόσιο χρέος ανήλθε στα 299 δις ευρώ το 2009, ή 129.3% του ΑΕΠ, αυξήθηκε στα 329 δις ευρώ το 2010, ή 144,9% του ΑΕΠ, ενώ το 2011, σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία, σημειώνει περαιτέρω επιδείνωση, φτάνοντας τα 368 δις υπερβαίνοντας το 169% του ΑΕΠ. Το μεγαλύτερο ποσοστό του χρέους λήγει εντός των αμέσως επομένων ετών, γεγονός που καθιστά τις άμεσες ταμειακές ανάγκες του Δημοσίου επιτακτικές και ζήτημα ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία.
Οι δυσοίωνες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνονται εμφανώς στις αγοραίες τιμές τίτλων εκδοθέντων ή εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο. Αυτές οι ιστορικά πρωτόγνωρα χαμηλές τιμές αντικατοπτρίζουν την εκτίμηση των επενδυτών ότι η πλήρης εξυπηρέτηση του χρέους στο σύνολό του, από το Ελληνικό Δημόσιο, μπορεί να καταστεί αδύνατη.
Η δυναμική του χρέους, η οποία αναπτύσσεται σε περιβάλλον αρνητικών ρυθμών μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας για τέταρτη συνεχή χρονιά το 2012, και σε περιβάλλον παγκόσμιας οικονομικής ανασφάλειας, επιβάλλει τη λήψη άμεσων μέτρων προς την κατεύθυνση της ελάφρυνσής του.
Συγκεκριμένα, επιβάλλεται μια ουσιαστική αναδιάταξη του δημόσιου χρέους για να καταστεί το δημόσιο χρέος βιώσιμο τόσο βραχυπρόθεσμά όσο και μακροπρόθεσμα. Η έλλειψη μιας τέτοιας αναδιάταξης θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες για την ελληνική οικονομία και τον ελληνικό λαό, τους πιστωτές και το ευρύτερο διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα. Στην περίπτωση που η Χώρα αδυνατούσε να συνεχίσει τις πληρωμές, οι πιστωτές θα έχαναν σχεδόν το συνολικό μέρος, αν όχι όλη την αξία των επενδύσεών τους, γεγονός που θα απαιτούσε την άμεση στήριξη ορισμένων πιστωτών από τις εθνικές κυβερνήσεις. Η μετάδοση των συνεπειών θα επιδείνωνε την κρίση χρέους σε άλλα δημοσιονομικά αδύναμα κράτη της Ευρωζώνης. Οι δυσμενείς συνέπειες θα ήταν απρόβλεπτες για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία.
Σε δυο συνεχόμενες Συνόδους Κορυφής, στις 11 και στις 25 Μαρτίου 2011, και στη συνέχεια, με ad hoc απόφαση για την Ελλάδα, στις Συνόδους Κορυφής της 21ης Ιουλίου και της 26ης Οκτωβρίου 2011, η Ευρωζώνη κάλεσε τους ιδιώτες επενδυτές να συμβάλουν και αυτοί στην επίλυση του προβλήματος βιωσιμότητας του χρέους της Ελλάδας, εκ παραλλήλου με τους φορολογούμενους της Χώρας, οι οποίοι θα καλούνταν να αναδεχθούν το μεγαλύτερο κόστος μέσω της εντεινόμενης προσπάθειας προσαρμογής της χώρας τους, και με συνεισφορά των δημοσιονομικά υγιών κρατών της Ευρωζώνης.
Επί της αρχής αυτής της τριμερούς χρηματοδότησης του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής ενός κράτους μέλους της Ευρωζώνης, η οποία αδυνατεί να προσφύγει στις αγορές για να χρηματοδοτηθεί με τρόπο βιώσιμο, υιοθετήθηκε η προσέγγιση για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους στη Σύνοδο Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου 2011 σε συνέχεια της δήλωσης της 21ης Ιουλίου 2011 από τους επικεφαλείς των κρατών μελών της ευρωζώνης και των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει της οποίας συστάθηκε στις 7 Ιουνίου 2011 το «Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας» (Ε.Τ.Χ.Σ.) “European Financial Stability Facility” (EFSF), με σκοπό την εξασφάλιση σταθερότητας στα κράτη μέλη της Ευρωζώνης.
Tο ΕΤΧΣ μπορεί να παρέχει χρηματοδοτική ενίσχυση με τις ακόλουθες μορφές:
– «Συμβάσεις Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης» “Financial Assistance Facility Agreement”,
– με τη μορφή εκταμίευσης δανείων σύμφωνα με ένα πρόγραμμα,
– προληπτικές διευκολύνσεις,
– διευκολύνσεις για τη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης πιστωτικών ιδρυμάτων κράτους μέλους της Ευρωζώνης (μέσω δανείων στις κυβερνήσεις αυτών των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων χωρών εκτός προγράμματος),
– διευκολύνσεις για την αγορά ομολόγων στις δευτερογενείς αγορές επί τη βάσει ανάλυσης της ΕΚΤ, που αναγνωρίζει την ύπαρξη εξαιρετικών συνθηκών και κινδύνων της χρηματοπιστωτικής αγοράς που απειλούν την οικονομική σταθερότητα ή
– διευκολύνσεις για την αγορά ομολόγων στην πρωτογενή αγορά.
Σύμφωνα με τη δήλωση των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της Ευρωζώνης και των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 21ης Ιουλίου και 26ης Οκτωβρίου 2011, το ΕΤΧΣ θα χρησιμοποιηθεί ως φορέας χρηματοδότησης για μελλοντικές εκταμιεύσεις από την Ελλάδα υπό την χρηματοδοτική ενίσχυση των κρατών μελών της Ευρωζώνης.
Για το λόγο αυτό προβλέπεται η υπογραφή του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ελλάδας και της Τράπεζας της Ελλάδος, πριν από την υπογραφή των συμβάσεων χρηματοδοτικής διευκόλυνσης, τα σχέδια των οποίων προτείνεται να εγκριθούν με το παρόν σχέδιο νόμου. Στο Μνημόνιο Συνεννόησης περιλαμβάνονται αναλυτικά οι όροι και οι προϋποθέσεις που αποτελούν προαπαιτούμενο για την υπογραφή και θέση σε ισχύ των συμβάσεων χρηματοδοτικής διευκόλυνσης. Συγκεκριμένα το Μνημόνιο Συνεννόησης αποτελείται από τα ακόλουθα μέρη: (α) Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, (β) Μνημόνιο Συνεννόησης στις συγκεκριμένες προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής και (γ) Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης.
Το Μνημόνιο Συνεννόησης αποτελεί ξεχωριστό και συμπληρωματικό έγγραφο προς το αρχικό Μνημόνιο Συνεννόησης που υπεγράφη στις 3 Μαΐου 2010, όπως έχει πρόσφατα αναθεωρηθεί από το συμπληρωματικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Πέμπτο Παράρτημα) της 6ης Δεκεμβρίου 2011, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ελλάδας και της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η διαθεσιμότητα των Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης συναρτάται με την εφαρμογή από την Ελλάδα των μέτρων που περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο Συνεννόησης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτές.
Το νέο οικονομικό πρόγραμμα που συμφωνήσαμε με τους ευρωπαίους εταίρους μας και το ΔΝΤ επικαιροποιεί και τροποποιεί το αρχικό πρόγραμμα που είχε υιοθετηθεί τον Μάιο του 2010, όπως αυτό αναθεωρήθηκε περιοδικά έκτοτε, ανάλογα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας και τη δυναμική του χρέους μας. Όλα τα εξαιρετικού χαρακτήρα μέτρα που λαμβάνει η χώρα στο πλαίσιο αυτό ενσωματώνονται σε αποφάσεις του Συμβουλίου της Ε.Ε., οι οποίες εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος της Ε.Ε., διαδικασία στην οποία ενταχθήκαμε τον Απρίλιο του 2009. Οι αποφάσεις αυτές του Συμβουλίου της Ε.Ε., καθόσον μας αφορά, βρίσκουν διπλό έρεισμα στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ε.Ε. (ΣΛΕΕ):
• Αφενός στο άρθρο 126 παρ. 9 της ΣΛΕΕ, που αφορά σε μέτρα που καλείται να λάβει η χώρα μας στο πλαίσιο της διαδικασίας μείωσης του υπερβολικού ελλείμματός της, όπως και κάθε άλλη χώρα της ΕΕ, ανεξάρτητα αν είναι και χώρα της Ευρωζώνης ή όχι.
• Αφετέρου στο άρθρο 136 παράγραφος 1 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, που προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών μέτρων μόνο για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, προκειμένου να ενισχυθεί ο συντονισμός και η εποπτεία της δημοσιονομικής τους πειθαρχίας.
Η αρχική απόφαση 2010/320 του Συμβουλίου της ΕΕ της 10ης Μαΐου 2010 ενσωμάτωσε τα μέτρα του πρώτου Μνημονίου, όπως αυτά υιοθετήθηκαν στην Ελλάδα με το ν. 3845/2010. Η απόφαση αυτή προσέδωσε την απαιτούμενη ενωσιακή νομιμότητα στα μέτρα αυτά και την θωράκισε διπλά, επειδή η λήψη τους ήταν απαραίτητη τόσο για την μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος (που συνιστά υποχρέωση όλων των κρατών μελών της ΕΕ), όσο και για την προάσπιση της σταθερότητας της Ευρωζώνης (που συνιστά υποχρέωση όλων των κρατών με νόμισμα το Ευρώ).
Έκτοτε, η απόφαση 2010/320 του Συμβουλίου τροποποιήθηκε τρεις φορές με τις ακόλουθες αποφάσεις:
• Απόφαση 2010/486 του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 7 Σεπτεμβρίου 2010.
• Απόφαση 2011/57 του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 20ης Δεκεμβρίου 2010.
• Απόφαση 2011/257 του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 7ης Μαρτίου 2011.
Στις 12 Ιουλίου 2011 καταργήθηκε η απόφαση 2010/320, που μέχρι τότε είχε υποστεί τις παραπάνω τροποποιήσεις, και αντικαταστάθηκε από την απόφαση 2011/734 του Συμβουλίου της Ε.Ε., η οποία με τη σειρά της τροποποιήθηκε στη συνέχεια με την απόφαση 2011/791 του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2011.
Συμπερασματικά, οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Ε.Ε., που προσδίδουν ενωσιακή νομιμότητα στα μέτρα που λαμβάνει η χώρα μας στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής της, τροποποιούνται και επικαιροποιούνται κατόπιν της αξιολόγησης της πορείας εφαρμογής του προγράμματός μας από την Τρόικα ενόψει της εκταμίευσης κάθε νέας δόσης από το πρόγραμμα χρηματοδότησης της οικονομίας μας.
Κατά συνέπεια, και τα νέα μέτρα που η Κυβέρνηση συμφώνησε να ληφθούν με τους εταίρους μας και το ΔΝΤ, στο πλαίσιο του νέου οικονομικού προγράμματος της χώρας, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί με το ποσό των 130 δισ. Ευρώ περίπου, θα ενσωματωθούν σε νέα απόφαση του Συμβουλίου της Ε.Ε., η οποία θα εκδοθεί στη βάση ακριβώς των άρθρων 126 παρ. 9 και 136 παρ. 1 α) της ΣΛΕΕ, καθιστώντας την νομιμότητα των μέτρων αυτών αδιαμφισβήτητη από την άποψη του ευρωπαϊκού δικαίου.
Η χώρα μας πρέπει να συμμορφωθεί προς τις διεθνείς υποχρεώσεις της έναντι της Ε.Ε., της Ζώνης του Ευρώ, αλλά και των εταίρων της που την στηρίζουν για να υλοποιήσει το πρόγραμμα της δημοσιονομικής της προσαρμογής. Είμαστε, λοιπόν, υποχρεωμένοι να ενσωματώσουμε στο δίκαιό μας τις ειδικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνουμε στο πλαίσιο των άρθρων 126.9 και 136.1α της ΣΛΕΕ.
Στο πλαίσιο αναδιάταξης του ελληνικού χρέους και αντικατάστασης των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους, εκτός από τις χρηματοδοτικές διευκολύνσεις που απαιτείται να παρασχεθούν από το ΕΤΧΣ, είναι ανάγκη να διαμορφωθεί το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο, προκειμένου το σχετικό εγχείρημα να ολοκληρωθεί με ασφάλεια και επιτυχία.
Τέλος, σημαντικό θέμα που περιλαμβάνεται στο παρόν σχέδιο νόμου είναι η πρόβλεψη για παροχή εξουσιοδότησης προκειμένου να συσταθεί ανώνυμη εταιρεία αποκλειστικού σκοπού με την επωνυμία «Ταμείο Στήριξης Ασφαλιστικού Συστήματος Α.Ε.» (Ταμείο), με αποκλειστικό σκοπό την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που μεταβιβάζονται στο Ταμείο, για την οικονομική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας.
Β. Ειδικότερα επί των άρθρων του σχεδίου νόμου
Επί του άρθρου 1
Με την υποπαράγραφο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου προτείνεται η έγκριση του Σχεδίου της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (η «Σύμβαση Διευκόλυνσης για τη Διαχείριση Υποχρεώσεων Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα (ΣΙΤ)») για τη χρηματοδοτική ενίσχυση ύψους μέχρι Ευρώ 30.000.000.000, προκειμένου να επιτρέψει στην Ελλάδα να χρηματοδοτήσει, εν μέρει, την Εθελοντική Συναλλαγή Διαχείρισης Υποχρεώσεων, δηλαδή τη διαχείριση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εθελούσια ανταλλαγή ομολόγων που θα συναφθεί μεταξύ της Ελλάδας και ορισμένων επενδυτών του ιδιωτικού τομέα, όπως περιγράφεται στη δήλωση της Ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου 2011.
Σκοπός της Σύμβασης αυτής είναι το ΕΤΧΣ να παρέχει στην Ελλάδα χρηματοδοτική ενίσχυση, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του Μνημονίου Συνεννόησης, και της παρούσας Σύμβασης, μέχρι του συνολικού ποσού των 30 δις ευρώ για να χρηματοδοτήσει η Ελλάδα το μέρος τίτλων της Ευρωζώνης στο πλαίσιο της εθελοντικής συναλλαγής διαχείρισης υποχρεώσεων, προκειμένου κάθε ένα (1) Ευρώ του ανταλλάγματος της προσφοράς να αποτελείται κατά τριάντα (30) λεπτά του Ευρώ από μέρος τίτλων ευρωζώνης και κατά εβδομήντα (70) λεπτά του Ευρώ από Νέα Ελληνικά Ομόλογα.
Αυτό σημαίνει ότι με τη συγκεκριμένη χρηματοδοτική ενίσχυση το Ελληνικό Δημόσιο χρηματοδοτεί την αγορά ομολόγων του ΕΤΧΣ που θα δοθούν προς την κάλυψη του [15% ] της ονομαστικής αξίας των υφιστάμενων ομολόγων. Το Ελληνικό Δημόσιο θα καλύψει το υπόλοιπο [35%] της ονομαστικής αξίας των υφιστάμενων ομολόγων με έκδοση νέων τίτλων, ώστε συνολικά οι ομολογιούχοι να ανταλλάξουν τους υφιστάμενους τίτλους με νέους τίτλους ονομαστικής αξίας 50% των υφιστάμενων.
Η διευκόλυνση αυτή θα είναι διαθέσιμη προς εκταμίευση σε ένα (1) ή περισσότερα τμήματα κατά την διάρκεια της περιόδου ισχύος της Σύμβασης.
Με την υποπαράγραφο β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προτείνεται η έγκριση του Σχεδίου Σύμβασης Συγχρηματοδότησης «Σύμβαση Συγχρηματοδότησης» (“Co–Financing Agreement”) μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας ως επωφελούμενου κράτους μέλους, της ΤτΕ, του Ε.Τ.Χ.Σ., και της Wilmington Trust (London) Limited, ως Εμπιστευματοδόχων των Ομολογιών και της ΤτΕ ως κοινού φορέα πληρωμής, με σκοπό να καθοριστούν για την εκτέλεση της Σύμβασης Διευκόλυνσης για τη Διαχείριση Υποχρεώσεων Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα (ΣΙΤ/PSI) , το οφειλόμενο ποσό, οι πληρωμές και οι υποχρεώσεις, καθώς και ο τρόπος πληρωμής μέσω του κοινού φορέα πληρωμής, όπως ειδικότερα ορίζεται στο Σχέδιο της Σύμβασης.
Με τη συγκεκριμένη σύμβαση ενισχύεται η χρηματοπιστωτική αξία των νέων τίτλων που θα εκδοθούν από το Ελληνικό Δημόσιο παρέχοντας περαιτέρω διασφαλίσεις ως προς την αποπληρωμή τους.
Με την υποπαράγραφο γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προτείνεται η έγκριση της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης (η «Σύμβαση Πιστωτικής Ενίσχυσης ΕΚΤ») ύψους μέχρι Ευρώ 35.000.000.000, προκειμένου να μπορέσει η Ελλάδα να χρηματοδοτήσει την προσφορά επαναγοράς, με την οποία η ΕΚΤ, ενεργώντας ως εκπρόσωπος της Ελλάδας, προσφέρεται να επαναγοράσει από εθνικές κεντρικές τράπεζες («ΕθΚΤ») του Συστήματος του Ευρώ ορισμένα κρατικά ομόλογα εκδόσεως της Ελλάδας, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή των ΕθΚΤ ως εξασφάλιση για νομισματικές πράξεις ή πράξεις ανοιχτής αγοράς με αποδεκτά (επιλέξιμα) τρίτα μέρη.
Mε τον τρόπο αυτό, θα παρασχεθεί η δυνατότητα στην Ελλάδα να χρηματοδοτήσει την απόκτηση των χρεωστικών τίτλων ΕΤΧΣ που απαιτούνται για το σκοπό της προσφοράς επαναγοράς. Η χρηματοδοτική ενίσχυση θα πραγματοποιηθεί μέσω μιας μόνο εκταμίευσης μέχρι του ποσού των 35 δις Ευρώ που αρχίζει από την ημερομηνία υπογραφής της Σύμβασης.
Με την υποπαράγραφο δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προτείνεται η έγκριση της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης ύψους Ευρώ 5.700.000.000 του Ε.Τ.Χ.Σ. προς την Ελλάδα (η «Διευκόλυνση αποπληρωμής Τόκων Ομολόγων») με σκοπό να έχει τη δυνατότητα η Ελλάδα να διενεργήσει πληρωμές για δεδουλευμένους τόκους που απορρέουν από ορισμένα ανεξόφλητα κρατικά ομόλογα της Ελλάδος στο πλαίσιο του PSI. Οι πληρωμές αυτές πρόκειται να γίνουν πριν την ανταλλαγή κατά το χρόνο και στο μέτρο που τα εν λόγω κρατικά ομόλογα ανταλλαγούν με Νέα Ελληνικά Ομόλογα.
Με την περίπτωση α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου εγκρίνεται το Σχέδιο του Μνημονίου Συνεννόησης (Memorandum Of Understanding), το οποίο αποτελείται από τα ακόλουθα διακριτά Μνημόνια:
-το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής (Memorandum of Economic and Financial Policies),
– το Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής (Memorandum of Understanding on Specific Economic Policy conditionality) και
– το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Technical Memorandum of Understanding),
με τα παραρτήματα και τους πίνακες που τα συνοδεύουν.
Με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου εγκρίνονται τα Σχέδια των Επιστολών Πρόθεσης (Letters of Intent) του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών καθώς και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος που απευθύνονται:
α. Στους εκπροσώπους θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. :
– τον Πρόεδρο των κρατών μελών της Ευρωζώνης,
– τον αρμόδιο Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις και το Ευρώ, και
– τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας,
β. Στον εκπρόσωπο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Οι επιστολή προς τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. συνοδεύεται από το Μνημόνιο Συνεννόησης και η επιστολή προς το ΔΝΤ από το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης.
Με την παράγραφο 3 του άρθρου 1 του σχεδίου νόμου παρέχεται στον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να υπογράψουν τα Σχέδια των Επιστολών Πρόθεσης, όπως εγκρίνονται σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2., συνοδευόμενα από το Σχέδιο του Μνημονίου Συνεννόησης, μετά την έγκρισή του σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παραγράφου 2.
Επίσης, παρέχονται στον Υπουργό Οικονομικών οι ακόλουθες εξουσιοδοτήσεις:
– να υπογράψει τα εγκεκριμένα Σχέδια των Συμβάσεων.
– να εκπροσωπεί και να υπογράφει τις ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης καθώς και τις αντίστοιχες Επιστολές Πρόθεσης προς την Ε.Ε. και το ΔΝΤ.
Στον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος παρέχεται η εξουσιοδότηση να εκπροσωπεί την Τράπεζα της Ελλάδος και να υπογράφει τα εγκεκριμένα Σχέδια των Συμβάσεων και τα εγκεκριμένα Σχέδια του Μνημονίου Συνεννόησης και των Επιστολών Πρόθεσης, καθώς και τις ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης με τις αντίστοιχες Επιστολές Πρόθεσης.
Στις προαναφερόμενες εξουσιοδοτήσεις περιλαμβάνεται και η υπογραφή των Σχεδίων των Συμβάσεων και του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης με τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις τους για την αποκατάσταση λαθών ή τη διευκρίνιση ασαφειών.
Με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 και δεδομένου ότι, μία εκ των αναγκαίων συβάσεων χρηματοδοτικής διευκόλυνσης δεν έχει οριστικοποιηθεί στα βασικά της σημεία, παρέχεται ρητή εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να εκπροσωπήσει την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράψει με το ΕΤΧΣ και την Τράπεζα της Ελλάδος σχετική σύμβαση, της οποία το σχέδιο δεν συμπεριλαμβάνεται στα προσαρτώμενα στο παρόν σχέδιο νόμου.
Πρόκειται για τη Σύμβαση Παροχής Διευκόλυνσης για την Ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών (“Bank Recapitalisation Facility”) , η οποία θα συναφθεί με σκοπό την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στην Ελλάδα και η οποία, μετά την υπογραφή της, θα διαβιβαστεί στη Βουλή για ενημέρωση.
Στην παράγραφο 5 του άρθρου 1 ορίζεται ότι οι Συμβάσεις που εγκρίνονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 και 4 ισχύουν από την ημερομηνία υπογραφής τους από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ειδικότερα καθορίζονται σε αυτές και ότι ο Υπουργός Οικονομικών μεριμνά ώστε οι Συμβάσεις της παραγράφου 1 και 4, το Μνημόνιο Συνεννόησης, οι ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης και οι Επιστολές Πρόθεσης, μετά την υπογραφή τους από όλα τα προβλεπόμενα μέρη, να διαβιβάζονται στη Βουλή για ενημέρωση.
Με την παράγραφο 6 ορίζεται ότι ειδικά οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο Ε «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις» παραγράφου 28 και 29 του Μνημονίου Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και στο Κεφάλαιο 4 «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις για την Ενίσχυση της Ανάπτυξης» παράγραφος 4.1: Διασφάλιση της ταχείας προσαρμογής της αγοράς εργασίας και ενίσχυση των θεσμών της αγοράς εργασίας» του Μνημονίου Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής, συνιστούν πλήρεις κανόνες δικαίου άμεσης εφαρμογής δεδομένου ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μνημονίου συνιστούν μέτρα που πρέπει να υιοθετηθούν πριν την εκταμίευση των ενισχύσεων και συνεπώς επιβάλλεται η άμεση ενσωμάτωση των προβλέψεών τους ως κανόνων δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη. Με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου προβλέπεται να ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα αναγκαίο για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
Επί του άρθρου 2:
Στα πλαίσια αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους και αντικατάστασης των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους, πρέπει να ρυθμιστεί το θέμα μεταφοράς των νέων τίτλων στους δικαιούχους τους. Στο πλαίσιο της Συμμετοχής του Ιδιωτικού Τομέα/ΣΙΤ (Private Sector Involvement – PSI) τα υφιστάμενα Ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ) πρόκειται, μετά από συμφωνία των Ομολογιούχων να αντικατασταθούν από νέους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και από ομόλογα που θα εκδώσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ/EFSF). Το ΕΤΧΣ πρόκειται να εκδώσει τα ομόλογα αυτά στο Κεντρικό Μητρώο/Κεντρικό Αποθετήριο της Clearstream Φραγκφούρτης. To ζήτημα τίθεται ενόψει της έλλειψης διασύνδεσης (link) μεταξύ του Συστήματος Άϋλων Τίτλων (ΣΑΤ) της Τράπεζας της Ελλάδος και της Clearstream Φραγκφούρτης. Το ζήτημα τίθεται επίσης – και μάλιστα αποκτά ιδιαίτερη σημασία –, και ως προς τη δυνατότητα χρήσης από τις ελληνικές τράπεζες των ομολόγων του ΕΤΧΣ για παροχή ασφάλειας στην ΤτΕ / ΕΚΤ, προς χρηματοδότηση για σκοπούς νομισματικής πολιτικής ή ημερήσιας ρευστότητας.
Επιδιώκεται, επομένως, να καταστεί δυνατή η κατοχή μέσω των φορέων του ΣΑΤ των ομολόγων του ΕΤΧΣ, που θα πρωτοεκδοθούν και θα έχουν καταχωρισθεί στην Clearstream. Για το σκοπό αυτό κρίνεται απαραίτητη η δημιουργία θεσμικής γέφυρας μεταξύ του ΣΑΤ και της Clearstream, έτσι ώστε να διευκολύνεται η επικοινωνία των δύο αυτών κεντρικών μητρώων. Σημειώνεται ότι σήμερα υπάρχει μονομερώς μόνον δίαυλος επικοινωνίας, μέσω μηχανισμού που έχει εγκριθεί από το Ευρωσύστημα: Οι φορείς του ΣΑΤ δύνανται να κατέχουν τίτλους εκδοθέντες το πρώτον στο ΣΑΤ. Δεν ισχύει, όμως, το αντίστροφο.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις σκοπείται η ασφαλής θεσμοθέτηση της δυνατότητας της καταχώρισης στο ΣΑΤ της ΤτΕ τίτλων πέραν των ΟΕΔ – όπως τα ομόλογα του ΕΤΧΣ –, οι οποίοι θα μπορούν και να έχουν εκδοθεί το πρώτον σε άλλα κεντρικά μητρώα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα καταστεί δυνατή και η επιδιωκόμενη αντιστοίχιση με τα ομόλογα του ΕΤΧΣ, που έχουν πρωτοεκδοθεί και είναι πρωταρχικώς εισηγμένα στην Clearstream. Ως νομοθετική μέθοδος επιλέχθηκε η τροποποίηση του άρθρου 11 του ν. 2198/1994.
Το άρθρο 10 ν. 2198/1994, ως ισχύει, προβλέπει τη δυνατότητα μετατροπής των, σε φυσική μορφή εκδιδόμενων, τίτλων, σε άυλους, αλλά δεν προβλέπει την αντίστροφη δυνατότητα, δηλαδή της μετατροπής των άυλων τίτλων σε ενσώματους, αν για οποιονδήποτε λόγο, κυρίως τεχνικό, ανασταλεί η λειτουργία του Συστήματος Άυλων Τίτλων. Η προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου, καλύπτει αυτό το κενό και περαιτέρω, συνδέει την έκδοση των ενσώματων τίτλων με την επέλευση συγκεκριμένου γεγονότος, ήτοι της μη της λειτουργίας του Συστήματος για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 14 ημερών. Με τον τρόπο αυτό, καλύπτεται και η ανάγκη που γεννάται από την υποχρέωση την οποία αναλαμβάνει το Ελληνικό Δημόσιο, ως εκδότης των νέων ομολόγων, έναντι των ομολογιούχων, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασής του με τον εκπρόσωπο των ομολογιούχων (Bond Trustee), ήτοι να μεριμνά για την έκδοση αξιογράφων σε ενσώματη μορφή σε περίπτωση αναστολής της λειτουργίας του Συστήματος.
Το άρθρο 11 του ν. 2198/1994 προβλέπει τη δυνατότητα εισαγωγής στο ΣΑΤ και τίτλων άλλων εκδοτών πλην του Ελληνικού Δημοσίου. Οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαίο να εκσυγχρονισθούν, συμπληρωθούν και εξειδικευθούν, χάριν ασφαλείας δικαίου, ιδίως μάλιστα όταν θα πρόκειται να αποτελέσουν και αντικείμενο εξέτασης από το Ευρωσύστημα, για να είναι οι τίτλοι που θα εισάγονται στο ΣΑΤ βάσει των νέων διατάξεων επιλέξιμοι ως ασφάλεια για χρηματοδότηση των τραπεζών.
Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 σκοπό έχει α) τη διασφάλιση της ασφαλέστερης εκπλήρωσης από το ΣΑΤ του ρόλου του κεντρικού μητρώου/αποθετηρίου τίτλων πέραν των ΟΕΔ (συναφώς προβλέπεται ρητά η δυνατότητα εισαγωγής στο ΣΑΤ οποιουδήποτε από τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 στοιχείο 13 περ. (β) και (γ) και στοιχείο 14 ν. 3606/2007 χρηματοπιστωτικού μέσου, έλληνα ή αλλοδαπού εκδότη), συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία το ΣΑΤ αποτελεί το δίαυλο επικοινωνίας των φορέων του και επενδυτών για την κτήση και άσκηση δικαιωμάτων επί τίτλων καταχωρημένων σε αλλοδαπό κεντρικό μητρώο / κεντρικό αποθετήριο τίτλων, καθώς και β) την προστασία των δικαιωμάτων των επενδυτών, που θα αποκτούν τους τίτλους αυτούς, σύμφωνα και με τις νεότερες εξελίξεις της επιστήμης, της τεχνολογίας, αλλά και της ελληνικής νομοθεσίας. Οι ρυθμίσεις αυτές προβλέπουν, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό δυνατή, τη διάνοιξη δίαυλου επικοινωνίας (διασύνδεσης / link) μεταξύ του ΣΑΤ και άλλων κεντρικών μητρώων / κεντρικών αποθετηρίων. Στο πλαίσιο αυτό προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η τήρηση εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος (ιδίως υπό την ιδιότητα του διαχειριστή κεντρικού μητρώου/αποθετηρίου τίτλων) λογαριασμού χρηματοπιστωτικών μέσων, σε αλλοδαπό κεντρικό μητρώο/κεντρικό αποθετήριο τίτλων μέσω του οποίου έχουν εκδοθεί τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα. Κατά την κρατούσα ορολογία, εν προκειμένω το ΣΑΤ της ΤτΕ ενεργεί ως “Investor SSS”, το δε κεντρικό μητρώο/αποθετήριο μέσω του οποίου έχει γίνει η έκδοση των τίτλων συνιστά το “Issuer SSS”. Επισημαίνεται ότι, κατόπιν σχετικής αξιολόγησής της από το Ευρωσύστημα, η διασύνδεση του ΣΑΤ με άλλα κεντρικά μητρώα/αποθετήρια τίτλων, ιδίως ως ανωτέρω περιγράφεται, καθιστά εφικτή τη χρήση των τίτλων που κατέχουν οι φορείς του ΣΑΤ και οι οποίοι έχουν πρωταρχικώς εκδοθεί σε άλλο κεντρικό μητρώο / κεντρικό αποθετήριο τίτλων ως ασφάλεια για χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΤτΕ / ΕΚΤ.
Στα πλαίσια της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας αντικαθίσταται το άρθρο 11 του ν. 2198/1994 με την αντικατάσταση της παραγράφου 1 του ισχύοντος, την αναρίθμηση της ισχύουσας παραγράφου 2 σε 12 και την τροποποίηση της ισχύουσας παραγράφου 3 (και αναριθμούμενης σε παράγραφο 13), δεδομένου ότι το κύριο φορολογικό της περιεχόμενο έχει καταργηθεί μεταγενεστέρως από τις νεότερες διατάξεις του ΚΦΕ.
Με την παράγραφο 3 του άρθρου 2, τροποποιείται το σχετικό άρθρο του ν.2198/1994, σύμφωνα με το οποίο, οι λογαριασμοί τίτλων με λογιστική μορφή καλύπτονται από το απόρρητο που διέπει και τους λογαριασμούς καταθέσεων, όπως αυτό εκάστοτε εφαρμόζεται στο πλαίσιο της κείμενης νομοθεσίας. Η διαδικασία ανταλλαγής που θεσμοθετείται ωστόσο, απαιτεί τη διαβίβαση στοιχείων σχετικά με το περιεχόμενο των τηρουμένων στο Σύστημα λογαριασμών τίτλων στο Ελληνικό Δημόσιο και τους εντολοδόχους του και δεδομένης της αυστηρότητας του ισχύοντος δυνάμει του ν.δ. 1059/1971 απορρήτου, στενή ερμηνεία του θα ήταν δυνατό να οδηγήσει σε κατάφαση της ισχύος του απορρήτου, ακόμη και έναντι του εκδότη των τίτλων. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, για λόγους ασφάλειας δικαίου, με την παρούσα παράγραφο προβλέπεται ότι το απόρρητο δεν ισχύει έναντι του εκδότη των τίτλων. Νοείται εν προκειμένω ότι το απόρρητο δεν θα ισχύει και έναντι των εντολοδόχων του εκδότη. Η εν λόγω διάταξη, όπως προκύπτει από το γράμμα, αλλά και το πνεύμα της, θα πρέπει να νοηθεί ότι καταλαμβάνει και τους τίτλους που θα εκδοθούν σε αντικατάσταση των υφισταμένων.
Με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 ρυθμίζεται το ζήτημα των εντολών μεταβίβασης που έχουν τυχόν εισαχθεί στο Σύστημα χωρίς να έχουν εκτελεσθεί μέχρι τη δημοσίευση της απόφασης με την οποία εγκρίνεται η απόφαση των Ομολογιούχων, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος αμφισβητήσεων ως προς το πρόσωπο των δικαιούχων επενδυτών-ομολογιούχων. Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται αφενός μεν ότι, από το πέρας της ημέρας δημοσίευσης της εγκριτικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν επέρχονται μεταβολές στους τηρούμενους στο Σύστημα λογαριασμούς τίτλων, αφετέρου δε ότι εντολές μεταβίβασης, οι οποίες είχαν στο μεταξύ εισαχθεί στο Σύστημα χωρίς να έχουν εκτελεστεί μέχρι το πέρας της ημέρας δημοσίευσης δεν εκκαθαρίζονται πλέον στο Σύστημα, νοουμένου ότι τα μέρη θα πρέπει να εκκαθαρίσουν διμερώς τις μεταξύ τους συναλλαγές.
Η υλοποίηση των αποφάσεων της συνόδου Κορυφής της 26/27ης Οκτωβρίου 2011, οι διαδικασίες ανταλλαγής των παλαιών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με την έκδοση νέων, οι νέες δανειακές συμβάσεις που θα υπογραφούν και η εφαρμογή τους, περιλαμβάνουν μια αλληλουχία γεγονότων που πρέπει να ακολουθηθεί και να υλοποιηθεί σε πολύ στενά χρονικά περιθώρια.
Με τις παραγράφους 5-8 του άρθρου 2 προτείνεται η κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Δημοσίου Λογιστικού ν. 2362/1995 (άρθρα 8Α, 21, 43,64,65 κ.λ.π.), τακτοποίηση των εσόδων και πληρωμών με ή χωρίς ταμειακή ροή που θα γίνουν, απολογιστικά με συμψηφιστικά εντάλματα ή οποιαδήποτε άλλα έγγραφα καθοριστούν με Υπουργικές αποφάσεις, προκειμένου το Ελληνικό Δημόσιο να μην καταστεί υπερήμερο σε πληρωμές και κινήσεις κεφαλαίων που πρέπει να γίνουν καθ’ όλο το χρόνο εφαρμογής και υλοποίησης των αποφάσεων της συνόδου κορυφής και ανταλλαγής των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου παλαιοτέρων εκδόσεων, με ομόλογα νέας έκδοσης.
Επί του άρθρου 3:
Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου ορίζεται ότι, η ανταλλαγή ομολόγων, στα πλαίσια της αναδιάταξης του ελληνικού χρέους, θεωρείται διακράτηση μέχρι την ημερομηνία λήξης των αρχικών ομολόγων και συνεπώς, ισχύει η φορολογική απαλλαγή που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 11 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος .
Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 οι τόκοι που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας/ΕΤΧΣ) κατ’ εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους τόκους που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο στην Ελλάδα.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 3 ρυθμίζεται η φορολογική μεταχείριση των τίτλων εκδόσεως Ελληνικού Δημοσίου, η απόδοση των οποίων συνδέεται με το ΑΕΠ, με την εξομοίωση των εισοδημάτων και κεφαλαιακών κερδών από αυτούς τους τίτλους με τα εισοδήματα και κεφαλαιακά κέρδη από παράγωγα χρηματοπιστωτικά προϊόντα.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 δίνεται η δυνατότητα στις τράπεζες, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ασφαλιστικά ταμεία και λοιπά νομικά πρόσωπα να αποσβέσουν τη χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος τους από την ανταλλαγή των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με νέους τίτλους ονομαστικής αξίας (ανταλλαγή σε «discount») σε όσες διαχειριστικές περιόδους μεσολαβούν μέχρι τη λήξη των ομολόγων. Η ρύθμιση αυτή γίνεται για να αποφευχθεί η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση των πιο πάνω νομικών προσώπων.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 3 προβλέπεται η μεταφορά προς συμψηφισμό με το φόρο εισοδήματος τυχόν πιστωτικού υπολοίπου από δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2011 και μετά, των τραπεζών, κατά το μέρος που οφείλεται σε φόρο που έχει παρακρατηθεί επί τόκων ομολόγων ή εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου και ομολόγων ημεδαπών επιχειρήσεων διαδοχικώς στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη από τη δημιουργία του πιστωτικού υπολοίπου, κατά το υπόλοιπο που απομένει κάθε φορά.
Είναι προφανές ότι η επιτυχία του προγράμματος αναδιάταξης του ελληνικού χρέους που αποφασίστηκε από τη Σύνοδο Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου 2011 είναι εξαιρετικής σημασίας για την Ελλάδα. Ως εκ τούτου απαιτείται συστράτευση όλων των εμπλεκομένων στην εθνική αυτή προσπάθεια, η αίσια έκβαση της οποίας είναι κρίσιμη για τα δημόσια οικονομικά και, κατ’ επέκταση, για τα οικονομικά των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, δημοσίου δικαίου και των ασφαλιστικών φορέων, αλλά και των Ομολογιούχων γενικά.
Η αρμοδιότητα απόφασης συμμετοχής σε πρόγραμμα ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, των ημεδαπών νομικών προσώπων ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου, είτε ως φορέων του Συστήματος Λογιστικής Παρακολούθησης Συναλλαγών της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν.2198/1994, είτε ως επενδυτών που έχουν αξίωση επί ή εκ του τίτλου, επιβάλλεται να προσδιοριστεί ειδικά, δεδομένου ότι πρόκειται για έκτακτη διαχειριστική πράξη, μη προβλεπόμενη ειδικά στους γενικούς κανόνες δικαίου και στις καταστατικές διατάξεις των νομικών προσώπων.
Ενόψει δε του κατεπείγοντος της διαδικασίας και της προφανούς ανάγκης ολοκλήρωσής της σε συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια, η αρμοδιότητα για τη λήψη της αποφάσεως αυτής, ανατίθεται, ειδικά και αποκλειστικά, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διατάξεως νόμου ή καταστατικού, στο συλλογικό όργανο διοίκησης (δηλαδή στο διοικητικό συμβούλιο ή στο αντίστοιχο του διοικητικού συμβουλίου ανώτατο όργανο διοίκησης προκειμένου περί νομικών προσώπων στα οποία δεν προβλέπεται διοικητικό συμβούλιο).
Περαιτέρω, πρέπει να διασφαλιστεί ο εθελοντικός χαρακτήρας συμμετοχής στη διαδικασία ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου. Προς τούτο, επιβάλλεται να οριστεί ότι το θεσμικό «περιβάλλον», εντός του οποίου λαμβάνεται η σχετική απόφαση των αρμοδίων οργάνων, είναι περιβάλλον εντός του οποίου αποτυπώνεται ελεύθερα η βούλησή τους, στην παραγωγή της οποίας, πρυτανεύει το συμφέρον του οικείου νομικού προσώπου κατά τη συνείδηση των φυσικών προσώπων που λαμβάνουν την απόφαση, τα οποία ως εκ τούτου δεν υπέχουν ευθύνη, ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη, εκ του γεγονότος ασκήσεως της αρμοδιότητας που τους ανατίθεται με τις προτεινόμενες διατάξεις.
Για τους ανωτέρω λόγους, με τις παραγράφους 7 και 8 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου, προστίθενται εδάφια στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 45 του ν. 3863/2010, και στο τέλος της υποπαραγράφου γ΄ της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997, ενώ με την παράγραφο 9, τίθεται η γενική διάταξη αποσαφήνισης της αρμοδιότητας για τη λήψη της ειδικής απόφασης που προεκτέθηκε από τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.
Επί του άρθρου 4:
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου παρέχεται εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για την έκδοση κανονιστικής απόφασης με την οποία συστήνεται ανώνυμη εταιρεία αποκλειστικού σκοπού με την επωνυμία «Ταμείο Στήριξης Ασφαλιστικού Συστήματος Α.Ε.» (Ταμείο). Η αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που μεταβιβάζονται στο Ταμείο αποτελεί τον αποκλειστικό σκοπό του Ταμείου, προκειμένου να στηριχθεί οικονομικά το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας. Τα περιουσιακά στοιχεία θα προβλέπεται να μεταβιβάζονται και να περιέρχονται στο Ταμείο χωρίς αντάλλαγμα με κοινή υπουργική απόφαση.
Σύμφωνα με την κανονιστική απόφαση σύστασης του Ταμείου και έγκρισης του καταστατικού της παραγράφου 2 του άρθρου 4, προσδιορίζεται ειδικότερα ο σκοπός του και καθορίζονται τα θέματα που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία που περιέρχονται σε αυτό, τα έσοδα και τη διάθεσή τους και εγκρίνεται το καταστατικό του Ταμείου. Στο καταστατικό του ρυθμίζονται τα θέματα που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία για τις ανώνυμες εταιρείες (έδρα, αρχικό μετοχικό κεφάλαιο, αύξηση και μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, έκδοση των μετοχών, δικαιώματα των μετόχων, σύγκληση, συγκρότηση, λειτουργία και αρμοδιότητες της Γ.Σ. και του Δ.Σ., τις αρμοδιότητες του Προέδρου του Δ.Σ. και του Διευθύνοντος Συμβούλου, πόροι του Ταμείου, ελεγκτές, εταιρική χρήση, ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, λύση και εκκαθάριση της εταιρείας, κλπ).
Με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 4, παρέχονται εξουσιοδοτήσεις για έκδοση υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες εγκρίνονται ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας του Ταμείου (διάρθρωση Ταμείου, θέσεις προσωπικού, αναγκαία προσόντα κλπ) και ο κανονισμός του (όροι και διαδικασίες ανάθεσης μελετών, υπηρεσιών, εκτέλεσης έργων και εργασιών, προμηθειών, αγορών ακινήτων, μισθώσεων, εκμισθώσεων και γενικά παραχωρήσεων χρήσης και κάθε άλλου ενοχικού ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτων).
Αυτά επιδιώκονται με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου και παρακαλείται η Εθνική Αντιπροσωπεία για την ψήφισή του.
Αθήνα Φεβρουαρίου 2012
Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΗΜΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ
ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ
ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΑΝΗΣ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ
ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΚΑΨΗΣ
ΟΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΣΑΧΙΝΙΔΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ
ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΞΥΝΙΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ
ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΚΩΝ/ΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας»
Άρθρο 1
Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης,
του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης
και παροχή εξουσιοδοτήσεων για την υπογραφή τους
1. Εγκρίνονται τα ακόλουθα Σχέδια Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), όπως τα Σχέδια αυτά με τα συνημμένα παραρτήματά τους στην αγγλική γλώσσα, ως επίσημη γλώσσα των κειμένων αυτών, και σε μετάφρασή τους στην ελληνική γλώσσα προσαρτώνται στον παρόντα νόμο:
α) Το Σχέδιο Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ε.Τ.Χ.Σ., της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της ΤτΕ, με τίτλο «Σύμβαση Διευκόλυνσης Διαχείρισης Υποχρεώσεων ΣΙΤ» (“PSI LM Facility Agreement”), μαζί με τα επτά (7) παραρτήματά της, για την παροχή χρηματοδοτικής ενίσχυσης μέχρι του συνολικού ποσού των τριάντα δισεκατομμυρίων (30,000,000,000) Ευρώ, με σκοπό να χρηματοδοτηθεί μέρος της εθελοντικής ανταλλαγής ομολόγων της Ελλάδας με επενδυτές του ιδιωτικού τομέα, κατ’ εφαρμογή της δήλωσης της Συνόδου Κορυφής των κρατών μελών της Ευρωζώνης της 26ης Οκτωβρίου 2011, όπως ειδικότερα ορίζεται στο Σχέδιο της Σύμβασης (Παράρτημα I).
β) Το Σχέδιο Σύμβασης Συγχρηματοδότησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας ως επωφελούμενου κράτους μέλους, της ΤτΕ, του Ε.Τ.Χ.Σ., και της Wilmington Trust (London) Limited, με τίτλο «Σύμβαση Συγχρηματοδότησης» (“Co–Financing Agreement”), με τα τρία (3) παραρτήματά της, με σκοπό να καθοριστούν για την εκτέλεση της Σύμβασης της περίπτωσης α’, το οφειλόμενο ποσό, οι πληρωμές και οι υποχρεώσεις, καθώς και ο τρόπος πληρωμής μέσω κοινού φορέα πληρωμής, όπως ειδικότερα ορίζεται στο Σχέδιο της Σύμβασης (Παράρτημα ΙΙ).
γ) Το Σχέδιο Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ε.Τ.Χ.Σ., της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της ΤτΕ, με τίτλο «Συμφωνία Διευκόλυνσης Πιστωτικής Ενίσχυσης της ΕΚΤ» (“ECB Credit Enhancement Facility Agreement”), μαζί με τα έξι (6) παραρτήματά της, για την παροχή χρηματοδοτικής ενίσχυσης, μέχρι του συνολικού ποσού των τριάντα πέντε δισεκατομμυρίων (35,000,000,000) Ευρώ, με σκοπό να παρασχεθεί στην Ελληνική Δημοκρατία η δυνατότητα να χρηματοδοτήσει την ενδεχόμενη επαναγορά τίτλων της που έχουν παρασχεθεί ως ενέχυρο στο Ευρωσύστημα, με τίτλους του Ε.Τ.Χ.Σ., όπως ειδικότερα ορίζεται στο Σχέδιο της Σύμβασης (Παράρτημα IIΙ).
δ) Το Σχέδιο Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ε.Τ.Χ.Σ., της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της ΤτΕ με τίτλο «Διευκόλυνση αποπληρωμής Τόκων Ομολόγων» (“Bond Interest Facility”) μαζί με τα έξι (6) παραρτήματά της, σχετικά με την παροχή χρηματοδοτικής ενίσχυσης μέχρι του συνολικού ποσού των πέντε δισεκατομμυρίων επτακοσίων εκατομμυρίων (5,700,000,000) Ευρώ, με σκοπό την εξυπηρέτηση των δεδουλευμένων τόκων ομολόγων πριν την ανταλλαγή, όπως ειδικότερα ορίζεται στο Σχέδιο της Σύμβασης, (Παράρτημα ΙV).
2. Εγκρίνονται τα Σχέδια:
α) του Μνημονίου Συνεννόησης (Memorandum Of Understanding) μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο αποτελείται από: αα) το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής (Memorandum of Economic and Financial Policies), ββ) το Μνημόνιο Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής (Memorandum of Understanding on Specific Economic Policy conditionality) και γγ) το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης (Technical Memorandum of Understanding) με τα παραρτήματα και τους πίνακες που το συνοδεύουν στην αγγλική ως επίσημη γλώσσα, και σε μετάφρασή του στην ελληνική γλώσσα, όπως το Σχέδιο του Μνημονίου προσαρτάται στον παρόντα νόμο (Παράρτημα V).
β) των Επιστολών Πρόθεσης (Letters of Intent) του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών καθώς και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος προς: αα) τον Πρόεδρο των κρατών μελών της Ευρωζώνης, τον αρμόδιο Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις και το Ευρώ, και τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία θα συνοδεύεται από το Μνημόνιο Συνεννόησης όπως εγκρίνεται σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση α’ και ββ) το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), η οποία θα συνοδεύεται από το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης, όπως εγκρίνονται σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση α΄, των οποίων τα Σχέδια στην αγγλική ως επίσημη γλώσσα και σε μετάφρασή τους στην ελληνική γλώσσα, προσαρτώνται στον παρόντα νόμο (Παράρτημα VI).
3. α) Παρέχεται στον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να εκπροσωπήσουν την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράψουν τα εγκεκριμένα, σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2, Σχέδια των Επιστολών Πρόθεσης με το συνημμένο σε αυτές, εγκεκριμένο σύμφωνα με την περίπτωση α’ της παραγράφου 2, Σχέδιο του Μνημονίου Συνεννόησης.
β) Παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να εκπροσωπήσει την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράψει τα εγκεκριμένα σύμφωνα με την παράγραφο 1, Σχέδια των Συμβάσεων, καθώς και των παραρτημάτων τους όπου προβλέπεται.
γ) Παρέχεται στον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος η εξουσιοδότηση να εκπροσωπεί την Τράπεζα της Ελλάδος και να υπογράφει τα εγκεκριμένα σύμφωνα με την παράγραφο 1 Σχέδια των Συμβάσεων και τα εγκεκριμένα σύμφωνα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 2, Σχέδια των Επιστολών Πρόθεσης, με το συνημμένο σε αυτές Μνημόνιο Συνεννόησης, καθώς και τις ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης με τις αντίστοιχες Επιστολές Πρόθεσης.
δ) Παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να εκπροσωπεί την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράφει τις ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης της περίπτωσης α’ της παραγράφου 2, με τις αντίστοιχες Επιστολές Πρόθεσης προς τον Πρόεδρο των κρατών μελών της Ευρωζώνης, τον αρμόδιο Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις και το Ευρώ, τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Στις ως άνω παρεχόμενες εξουσιοδοτήσεις περιλαμβάνεται και η υπογραφή των Σχεδίων των Συμβάσεων της παραγράφου 1 και των Σχεδίων του Μνημονίου Συνεννόησης της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2, με τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις για την αποκατάσταση λαθών ή τη διευκρίνιση ασαφειών των Σχεδίων.
4. Παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να εκπροσωπεί την Ελληνική Δημοκρατία και να υπογράψει Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης με το ΕΤΧΣ και την Τράπεζα της Ελλάδος, με την οποία θα παρέχεται χρηματοδοτική ενίσχυση από το ΕΤΧΣ, προς τον σκοπό της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών στην Ελλάδα.
5. Η ισχύς των Συμβάσεων των παραγράφων 1 και 4 αρχίζει από την ημερομηνία υπογραφής τους από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ειδικότερα καθορίζονται σε αυτές. Με μέριμνα του Υπουργού Οικονομικών, οι Συμβάσεις των παραγράφων 1 και 4, το Μνημόνιο Συνεννόησης της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2, οι ανά τρίμηνο αναθεωρήσεις του Μνημονίου Συνεννόησης και οι Επιστολές Πρόθεσης της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 καθώς και της προηγούμενης παραγράφου, μετά την υπογραφή τους από όλα τα προβλεπόμενα μέρη, διαβιβάζονται στη Βουλή για ενημέρωση.
6. Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο Ε «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις», παράγραφοι 28 και 29 του Μνημονίου Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής και στο Κεφάλαιο 4 «Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις για την Ενίσχυση της Ανάπτυξης» παράγραφος 4.1 :«Διασφάλιση της ταχείας προσαρμογής της αγοράς εργασίας και ενίσχυση των θεσμών της αγοράς εργασίας» του Μνημονίου Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής, , τα σχέδια των οποίων εγκρίνονται κατά την παράγραφο 2 και προσαρτώνται ως παράρτημα V στον παρόντα νόμο, συνιστούν πλήρεις κανόνες δικαίου άμεσης εφαρμογής. Με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσης παραγράφου.
Άρθρο 2
Τροποποίηση των ν.2198/1994 και ν.2362/1995
1. Οι υφιστάμενες διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2198/1994 (Α΄ 43), όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με την περίπτωση στ΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 15 του ν.2469/1997 (Α΄ 67), αριθμούνται ως παράγραφος 1 και προστίθεται νέα παράγραφος 2, ως εξής:
«2. Σε περίπτωση αναστολής της λειτουργίας του Συστήματος για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 14 συνεχόμενων ημερών, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών εκδίδονται ενσώματοι τίτλοι, οι οποίοι παραδίδονται στους φορείς του Συστήματος προς φύλαξη ή προς διάθεση στους δικαιούχους επενδυτές. Οι τίτλοι του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να εκδίδονται και υπό μορφή αποθετηρίων εγγράφων. Ειδικά θέματα και λεπτομέρειες σχετικά με τους τίτλους της παρούσας παραγράφου ρυθμίζονται με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.».
2. Το άρθρο 11 του ν. 2198/1994 (Α΄ 43) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 11
Επέκταση Συστήματος – Φορολογικές απαλλαγές
1. Στο Σύστημα δύνανται να εισάγονται και χρηματοπιστωτικά μέσα ελλήνων ή αλλοδαπών εκδοτών, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο 13 περιπτώσεις β’ και γ’ και στοιχείο 14 του ν. 3606/2007. Η εισαγωγή στο Σύστημα των παραπάνω χρηματοπιστωτικών μέσων γίνεται με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και ως προς τα χρηματοπιστωτικά μέσα της παρούσας παραγράφου.
2. Στο Σύστημα δύνανται επίσης να καταχωρίζονται, υπό μορφή τίτλων σε λογιστική μορφή, και α) χρηματοπιστωτικά μέσα, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο 13 περιπτώσεις β΄ και γ΄ και στοιχείο 14 του ν. 3606/2007, ελλήνων ή αλλοδαπών εκδοτών, που έχουν εκδοθεί σε υλική ή άυλη μορφή, καθώς και β) δικαιώματα επί των ως άνω χρηματοπιστωτικών μέσων. Η εισαγωγή στο Σύστημα των παραπάνω τίτλων γίνεται με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και ως προς τους τίτλους της παρούσας παραγράφου, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του παρόντος άρθρου.
3. α) Η καταχώριση στο Σύστημα των χρηματοπιστωτικών μέσων της παραγράφου 2 ή και των δικαιωμάτων επ’ αυτών γίνεται
αα) από τον εκδότη των χρηματοπιστωτικών μέσων ή
ββ) από
i) φορέα του Συστήματος ή
ii) άλλο πρόσωπο που παρέχει νόμιμα υπηρεσίες θεματοφύλακα κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 2 στοιχείο α΄ του ν. 3606/2007 σε κράτος μέλος του ΕΟΧ,
που κατέχει αυτά τα χρηματοπιστωτικά μέσα (οι «υποκείμενες αξίες») σε υλική ή άυλη μορφή μέσω λογαριασμών τίτλων που τηρεί σε Κεντρικό Μητρώο Τίτλων, Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων ή άλλο θεματοφύλακα υπό μορφή πιστωτικού ιδρύματος, ΕΠΕΥ ή άλλου φορέα που αποτελεί αντικείμενο εποπτείας για την άσκηση της δραστηριότητας αυτής σε κράτος μέλος του ΕΟΧ (ο «Θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιών»).
β) Τα ως άνω πρόσωπα, που καταχωρίζουν στο Σύστημα χρηματοπιστωτικά μέσα ή δικαιώματα επ’ αυτών κατά τα ανωτέρω, αποτελούν τους εκδότες των τίτλων σε λογιστική μορφή του Συστήματος.
4. Οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 2 επ. εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αα΄ του στοιχείου α’ της παραγράφου 3.
5. Κατά την έκδοση των καταχωριζόμενων στο Σύστημα, σε λογιστική μορφή τίτλων, της περίπτωσης ββ΄ του στοιχείου α΄ της παραγράφου 3, καθορίζεται εάν η καταβολή των ληξιπρόθεσμων τόκων και κεφαλαίων των υποκείμενων αξιών, θα γίνεται α) από τον εκδότη των τίτλων που εκδίδονται στο Σύστημα ή β) απ’ ευθείας από τον Θεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, ως διαχειρίστριας του Συστήματος, στους οικείους λογαριασμούς των φορέων του Συστήματος στους οποίους είναι καταχωρισμένοι οι τίτλοι σε λογιστική μορφή που αντιστοιχούν στις υποκείμενες αξίες. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων διατάξεων του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 2 επ.
6. Ο κατά περίπτωση υπόχρεος για την καταβολή σύμφωνα με την παράγραφο 5 αποδίδει στους οικείους λογαριασμούς του κάθε φορέα του Συστήματος τους τόκους και το κεφάλαιο των οφειλομένων τίτλων. Η κατά τα ανωτέρω καταβολή επιφέρει την απόσβεση των υποχρεώσεων της Τράπεζας της Ελλάδος, του εκδότη των τίτλων σε λογιστική μορφή, του Θεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών και του εκδότη των υποκείμενων αξιών έναντι των δικαιούχων των τίτλων.
7. Δικαιούχοι των δικαιωμάτων που απορρέουν από τους τίτλους που καταχωρίζονται και παρακολουθούνται από το Σύστημα κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2 επ. του παρόντος άρθρου, έναντι του εκδότη τους ή, κατά περίπτωση, του εκδότη των υποκείμενων αξιών, καθώς και ως προς τον Θεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών και κάθε τρίτο είναι οι δικαιούχοι των λογαριασμών των φορέων που τηρούνται στο Σύστημα κατά τις διατάξεις των άρθρων 6 – 8 και του παρόντος. Προκειμένου περί λογαριασμών επενδυτών, δικαιούχοι είναι οι επενδυτές, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εφαρμοζομένων αναλόγως και των διατάξεων των άρθρων 6 – 8 του παρόντος νόμου, του άρθρου 68 παρ. 3 του ν. 3601/2007 (Α΄ 178), καθώς και του άρθρου 23 παρ. 4 και του άρθρου 12 παράγραφοι 10-11 του ν. 3606/2007 (Α΄ 195).
8. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο επενδυτής έχει αξίωση εκ του τίτλου του, στρεφόμενη μόνο κατά του φορέα του Συστήματος, στον οποίο τηρείται ο λογαριασμός του. Προκειμένου περί τίτλων της περίπτωσης αα΄ του στοιχείου α΄ της παραγράφου 3, εάν ο εκδότης του τίτλου δεν έχει εκπληρώσει τις κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 8 υποχρεώσεις του, οι δικαιούχοι των τίτλων, φορείς του Συστήματος και επενδυτές, έχουν αξίωση εκ του τίτλου μόνο κατά του εκδότη του τίτλου. Προκειμένου περί τίτλων της περίπτωσης ββ΄ του στοιχείου α΄ της παραγράφου 3, οι φορείς του Συστήματος και, κατά περίπτωση, οι επενδυτές, έχουν αξίωση στρεφόμενη μόνο κατά του εκδότη της υποκείμενης αξίας ή, κατά περίπτωση, του Θεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών, εφόσον ο εκδότης της υποκείμενης αξίας δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του ή ο Θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιών δεν αποδίδει τα προσηκόντως καταβληθέντα σ’ αυτόν από τον εκδότη κεφάλαια ή τόκους, αντιστοίχως, προς πληρωμή των δικαιούχων των υποκείμενων αξιών.
9. α) Εάν ο εκδότης των υποκείμενων αξιών δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του για καταβολή των ληξιπρόθεσμων τόκων και κεφαλαίων, δεν ευθύνονται έναντι των φορέων ή των επενδυτών ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή, ο Θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιών ή η Τράπεζα της Ελλάδος. Ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή, καθώς και, κατά περίπτωση, οι οικείοι φορείς του Συστήματος και οι επενδυτές έχουν ευθεία αξίωση κατά του εκδότη των υποκείμενων αξιών. Ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή ασκεί τις αξιώσεις ή συνδράμει στην άσκηση των αξιώσεων επί και εκ των υποκείμενων αξιών για λογαριασμό των εκάστοτε τελικών δικαιούχων.
β) Εάν ο Θεματοφύλακας των υποκείμενων αξιών δεν έχει εκπληρώσει την υποχρέωσή του προς καταβολή στον εκδότη των τίτλων σε λογιστική μορφή των κεφαλαίων και τόκων, που αποδόθηκαν σ’ αυτόν από τον εκδότη των υποκείμενων αξιών, προς πληρωμή των δικαιούχων τους, ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή, καθώς και οι οικείοι φορείς του Συστήματος και οι επενδυτές έχουν ευθεία αξίωση κατά του Θεματοφύλακα των υποκείμενων αξιών, εφαρμοζομένου και του τελευταίου εδαφίου του στοιχείου α΄ της παρούσας παραγράφου. Δεν ευθύνονται έναντι των φορέων του Συστήματος ή των επενδυτών ο εκδότης των υποκείμενων αξιών, ο εκδότης των τίτλων σε λογιστική μορφή ή η Τράπεζα της Ελλάδος.
γ) Επιφυλασσομένων των ανωτέρω, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 2 επ.
10. α) Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να τηρεί λογαριασμούς τίτλων σε Κεντρικό Μητρώο Τίτλων ή Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων για χρηματοπιστωτικά μέσα κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο 13 περιπτώσεις β΄ και γ΄ και στοιχείο 14 του ν. 3606/2007, ελλήνων ή αλλοδαπών εκδοτών, που έχουν εκδοθεί σε υλική ή άυλη μορφή ή δικαιώματα επ’ αυτών. Ως προς τους τίτλους αυτούς δύναται αα) να εκδίδει στο Σύστημα σε λογιστική μορφή τίτλους που αντιπροσωπεύουν δικαιώματα στα εν λόγω υποκείμενα χρηματοπιστωτικά μέσα ή τα δικαιώματα επ’ αυτών κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή ββ) να καταχωρίζει τα δικαιώματα εξ αυτών με λογιστικές εγγραφές στους λογαριασμούς τίτλων που τηρεί κατ’ ανάλογο εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου.
β) Οι διατάξεις του παρόντος νόμου για την τήρηση και μεταβίβαση τίτλων στο Σύστημα, περιλαμβανομένων των διατάξεων για τα δικαιώματα, τις αξιώσεις και την προστασία των δικαιούχων των τίτλων, φορέων και επενδυτών, εφαρμόζονται και ως προς τους τίτλους της περίπτωσης αα΄ του στοιχείου α΄, καθώς και ως προς τα δικαιώματα της περίπτωσης ββ΄ του στοιχείου α΄. Σε περίπτωση μη εκπλήρωσης υποχρεώσεων αα) εκδότη υποκείμενων χρηματοπιστωτικών μέσων που η Τράπεζα της Ελλάδος κατέχει μέσω λογαριασμού σε Κεντρικό Μητρώο Τίτλων ή σε Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων ή ββ) Κεντρικού Μητρώου Τίτλων και Κεντρικού Αποθετηρίου Τίτλων, ως προς τα υποκείμενα χρηματοπιστωτικά μέσα που η Τράπεζα της Ελλάδος κατέχει μέσω αυτών, η Τράπεζα της Ελλάδος λαμβάνει κάθε εύλογο πρόσφορο μέτρο για την προάσπιση των δικαιωμάτων και συμφερόντων των δικαιούχων των υποκείμενων αξιών, όπως αυτοί προκύπτουν από τις σχετικές εγγραφές στα βιβλία και στοιχεία της, σύμφωνα με τις οδηγίες που λαμβάνει από αυτούς, όπως δύναται να προσδιορίζεται με Πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
γ) Ως προς τους τίτλους και τα δικαιώματα επί χρηματοπιστωτικών μέσων της παρούσας παραγράφου, περιλαμβανομένων και των δικαιωμάτων επί των υποκειμένων αξιών εφόσον εφαρμόζεται ελληνικό δίκαιο, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 10 και 11 του άρθρου 12 του ν. 3606/2007, του άρθρου 57Α τέταρτη παράγραφος του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της παραγράφου 3 του άρθρου 68 ν. 3601/2007.
11. Ειδικά θέματα του παρόντος άρθρου, ενδεικτικώς ως προς τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των φορέων και, εν γένει, ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από τους τίτλους του παρόντος άρθρου, και λεπτομέρειες επεκτάσεως του Συστήματος ως προς τις κατηγορίες των τίτλων που θα εγγράφονται σε λογαριασμούς του Συστήματος κατά το παρόν άρθρο, δύνανται να ρυθμίζονται με Πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
12. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, νοείται και πράξη του νομίμως υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένου οργάνου.
13. Απαλλάσσεται των τελών χαρτοσήμου η εξόφληση των τόκων των κατά τον παρόντα νόμο εκδιδομένων δανείων του Δημοσίου. Ομοίως απαλλάσσονται των τελών χαρτοσήμου οι ομολογιακοί τίτλοι ή ομόλογα με ρήτρα συναλλάγματος ή άλλη ρήτρα, καθώς και η μεταβίβασή τους και η ενεχυρίασή τους.»
3. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 2198/1994 προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Το απόρρητο αυτό δεν ισχύει έναντι του εκδότη των τίτλων.»
4. Σε περίπτωση ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου κατ΄ εφαρμογή προγράμματος για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, ουδεμία μεταβολή επέρχεται στους λογαριασμούς τίτλων που τηρούνται στο Σύστημα Παρακολούθησης Συναλλαγών επί Τίτλων σε Λογιστική Μορφή που διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος (το Σύστημα), όσον αφορά τους επιλέξιμους τίτλους, μετά το πέρας της ημέρας κατά την οποία δημοσιεύεται η σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για έγκριση της απόφασης των Ομολογιούχων. Εντολές μεταβίβασης, ως προς τους επιλέξιμους τίτλους που πρόκειται να ανταλλαγούν, οι οποίες έχουν εισαχθεί στο Σύστημα και δεν έχουν εκτελεστεί μέχρι το πέρας της ημέρας δημοσίευσης της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν ισχύουν πλέον ως προς το Σύστημα και τα συμβαλλόμενα μέρη μεριμνούν διμερώς για την εκκαθάριση και το διακανονισμό των μεταξύ τους απαιτήσεων και υποχρεώσεων. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος δύναται να ρυθμίζεται κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
5. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 64 του ν. 2362/1995, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 38 του ν. 3871/2010, (ΦΕΚ Α΄ 141), μετά την περίπτωση η΄ προστίθεται περίπτωση θ΄ ως εξής:
«(θ) προσδιορίζονται οι δαπάνες και τα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού που δημιουργούνται χωρίς ταμειακή ροή και καθορίζονται οι διαδικασίες και τα δικαιολογητικά για την εμφάνιση στα έσοδα και τα έξοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού.».
6. Η παρ. 5 του άρθρου 64 του ν. 2362/1995, όπως αντικαταστάθηκε και
ισχύει με το άρθρο 38 του ν. 3871/2010, (ΦΕΚ Α΄ 141),αναδιατυπώνεται ως ακολούθως:
«5. Με τις αποφάσεις αυτές μπορεί να ορίζεται η πραγματοποίηση των ανωτέρω δαπανών και εσόδων της παραγράφου 4 κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παρόντος νόμου.».
7. Στο άρθρο 15 του ν. 2362/1995 (Α΄ 247), όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 17 του ν. 3871/2010 (Α΄ 141), προστίθεται νέα παράγραφος 11, ως εξής:
«11. Για δαπάνες χρεολυσίων που αφορούν αγορά χρέους λήξης μελλοντικών ετών και εξόφλησης βραχυπρόθεσμου δανεισμού, οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται και αναλαμβάνονται στον κρατικό προϋπολογισμό κατά το χρόνο πραγματοποίησης των δαπανών αυτών και δεν απαιτείται για την κατηγορία αυτή ψήφιση συμπληρωματικού προϋπολογισμού.».
8. Δαπάνες και έσοδα, με ή χωρίς ταμειακή ροή, που δημιουργούνται στο πλαίσιο και κατά την υλοποίηση αποφάσεων της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 26ης Οκτωβρίου 2011 για την αναδιάταξη του Ελληνικού δημόσιου χρέους και την παροχή χρηματοδοτικών διευκολύνσεων προς την Ελλάδα, ή αντίστοιχων μεταγενέστερων αποφάσεων Συνόδων Κορυφής, καθώς και την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με ομόλογα νέας έκδοσης, τακτοποιούνται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Δημοσίου Λογιστικού. Οι ειδικότερες διαδικασίες και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται με σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Με όμοια απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, στα πλαίσια εφαρμογής των ανωτέρω προγραμμάτων και για την ολοκλήρωσή τους, μπορεί να παρέχεται εξουσιοδότηση στην Τράπεζα της Ελλάδος ή οποιοδήποτε άλλο πιστωτικό ίδρυμα του εσωτερικού ή εξωτερικού, να προβαίνει ενεργώντας για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου σε οποιαδήποτε πράξη, ενέργεια η διαδικασία κρίνεται αναγκαία για την εκτέλεση του προγράμματος, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης.
Άρθρο 3
Ρυθμίσεις θεμάτων φορολόγησης ομολόγων και συμπλήρωση διατάξεων των ν.3863/2010 και ν.2469/1997
1. Στο τέλος της παραγράφου 11 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (Α΄ 151), προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:
«Η ανταλλαγή ομολόγων από τον αρχικό κάτοχο τους με άλλους τίτλους κατ’εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, θεωρείται διακράτηση μέχρι την ημερομηνία λήξης των αρχικών ομολόγων για την απαλλαγή που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.»
2. Στο άρθρο 12 του ΚΦΕ, που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (Α΄ 151), προστίθεται νέα παράγραφος 14 ως ακολούθως:
«14. Οι τόκοι που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) κατ’ εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους τόκους που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο στην Ελλάδα. Για τους τόκους που προκύπτουν από τα ομόλογα αυτά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 11.».
3. Στο τέλος της περίπτωσης η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του ΚΦΕ, που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (Α΄ 151), προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:
«Ως παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα νοούνται και τα χρηματοοικονομικά μέσα που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο, κατ’ εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους η απόδοση των οποίων συνδέεται με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ρήτρες ΑΕΠ).»
4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 38 του ΚΦΕ, που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (Α΄ 151), αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«7. Τα κεφαλαιακά κέρδη που αποκτούν ατομικές επιχειρήσεις και υπόχρεοι που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 και οι οποίοι τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων από συναλλαγές σε παράγωγα προϊόντα των υποπεριπτώσεων γγ΄ έως ζζ΄ της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996 (Α΄ 73) και της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του ν. 3371/2005 (Α΄ 178) ή από συναλλαγές σε προϊόντα του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης η’ της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του ΚΦΕ, που διαπραγματεύονται στην αγορά παραγώγων του Χρηματιστηρίου Αθηνών ή σε αλλοδαπό χρηματιστήριο παραγώγων ή σε άλλη οργανωμένη αγορά απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος.»
5. α) Στο άρθρο 105 του ΚΦΕ, οι παράγραφοι που προστέθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του ν.3301/2004 (Α΄ 263) ως παράγραφοι 15 και 16, αναριθμούνται σε 16 και 17 αντίστοιχα.
β) Στο άρθρο 105 του ΚΦΕ, οι παράγραφοι 13, 14, 15, 16 και 17 , όπως αναριθμήθηκαν με την προηγούμενη περίπτωση, αναριθμούνται σε 14, 15, 16, 17 και 18 αντίστοιχα και προστίθεται νέα παράγραφος 13 που έχει ως εξής:
«13. Η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος των νομικών προσώπων από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων κατ’ εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει σε ίσες δόσεις από τα ακαθάριστα έσοδα των διαχειριστικών περιόδων που μεσολαβούν μέχρι τη λήξη των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που δόθηκαν σε ανταλλαγή, αρχής γενομένης από αυτή μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από το χρόνο διακράτησής τους.».
6. Το πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2011 και μετά των τραπεζών, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή που λειτουργούν στην Ελλάδα, κατά το μέρος που οφείλεται σε φόρο που έχει παρακρατηθεί επί τόκων ομολόγων ή εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου και ομολόγων ημεδαπών επιχειρήσεων συμψηφίζεται με το φόρο εισοδήματος διαδοχικώς στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη από τη δημιουργία του πιστωτικού υπολοίπου, κατά το υπόλοιπο που απομένει κάθε φορά.
7. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 45 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115) προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Η απόφαση συμμετοχής ή μη των Φ.Κ.Α. σε πρόγραμμα ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιό τους με νέους τίτλους, κατ΄ εφαρμογή προγράμματος για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, ανήκει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου του Φ.Κ.Α, τα μέλη του οποίου, κατά την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής, δεν υπέχουν καμία ευθύνη, ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη.».
8. Στο τέλος της υποπαραγράφου γ΄ της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997 (Α’ 38) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η απόφαση συμμετοχής ή μη του Κ.Κ. Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. σε πρόγραμμα ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εφαρμογή προγράμματος για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, ανήκει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα της Τράπεζας της Ελλάδος ως διαχειριστή του Κ.Κ., η οποία καθώς και τα στελέχη της κατά την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής, δεν υπέχουν καμία ευθύνη, ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη.».
9. Η απόφαση συμμετοχής ή μη, ημεδαπών εταιρειών και λοιπών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, καθώς και ημεδαπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, σε πρόγραμμα ανταλλαγής τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εφαρμογή προγράμματος για την αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, ανήκει αποκλειστικά στο διοικητικό τους συμβούλιο, και εάν δεν προβλέπεται από το νόμο ή τις οικείες καταστατικές διατάξεις τέτοιο, από το ανώτατο συλλογικό όργανο διοικήσεώς τους, κατά παρέκκλιση από τυχόν αντίθετη διάταξη νόμου ή καταστατικού. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή του συλλογικού οργάνου διοίκησης, κατά την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής, δεν υπέχουν καμιά ευθύνη ποινική, αστική, διοικητική ή άλλη.
Άρθρο 4
Σύσταση «Ταμείου Στήριξης Ασφαλιστικού Συστήματος Α.Ε.»
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συστήνεται ανώνυμη εταιρεία αποκλειστικού σκοπού με την επωνυμία «Ταμείο Στήριξης Ασφαλιστικού Συστήματος Α.Ε.» (Ταμείο) και καταρτίζεται το καταστατικό της.
Το Ταμείο έχει αποκλειστικό σκοπό την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, τα οποία μεταβιβάζονται και περιέρχονται στο Ταμείο χωρίς αντάλλαγμα με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού. Το προϊόν της αξιοποίησης των παραπάνω περιουσιακών στοιχείων, χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την οικονομική στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος, όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στο καταστατικό του.
Το Ταμείο λειτουργεί για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και διέπεται από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (Α΄ 37), όπως ισχύει κάθε φορά, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στην απόφαση που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.
2. Με την απόφαση της παραγράφου 1 που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως προσδιορίζεται ειδικότερα ο σκοπός του Ταμείου και καθορίζονται τα θέματα που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία που περιέρχονται σε αυτό, τα έσοδα και τη διάθεσή τους και εγκρίνεται το προβλεπόμενο στο άρθρο 2 του κ.ν. 2190/1920 καταστατικό του Ταμείου, με το οποίο ρυθμίζονται όλα τα θέματα που προβλέπονται από την κείμενη για τις ανώνυμες εταιρείες νομοθεσία. Το καταστατικό μπορεί να τροποποιείται και να κωδικοποιείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Ταμείου, που εγκρίνεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Με το καταστατικό ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την έδρα, το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο, την αύξηση και τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, την έκδοση των μετοχών, τα δικαιώματα των μετόχων, τη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου, τις αρμοδιότητες του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και του Διευθύνοντος Συμβούλου, τους πόρους του Ταμείου, τους ελεγκτές, την εταιρική χρήση, τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τη λύση και την εκκαθάριση της εταιρείας, την πρώτη εταιρική χρήση, το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο, τους πρώτους, τακτικό και αναπληρωματικό, ελεγκτές και κάθε άλλο σχετικό θέμα που προβλέπεται από την κείμενη για τις ανώνυμες εταιρείες νομοθεσία.
3. Ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας του Ταμείου, με τον οποίο καθορίζονται η διάρθρωση του Ταμείου, οι θέσεις προσωπικού, τα αναγκαία προσόντα για την πρόσληψη στη θέση, οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού, ανάλογα με τα τυπικά και ουσιαστικά του προσόντα και τα καθήκοντα που ασκεί, και ο πειθαρχικός έλεγχος του προσωπικού καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Με κανονισμό που καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και οι διαδικασίες ανάθεσης μελετών και υπηρεσιών και εκτέλεσης έργων και εργασιών, προμηθειών, αγορών ακινήτων, μισθώσεων, εκμισθώσεων και γενικά παραχωρήσεων χρήσης και κάθε άλλου ενοχικού ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτων.
5. Μέχρι την έγκριση των κανονισμών που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου, τα σχετικά θέματα διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες γενικές διατάξεις, επιφυλασσομένων των διατάξεων για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών.
Άρθρο 5
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.
Αθήνα Φεβρουαρίου 2012
Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΛΟΥΚΑΣ ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΗΜΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ
ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ
ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΑΝΗΣ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ
ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΚΑΨΗΣ
ΟΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΣΑΧΙΝΙΔΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ
ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΞΥΝΙΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ
ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΚΩΝ/ΝΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ – ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
«Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίαs και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας»
1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 10 του ν. 2198/1994 (Α΄43) που έχει ως εξής :
« Άρθρο 10
Μετατροπή τίτλων
Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών κοι του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, επιτρέπεται η μετατροπή των κατά την έναρξη λειτουργίας του συστήματος υφιστάμενων ή και των μεταγενέστερα από τη έναρξη λειτουργίας του Συστήματος εκδιδόμενων σε φυσική μορφή έντοκων γραμματίων, ομολόγων ή τίτλων ομολογιακών δανείων, σε τίτλους με λογιστική μορφή. Η μετατροπή αυτή δεν δύναται να παραβλάπτει τα δικαιώματα των επενδυτών.
Οι κατηγορίες μετατρεπόμενων τίτλων και οι λεπτομέρειες μετατροπής καθορίζονται στην αυτή ως άνω απόφαση.».
2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται το άρθρο 11 του ν.2198/1994 (Α’ 43), που έχει ως εξής:
« Άρθρο 11
Επέκταση Συστήματος – Φορολογικές απαλλαγές
1. Με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος είναι δυνατόν να εισαχθούν στο Σύστημα και τίτλοι άλλων, πλην του Δημοσίου, φορέων ως και πράξεις και προϊόντα προθεσμιακών αγορών. Στην περίπτωση αυτή, οι διατάξεις του παρόντος θα εφαρμόζονται αναλόγως.
Οι λεπτομέρειες επεκτάσεως του Συστήματος, οι κατηγορίες των νέων τίτλων που θα εγγράφονται σε λογαριασμούς του Συστήματος, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των φορέων θα ρυθμίζονται ωσαύτως με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
2. `Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, νοείται και πράξη του νομίμως υπ` αυτού εξουσιοδοτημένου οργάνου.
3. Οι τόκοι των κατά τον παρόντα νόμο εκδιδόμενων δανείων του Δημοσίου, η εξόφλησή τους και η υπεραξία που τυχόν προκύπτει κατά την εξόφληση ομολογιακών τίτλων ή ομολόγων με ρήτρα συναλλάγματος ή άλλη, απαλλάσσονται παντός φόρου, τίτλους ή άλλης επιβάρυνσης. Ομοίως απαλλάσσονται των τελών χαρτοσήμου οι τίτλοι, η μεταβίβασή τους και η ενεχυρίαση τους.».
3. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 12 του ν.2198/1994 (Α’ 43), που έχει ως εξής:
«2. Οι λογαριασμοί τίτλων με λογιστική μορφή καλύπτονται από το απόρρητο που διέπει και τους λογαριασμούς καταθέσεων, όπως αυτό εκάστοτε εφαρμόζεται στα πλαίσια της κείμενης νομοθεσίας.»
4. Με την παράγραφο 5 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η παράγραφος 4 του άρθρου 64 του ν. 2362/1994 (Α’ 247), που έχει ως εξής:
«4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα σχετικά με:
(α) τη σύναψη των δημόσιων δανείων, τίτλων και παραγώγων, (β) τις δαπάνες γενικά συνομολόγησης ή έκδοσης των δανείων, τίτλων και παραγώγων, (γ) την προμήθεια κάθε είδους υλικού απαραίτητου για τη σύναψη και εξυπηρέτηση των δανείων, τίτλων και παραγώγων, (δ) τη διαχείριση των δανείων, τίτλων και παραγώγων, (ε) τη διαχείριση δημοσίων συμβάσεων προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και τρίτων,
(στ) τις διαδικασίες τακτοποίησης, στα έσοδα και στα έξοδα του προϋπολογισμού, των υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου που εξοφλούνται με έκδοση τίτλων. Ρυθμίζονται επίσης θέματα σχετικά με την καταγραφή των πράξεων διαχείρισης δημόσιου χρέους, νομίσματος και επιτοκίου που ανακύπτουν από την εφαρμογή του Λογιστικού Σχεδίου της Κεντρικής Διοίκησης.
(ζ) την πραγματοποίηση και εξυπηρέτηση των δανείων, τίτλων και παραγώγων, καθώς και τον τρόπο τακτοποίησης των εξόδων που πραγματοποιούνται για τη σύναψη και εξυπηρέτηση τους, (η) κάθε άλλο θέμα σχετικό με τα δάνεια, τίτλους, παράγωγα του Δημοσίου.».
5. Με την παράγραφο 6 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται η παράγραφος 5 του άρθρου 64 του ν. 2362/1994 (Α’ 247), που έχει ως εξής:
«5. Με τις αποφάσεις αυτές μπορεί να ορίζεται η πραγματοποίηση των ανωτέρω δαπανών της παραγράφου 4 κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παρόντος νόμου.».
6. Με την παράγραφο 7 του άρθρου 2 του σχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 15 του ν. 2362/1994 (Α’ 247), που έχει ως εξής:
« Άρθρο 15
Ειδικότητα Πιστώσεων – Αυξομειώσεις – Μεταφορές
1. Πίστωση είναι το ποσό που αναγράφεται στον Προυπολογισμό για την αντιμετώπιση συγκεκριμένης δαπάνης, όπως αυτή προσδιορίζεται στο πλέον αναλυτικό επίπεδο της ταξινόμησης των δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού.
2. Οι πιστώσεις του Προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση των δαπανών του φορέα της Κεντρικής Διοίκησης για τις οποίες προβλέφθηκαν (αρχή της ειδικότητας των πιστώσεων).
3. Με αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου κύριου διατάκτη είναι δυνατή η μεταφορά πιστώσεων εντός των μειζόνων κατηγοριών δαπανών του Προϋπολογισμού του, χωρίς να μεταβληθούν τα ανώτατα όρια αυτών.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του αρμόδιου διατάκτη, δύναται να γίνονται μεταφορές μεταξύ μειζόνων κατηγοριών δαπανών εντός των προϋπολογισμών των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπερβαίνουν ποσοστό 10% της αρχικής πίστωσης.
5. Με απόφαση του κύριου διατάκτη του προϋπολογισμού των υπουργείων είναι δυνατή η μεταφορά πιστώσεων στους προϋπολογισμούς των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και στους προϋπολογισμούς των περιφερειακών υπηρεσιών του, για την κάλυψη αντίστοιχων με τις πιστώσεις που μειώνονται, δραστηριοτήτων
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δύναται να ορίζονται πιστώσεις που δεν είναι δεκτικές αυξομειώσεων.
7. Για μεταφορά πιστώσεων από φορέα σε άλλο φορέα Κεντρικής Διοίκησης, για οποιαδήποτε μεταφορά πίστωσης μεταξύ μειζόνων κατηγοριών δαπανών του ίδιου φορέα που υπερβαίνει ποσοστό 10% της αρχικής πίστωσης της κατηγορίας προέλευσης, για μεταφορές από άλλες κατηγορίες δαπανών σε δαπάνες μισθοδοσίας καθώς και για μεταφορές από κεφαλαιουχικές δαπάνες σε άλλες κατηγορίες δαπανών, απαιτείται η έγκριση της Βουλής κατά τη διαδικασία του συμπληρωματικού προϋπολογισμού του άρθρου 8Α του παρόντος νόμου.
Κατ` εξαίρεση και μέχρι 31.12.2011, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών,
επιτρέπεται:
α. Η μεταφορά πιστώσεων αποδοχών από έναν φορέα της Κεντρικής Διοίκησης σε
άλλο φορέα της Κεντρικής Διοίκησης, πιστώσεων για επιχορήγηση φορέων και υπό κατανομή πιστώσεων για νέες προσλήψεις, σε πιστώσεις αποδοχών του ίδιου ή άλλου φορέα της Κεντρικής Διοίκησης για κάλυψη δαπανών πρόσληψης, μετάταξης και απόσπασης προσωπικού ή για την τακτοποίηση γενομένων δαπανών μισθοδοσίας.
β. Η μεταφορά υπό κατανομή πιστώσεων του προϋπολογισμού σε άλλες κατηγορίες δαπανών του ίδιου ή άλλων φορέων της Κεντρικής Διοίκησης για την υλοποίηση του σκοπού για τον οποίο έχουν προβλεφθεί.
γ. Η μεταφορά πιστώσεων από ένα φορέα της Κεντρικής Διοίκησης σε άλλο φορέα της Κεντρικής Διοίκησης για την κάλυψη δαπανών που πραγματοποιούνται για λογαριασμό του φορέα στον προϋπολογισμό του οποίου έχουν αρχικά προβλεφθεί οι πιστώσεις, για την υλοποίηση προγραμμάτων που αφορούν περισσότερους από έναν φορείς της Κεντρικής Διοίκησης ή για την υλοποίηση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.
8. Ο Υπουργός Οικονομικών υποβάλλει κάθε τρίμηνο στην Βουλή έκθεση στην οποία παρουσιάζει λεπτομερή αθροιστικά στοιχεία σχετικά με τις μεταφορές πιστώσεων του προϋπολογισμού που εγκρίθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζονται λεπτομέρειες
εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
10.Η παραβίαση των διατάξεων του άρθρου αυτού συνεπάγεται για τους φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, ισόποση μείωση των επί μέρους ανώτατων ορίων δαπανών τους του επόμενου οικονομικού έτους.».
7. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η παράγραφος 11 του άρθρου 12 του ν. 2238/1994 (Α’ 151), που έχει ως εξής:
« 11. Απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος οι τόκοι Ομολογιακών Δανείων του Δημοσίου με διάρκεια δύο (2) ετών ή και μεγαλύτερη, υπό την προϋπόθεση ότι ο αρχικός κάτοχος των τίτλων των δανείων αυτών διακρατεί τόσο τα σώματα αυτών όσο και τα τοκομερίδιά τους, μέχρι την ημερομηνία λήξης τους. Αρχικός κάτοχος των τίτλων θεωρείται εκείνο το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων ή ομάδα περιουσίας που κατέχει τους τίτλους (σώμα κα τοκομερίδια) των Ομολογιακών Δανείων του Ελληνικού Δημοσίου κατά τη δέκατη εργάσιμη ημέρα μετά την έκδοσή τους. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη διασφάλιση της διακράτησης των τίτλων αυτών από τους αρχικούς κατόχους τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που είναι απαραίτητη για την εφαρμογή της ως άνω διάταξης.
Η απαλλαγή της παραγράφου αυτής δεν αίρεται όταν τα ταμεία ασφάλισης που έχουν συσταθεί με νόμο συστήνουν ενέχυρο ή συνάπτουν πράξεις (repos – reverse repos) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3632/1928 (Α` 137) επί των ανωτέρω τίτλων, καθώς και επί των τίτλων τους που περιλαμβάνονται στο ΚΚΝΠΔΔ και ΑΦ της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997 (Α` 38), και με την προϋπόθεση ότι εξακολουθούν να είναι δικαιούχοι των τόκων που προκύπτουν από τους υπόψη τίτλους μέχρι τη λήξη αυτών.»
8. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιείται το άρθρο 12 του ν. 2238/1994 (Α’ 151), που έχει ως εξής:
«Άρθρο 12
Αυτοτελής φορολόγηση εισοδήματος από κινητές αξίες
1. Επιβάλλεται φόρος εισοδήματος στους τόκους, οι οποίοι αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και προκύπτουν στην Ελλάδα από:
α) Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης, περιλαμβανομένων και των πιστοποιητικών καταθέσεων, σε τράπεζα ή ταμιευτήριο, που είναι στην Ελλάδα.
β) Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
(γ) Ομόλογα ή άλλους έντοκους τίτλους, γενικώς, τραπεζών ή ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το αν είναι διαπραγματεύσιμοι ή μη στο Χρηματιστήριο).».
*** Το εδάφιο γ`ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.6 άρθρ.1 Ν.2954/2001,ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.
δ) Ομολογιακά δάνεια επιχειρήσεων, εφόσον έχουν τύχει των απαλλαγών του ν.δ. 3746/1957 (ΦΕΚ 173 Α`).
(Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θεωρούνται τόκοι καταθέσεων και τα εισοδήματα που προκύπτουν απά πράξεις, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 15 του ν. 3632/1928, που προστέθηκαν με το άρθρο 74 του ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α`), τα οποία λαμβάνουν οι δικαιούχοι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου).
*** Τα εντός ( ) δύο τελευταία εδάφια της παρ.1 καταργήθηκαν
με την παρ. 12 άρθρ.10 Ν.2642/1998 Α 216/17.9.1998.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θεωρούνται τόκοι καταθέσεων και τα εισοδήματα που προκύπτουν από πράξεις, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του Ν. 3632/1928 (ΦΕΚ 137 Α`), που προστέθηκαν με το άρθρο 74 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α`) και όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Ν. 2651/1998 (ΦΕΚ 248 Α`),τα οποία λαμβάνουν οι δικαιούχοι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγουμένου εδαφίου.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και στους τόκους από καταθέσεις στην αλλοδαπή ή από ομολογιακά δάνεια που εκδίδονται σε αυτή, καθώς και στα εισοδήματα από κάθε μορφής τίτλους που εκδίδονται από θυγατρικές εταιρίες ημεδαπών τραπεζικών ιδρυμάτων στο εξωτερικό και δύνανται να συμπεριληφθούν στην κατηγορία των εποπτικών κεφαλαίων για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, σύμφωνα με τις εκάστοτε πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όταν όλα τα πιο πάνω εισοδήματα αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, κατοίκους Ελλάδος
2. Ο φόρος υπολογίζεται στο ποσό των τόκων που προκύπτουν με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%). Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον οφειλέτη των τόκων κατά το χρόνο που γίνεται ο εκτοκισμός της κατάθεσης ή από εκείνον που καταβάλλει τους τόκους, κατά την εξαργύρωση των τοκομεριδίων”
3. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου αφορούν τα ποσά των τόκων από καταθέσεις, που λογίζονται από την 1η Ιανουαρίου 2005 και μετά, με εξαίρεση τα ποσά των τόκων τα οποία προέρχονται από προθεσμιακές καταθέσεις, που έχουν συναφθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2004 και για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την πρώτη ανανέωσή τους μετά την ημερομηνία αυτή. Οι τόκοι που αντιστοιχούν μέχρι την ανανέωση φορολογούνται με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα εισοδήματα που προκύπτουν από πράξεις που συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του Ν. 3632/ 1928 (ΦΕΚ 137 Α΄), που προστέθηκαν με το άρθρο 74 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄) και όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του Ν. 2651/1998 (ΦΕΚ 248 Α΄), από την 1η Ιανουαρίου 2005 και μετά. Για τα εισοδήματα τα οποία προκύπτουν από πράξεις του προηγούμενου εδαφίου που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, ο συντελεστής φορολογίας ορίζεται σε επτά τοις εκατό (7%).
Ειδικώς, για ομόλογα χωρίς κουπόνια (ZERO COUPON) ο φόρος υπολογίζεται κατά την έκδοση τους.
Με την παρακράτηση του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των Υποχρέων του άρθρου 2, των ημεδαπών και αλλοδαπών τραπεζικών και ασφαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς και των υποχρέων της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2 του άρθρου 101.
3. Ο κατά τα ανωτέρω παρακρατούμενος φόρος αποτελεί εσόδο του οικονομικού έτους επι του οποίου υπολογίστηκαν οι τόκοι, βεβαιώνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του ετους αυτού και αποδίδεται με εφάπαξ καταβολή στο Δημόσιο, με την υποβολή δήλωσης, από τον οφειλέτη των τόκων ή από εκείνον που εξαργύρωσε τα τοκομερίδια, στη δημόσια οικονομική υπηρεσία στην περιφέρεια της οποίας αυτός έχει την έδρα του κεντρικού, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από το τέλος του μήνα που υπολογίστηκαν οι τόκοι.
Ειδικώς:
α) Ο φόρος που αναλογεί στα ομόλογα χωρίς κουπόνια αποδίδεται στο Δημόσιο μέσα σε ένα (1) μήνα από τη διάθεσή τους στους ενδιαφερομένους.
β) Τα πιστωτικά ιδρύματα, που υπολογίζουν τους τόκους εφάπαξ κατ` έτος, υποχρεούνται στην υποβολή προσωρινής δήλωσης και στην απόδοση του αντίστοιχου φόρου μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών απά το τέλος του μήνα στον οποίο υπολογίστηκαν οι τόκοι. Η οριστική δήλωση υποβάλλεται μέσα σε πέντε (5) μήνες από το τέλος του μήνα στον οποίο υπολογίστηκαν οι τόκοι μαζί με την τυχόν θετική διαφορά φόρου. Στην περίπτωση αρνητικής διαφοράς ο φόρος επιστρέφεται στο πιστωτικό Ιδρυμα ως αχρεωστήτως καταβληθείς.
γ) τα πιστωτικά ιδρύματα που εδρεύουν ή είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα και έχουν καταστεί “φορείς πληρωμής” με βάση την περίπτωση α` της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3312/2005 (ΦΕΚ 35 Α`) υποχρεούνται για τα εισοδήματα που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 και εισπράττονται από αυτά για λογαριασμό κατοίκων Ελλάδος σε παρακράτηση του φόρου κατά την καταβολή των τόκων ή στην πίστωση του λογαριασμού του δικαιούχου. Ο φόρος υπολογίζεται επί του συνόλου των τόκων που εισπράττουν τα πιστωτικά ιδρύματα για λογαριασμό κατοίκων Ελλάδας είτε το προϊόν της είσπραξης εισάγεται στην Ελλάδα είτε επανεπενδύεται ή παραμένει στο εξωτερικό.
Για την απόδοση του παρακρατούμενου φόρου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 60.
Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής εφαρμόζονται και για τους δεδουλευμένους τόκους κατά το χρόνο μεταβίβασης του ομολόγου αλλοδαπής προέλευσης ή τοκομεριδίου.
4. Η δήλωση περιέχει τα στοιχεία του υποχρέου απόδοσης του φόρου, το συνολικό ποσό των τόκων, το μήνα υπολογισμού των τόκων των καταθέσεων ή της εξαργύρωσης των τοκομεριδίων, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε και αποδίδεται στο Δημόσιο.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 65, 66, 68, 70, 74, 75, 84, 85, 86, 87 και 88, καθώς και της περίπτωσης α` της παρ. 1 του άρθρου 93, εφαρμόζονται αναλόγως, για τη διαδικασία υποβολής των δηλώσεων, ελέγχου αυτών και βεβαίωσης του φόρου που επιβάλλεται με αυτό το άρθρο.
6. Η κατά τα ανωτέρω Επιβολή του φόρου δεν συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των καταθέσεων στις τράπεζες, όπως αυτό ισχύει σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
7. Εξαιρούνται από τη φορολογία που επιβάλλεται με αυτό το άρθρο οι τόκοι που προκύπτουν από:
α)Οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης μη μόνιμων κατοίκων Ελλάδας σε τράπεζες που είναι στην Ελλάδα ή το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, εφόσον το ποσό αυτών είναι σε ξένο νόμισμα.
β)Εκούσιες καταθέσεις όψεως ταμιευτηρίου μη μόνιμων κατοίκων Ελλάδας στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον το ποσό αυτών είναι σε ξένο νόμισμα.
γ) Καταθέσεις στεγαστικού ταμιευτηρίου” εφόσον το προϊόν τους χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την εξασφάλιση στεγαστικού δανείου προς απόκτηση πρώτης κατοικίας του φορολογουμένου.
δ)……………………………………………………………..
ε) Καταθέσεις τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή
αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α`) σε άλλες τράπεζες στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι υποχρεωτικές ή μη καταθέσεις αυτών στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και από καταθέσεις του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στην Τράπεζα της Ελλάδος.
στ)Ομόλογα ή ομολογιακά δάνεια γενικά, που έχουν εκδοθεί ή έχουν συναφθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1990, καθώς και οι τόκοι από ομολογιακά δάνεια σε συνάλλαγμα, που εκδίδονται από την Τράπεζα της Ελλάδος από την lη Ιανουαρίου 1991 και μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1996.
ζ)…………………………………………………………..
η) Προθεσμιακές καταθέσεις σε ξένο νόμισμα, που έχουν συναφθεί από μόνιμους κατοίκους Ελλάδος μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1996 και για το χρονικό διάστημα μέχρι την πρώτη ανανέωσή τους μετά από αυτή την ημερομηνία.”
“θ) Προθεσμιακές καταθέσεις σε δραχμές που προέρχονται από εισαγωγή συναλλάγματος που έχουν συναφθεί από μη κατοίκους Ελλάδας μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1997 και για το χρονικό διάστημα μέχρι την πρώτη ανανέωσή τους μετά από αυτή την ημερομηνία.
*** Οι περ. δ`και ζ` καταργήθηκαν για τόκους που κτώνται από
1.1.1998 και μετά, με την παρ.2 άρθρ.6 Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998.
8. Ομοίως, επιβάλλεται φόρος εισοδήματος στους τόκους, οι οποίοι αποκτώνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και προκύπτουν από εθνικά δάνεια που εκδίδονται με έντοκα γραμμάτια ή ομολογίες από την 1η Ιανουαρίου 1997 και μετά. Ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή επτά και μισό τοις εκατό (7,5%) στο ποσό των τόκων που προκύπτουν από τους πιο πάνω τίτλους από 1ης Ιανουαρίου 1997 και με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) στο ποσό των τόκων που προκύπτουν από τους πιο πάνω τίτλους οι οποίοι εκδίδονται από τις 3 Ιανουαρίου 1998 και μετά. Επίσης, με το συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) φορολογούνται και οι τόκοι που προκύπτουν από ανανεώσεις εκδοθέντων έντοκων γραμματίων που πραγματοποιήθηκαν μετά την 2α Ιανουαρίου 1998.
Ο φόρος αυτός για τα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, που εκδίδονται με φυσικούς τίτλους ή με τη μορφή άϋλων τίτλων, προεισπράττεται κατά την έκδοσή τους, ενώ για τα ομόλογα ο φόρος παρακρατείται κατά το χρόνο της εξαργύρωσης των τοκομεριδίων τους ή κατά τη λήξη τους, όταν πρόκειται για ομόλογα χωρίς τοκομερίδια (ΖΕΑΟ CΟUΡΟΝ). Σε περίπτωση σιωπηρής ανανέωσης έντοκων γραμματίων, για τους τόκους που προκύπτουν στο διάστημα που διαρκεί η ανανέωση, γίνεται παρακράτηση του φόρου που αναλογεί κατά το χρόνο της εξόφλησής τους. Με τον προεισπραττόμενο ή παρακρατούμενο κατά περίπτωση φόρο, πιστώνεται ο τηρούμενος στην Τράπεζα της Ελλάδος οικείος λογαριασμός του Ελληνικού Δημοσίου.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται όταν έχει μεσολαβήσει μεταβίβαση του ομολόγου ή τοκομεριδίου αυτού πριν από τη λήξη. Στην περίπτωση αυτή, ο φόρος που παρακρατείται κατά το χρόνο της εξαργύρωσης του τοκομεριδίου ή κατά τη λήξη του ομολόγου και αναλογεί στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την τελευταία μεταβίβαση μέχρι το χρόνο εξαργύρωσης, αποδίδεται με δήλωση της δικαιούχου τράπεζας ή αυτής που μεσολαβεί για λογαριασμό τρίτου, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα, με δήλωση που υποβάλλει στη Δ.Ο.Υ. που ανήκει.
Φόρος με τον ίδιο ως άνω συντελεστή επιβάλλεται και στους τόκους, οι οποίοι αποκτώνται από τα πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής και προκύπτουν από έντοκους τίτλους που εκδίδονται στην Ελλάδα με τις εγκρίσεις που προβλέπει η κείμενη νομοθεσία, από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Διεθνή Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως, τη Διεθνή Τράπεζα Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως και την Ασιατική Τράπεζα Αναπτύξεως.
Σε περίπτωση μεταβίβασης του ομολόγου ή τοκομεριδίου του πριν από τη λήξη του, η μεσολαβούσα τράπεζα προβαίνει σε παρακράτηση φόρου για τους δεδουλευμένους μέχρι το χρόνο μεταβίβασης τόκους και για την απόδοση του φόρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 60. Αν το ομόλογο ή τοκομερίδιο που μεταβιβάζεται ανήκει στην τράπεζα, υποχρεούται η ίδια να καταβάλει το φόρο που αναλογεί στους πιο πάνω δεδουλευμένους τόκους.
9. Εξαιρούνται από τη φορολογία που επιβάλλεται με την προηγούμενη παράγραφο οι τόκοι που προκύπτουν από: α) Ομόλογα που έχουν εκδοθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1996″ ανεξάρτητα αν η διάρκεια αυτών είναι ετήσια ή μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας. β) Εντοκα γραμμάτια που έχουν εκδοθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1996. Τόκοι άμως που προκύπτουν από ανανεώσεις εκδοθέντων έντοκων γραμματίων” εφόσον η ανανέωση αυτών γίνεται μετά την 1η Ιανουαρίου 1997, υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
“γ)Ομολογιακά δάνεια που εκδίδει από 1ης Ιανουαρίου 1997 και μετά το Ελληνικό Δημόσιο στο εξωτερικό.
δ)`Εντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου και οι οποίοι αποκτώνται από επενδυτές μόνιμους κατοίκους αλλοδαπής.
11. Απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος οι τόκοι Ομολογιακών Δανείων του Δημοσίου με διάρκεια δύο (2) ετών ή και μεγαλύτερη, υπό την προϋπόθεση ότι ο αρχικός κάτοχος των τίτλων των δανείων αυτών διακρατεί τόσο τα σώματα αυτών όσο και τα τοκομερίδιά τους, μέχρι την ημερομηνία λήξης τους. Αρχικός κάτοχος των τίτλων θεωρείται εκείνο το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων ή ομάδα περιουσίας που κατέχει τους τίτλους (σώμα κα τοκομερίδια) των Ομολογιακών Δανείων του Ελληνικού Δημοσίου κατά τη δέκατη εργάσιμη ημέρα μετά την έκδοσή τους. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη διασφάλιση της διακράτησης των τίτλων αυτών από τους αρχικούς κατόχους τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που είναι απαραίτητη για την εφαρμογή της ως άνω διάταξης.
Η απαλλαγή της παραγράφου αυτής δεν αίρεται όταν τα ταμεία ασφάλισης που έχουν συσταθεί με νόμο συστήνουν ενέχυρο ή συνάπτουν πράξεις (repos – reverse repos) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3632/1928 (Α` 137) επί των ανωτέρω τίτλων, καθώς και επί των τίτλων τους που περιλαμβάνονται στο ΚΚΝΠΔΔ και ΑΦ της παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997 (Α` 38), και με την προϋπόθεση ότι εξακολουθούν να είναι δικαιούχοι των τόκων που προκύπτουν από τους υπόψη τίτλους μέχρι τη λήξη αυτών.
12. Απαλλάσσόνται του φόρου εισοδήματος οι τόκοι ων Εντόκων Γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που εκδίδονται από την 1η Ιανουαρίου 2003, υπό την προϋπόθεση ότι ο αρχικός κάτοχος των τίτλων αυτών είναι φυσικό πρόσωπο κάτοικος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αποκτά τους τίτλους μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την επόμενη ημέρα της έκδοσης τους και τους διακρατεί μέχρι την ημερομηνία λήξης τους.
Απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος οι τόκοι των Ομολογιακών Δανείων του Ελληνικού Δημοσίου που εκδίδονται από την 1 η Ιανουαρίου 2003, υπό την προϋπόθεση ότι ο αρχικός κάτοχος των τίτλων αυτών είναι φυσικό πρόσωπο κάτοικος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αποκτά τους τίτλους μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την επόμενη ημέρα της έκδοσης τους ή επανέκδοσης τους και διακρατεί τόσο τα σώματα αυτών όσο και τα τοκομερίδιά τους μέχρι την ημερομηνία λήξης τους.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις για τη διάθεση, την απόκτηση και διασφάλιση της διακράτησης των τίτλων αυτών από τους αρχικούς κατόχους τους, καθώς και κάθε άλλο θέμα που είναι απαραίτητο για την εφαρμογή της διάταξης αυτής
13. Στους τόκους που καταβάλλονται από φυσικά πρόσωπα στην αλλοδαπή, ανεξάρτητα αν δικαιούχος είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή σαράντα τοις εκατό (40%). Ο φόρος παρακρατείται από το φυσικό πρόσωπο που τους καταβάλλει και αποστέλλεται στην αλλοδαπή το υπόλοιπο ποσό που απομένει. Για την τράπεζα που μεσολαβεί έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 13.
Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου για τα πιο πάνω εισοδήματα. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 25 έχουν εφαρμογή και για τα δάνεια που συνάπτονται μεταξύ κατοίκου Ελλάδας και αλλοδαπού πιστωτή.»
9. Με την παράγραφο 3 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η περίπτωση η) της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του ν. 2238/1994 (Α’ 151), που έχει ως εξής:
« η) Από συμβάσεις ή πράξεις επί παραγώγων χρημστοοικονομικών προϊόντων, εφόσον ο δικαιούχος του εισοδήματος είναι κάτοικος Ελλάδας και δεν είναι επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου ή αμοιβαίο κεφάλαιο του ν. 1969/1991. Ως παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα νοούνται τα χρηματοοικονομικά μέσα που ορίζονται στις υποπεριπτώσεις γγ έως και ζζ της περίπτωσης α της παραγράφου 1 και στην παράγραφο 20 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α), καθώς και αυτά που καθορίζονται με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Για τους σκοπούς της περίπτωσης αυτής, ως παράγωγο χρηματοοικονομικό προϊόν θεωρείται και κάθε σύμβαση SWΑΡ επί συναλλάγματος, ανεξάρτητα από το χρόνο σύναψής της, ως ενιαίας ή ως σύνολο επί μέρους συμβάσεων.».
10. Με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 38 του ν. 2238/1994 (Α’ 151), που έχει ως εξής:
«7. “5. Τα κεφαλαιακά κέρδη που αποκτούν ατομικές επιχειρήσεις και υπόχρεοι που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 και οι οποίοι τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων από συναλλαγές σε παράγωγαπροϊόντα των υποπεριπτώσεων γγ` έως ζζ` της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α`) και της περίπτωσης α` της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του ν. 3371/2005 (ΦΕΚ 178 Α`) που διαπραγματεύονται στην αγορά παραγώγων του Χρηματιστηρίου Αθηνών ή σε αλλοδαπό χρηματιστήριο παραγώγων ή σε άλλη οργανωμένη αγορά, απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος. Η απαλλαγή παρέχεται με την προϋπόθεση ότι τα κέρδη εμφανίζονται σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού με προορισμό το συμψηφισμό ζημιών που τυχόν θα προκύψουν στο μέλλον από την ίδια αιτία. Σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της επιχείρησης, τα κέρδη αυτά φορολογούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.».
11. Με την υποπαράγραφο 5α του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 13 του ν.3301/2004 (Α’ 263),που έχει ως εξής:
«.2. Στο άρθρο 105 προστίθενται παράγραφοι 15 και 16 ως εξής:
15. Τα έσοδα και τα έξοδα των εταιρειών που εφαρμόζουν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, που προκύπτουν κατά την αρχική αναγνώριση των χρηματοοικονομικών μέσων, κατανέμονται ανάλογα με τη χρονική διάρκεια των αντίστοιχων μέσων, σύμφωνα και με τα οριζόμενα από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Ως χρηματοοικονομικά μέσα νοούνται τα οριζόμενα από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, όπως αυτά υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση κατ` εφαρμογή του Κανονισμού 1606/2002, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.».
12. Με την υποπαράγραφο 5β του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιούνται οι παράγραφοι 13,14,15,16 και 17 του άρθρου 105 του ν.2238/1994 (Α’ 151), που έχουν ως εξής:
«13. Τα εισοδήματα των νομικών προσώπων και ιδρυμάτων της παρ. 2 του άρθρου 101 προσδιορίζονται ως εξής:
α) Τα εισοδήματα από ακίνητα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 20 έως 23.
Ειδικά για τον προσδιορισμό του εισοδήματος από εκμίσθωση ακινήτων εκπίπτουν οι δαπάνες επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης, οι πάγιες και λειτουργικές δαπάνες και κάθε είδους άλλη δαπάνη των νομικών προσώπων και ιδρυμάτων αυτών, μέχρι πενήντα τοις εκατό (50%) επί των ακαθάριστων εσόδων, εφόσον καλύπτεται από νόμιμα παραστατικά.
β) Τα εισοδήματα από κινητές αξίες, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 24 έως 27. Κατ` εξαίρεση, για τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος από τόκους που αποκτούν αυτά τα νομικά πρόσωπα, εκπίπτουν οι τόκοι που καταβάλλονται σε δανειοδοτικούς φορείς, μέχρι το ύψος του συνολικού ακαθάριστου εισοδήματος από τόκους.
γ) Τα εισοδήματα από γεωργικές εκμεταλλεύσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 40 και 41.
δ) Τα εισοδήματα τα οποία δεν μπορούν να υπαχθούν σε μια από τις κατηγορίες Α` έως ζ` της παρ. 2 του άρθρου 4, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 48, 49 και 50.
14. Για την εξεύρεση του συνολικού καθαρού φορολογητέου εισοδήματος των νομικών προσώπων και ιδρυμάτων της προηγούμενης παραγράφου, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παρ. 3, 4 και 7 του άρθρου 4.
15. Ο φόρος του παρόντος, οι Πρόσθετοι φόροι και τα Πρόστιμα δεν αναγνωριζονται για έκπτωση κατά τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος.
*** Οι αρχικές παρ.12,13 και 14 του άρθρου 105 αναριθμήθηκαν σε 13, 14 και 15, αντίστοιχα, και η νέα παράγραφος 12 προστέθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρ.11 Ν.3296/2004,ΦΕΚ Α 253/14.12.2004 Εφαρμογή για οικοδομές των οποίων η έναρξη της ανέγερσης πραγματοποιείται από την 1η Ιανουαρίου 2004 και μετά.
15. Τα έσοδα και τα έξοδα των εταιρειών που εφαρμόζουν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, που προκύπτουν κατά την αρχική αναγνώριση των χρηματοοικονομικών μέσων, κατανέμονται ανάλογα με τη χρονική διάρκεια των αντίστοιχων μέσων, σύμφωνα και με τα οριζόμενα από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Ως χρηματοοικονομικά μέσα νοούνται τα οριζόμενα από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, όπως αυτά υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση κατ` εφαρμογή του Κανονισμού 1606/2002, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
16. Για την εξεύρεση του συνολικού καθαρού φορολογητέου εισοδήματος των εταιρειών που είτε υποχρεωτικά είτε προαιρετικά εφαρμόζουν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα που υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 19ης Ιουλίου 2002, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L 243) και των Κανονισμών που εκδίδονται από την Επιτροπή (Commission), κατ` εξουσιοδότηση των άρθρων 3 και 6 του Κανονισμού αυτού, εφαρμόζονται τα εξής:
(α) Στην περίπτωση των εταιρειών που τηρούν τα βιβλία τους σύμφωνα με τους κανόνες της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας, τα κέρδη (ή ζημίες) της εταιρείας προκύπτουν αποκλειστικά από τα τηρούμενα βιβλία με βάση τους ισχύοντες κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας.
Τα κέρδη (ή ζημίες) της εταιρείας που προκύπτουν από τις Οικονομικές Καταστάσεις με βάση τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα δεν λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς φορολογίας.
(β) Στην περίπτωση των εταιρειών που τηρούν τα βιβλία τους σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα που υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κέρδη (ή ζημίες) της εταιρείας προκύπτουν αποκλειστικά από τον Πίνακα Φορολογικών Αποτελεσμάτων Χρήσης της παραγράφου 7 του άρθρου 7 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.»
*** Οι νέες παρ. 15 και 16 προστέθηκαν με την παρ.2
άρθρ.13 Ν.3301/2004,ΦΕΚ Α 263/23.12.2004.
13. Με την παράγραφο 7 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 45 του ν. 3863/2010 (Α’ 115), που έχει ως εξής:
«2. Η διαχείριση των επενδύσεων αυτών γίνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος σύμφωνα με τις διατάξεις του τρίτου άρθρου του ν. 2216/1994 (ΦΕΚ 83 Α`) και της παραγράφου 11α του άρθρου 15 του ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38 Α`) περί «Κοινού Κεφαλαίου των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Φορέων.
Οι ΦΚΑ δύνανται με αποφάσεις των Δ.Σ. τους να δίνουν εντολές στην Τράπεζα της Ελλάδος για την ανταλλαγή ή αντικατάσταση των τίτλων αυτών με άλλους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, χωρίς αυτό να συνιστά κακή διαχείριση.».
14. Με την παράγραφο 8 του άρθρου 3 του σχεδίου νόμου τροποποιείται η υποπαράγραφος γ’ της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997 (Α’ 38), που έχει ως εξής:
«11 γ. Το ενεργητικό του Κ.Κ.Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. επενδύεται σε κινητές αξίες του Ελληνικού Δημοσίου. Εάν κατά το χρόνο πραγματοποίησης των επί μέρους επενδύσεων δεν υπάρχουν διαθέσιμοι τίτλοι στην πρωτογενή αγορά,το Ελληνικό Δημόσιο θα διαθέτει στην Τράπεζα της Ελλάδος τίτλους της τελευταίας έκδοσης στην τιμή εγγραφής ή στη μέση τιμή της δημοπρασίας, ανάλογα με τον τρόπο που είχαν διατεθεί οι τίτλοι κατά την ημερομηνία έκδοσης, με συνυπολογισμό των τόκων του διαρρεύσαντος χρονικού διαστήματος. Αν από πλευράς Ελληνικού Δημοσίου δεν υπάρχει ενδιαφέρον για την πρωτογενή διάθεση τίτλων, παρέχεται η ευχέρεια στην Τράπεζα της Ελλάδος να απευθύνεται στη δευτερογενή αγορά για την απόκτηση του αναγκαίου εκάστοτε χαρτοφυλακίου, έτσι ώστε τα δημιουργούμενα νέα υπόλοιπα στους λογαριασμούς των Ν.Π.Δ.Δ. και Α.Φ. να επενδύονται άμεσα.».