«Κοινές περιπολίες σημαίνει εισδοχή τουρκικών πλοίων στα ελληνικά χωρικά ύδατα, με όσες μακρόχρονες συνέπειες θα έχει αυτό» τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς σε συνέντευξή του στο ραδιοσταθμό “‘Αλφα” σήμερα το πρωί, επισημαίνοντας, όμως, όταν η ελληνική πλευρά εξηγεί στους Ευρωπαίους ότι «οι κοινές περιπολίες είναι απαράδεκτες, αλλά η απόρριψή τους δεν σημαίνει απόρριψη της ανάγκης συνεργασιας και συντονισμού για την αντιμετώπιση των προσφυγικών ρευμάτων, συμφωνούν και το καταλαβαίνουν».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Κοτζιάς δήλωσε επίσης ότι «ούτε έχει διατυπωθεί τέτοιο αίτημα επίσημα στην Ελλάδα ούτε κανείς μάς άσκησε πίεση για αυτό, ούτε θα μπορούσε να μας ασκήσει και να γίνει από εμάς αποδεκτό».
«Μερικοί» εξήγησε ο υπουργός Εξωτερικών «είναι λίγο μακριά από την περιοχή μας και δεν αντιλαμβάνονται ακριβώς το πρόβλημα. Εμείς θέλουμε τη συνεργασία με την Τουρκία, αλλά η συνεργασία αυτή μπορεί να γίνει από το χαμηλότερο μέχρι το υψηλότερο επίπεδο» επισημαίνοντας ότι στις συζητήσεις που είχε τόσο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας με τον κ. Νταβούτογλου, όσο και ο ίδιος με τον κ. Σινιρλίογλου, στον ΟΗΕ, συμφωνήθηκε να ενταθεί η συνεργασία Ελλάδας -Τουρκίας γύρω από αυτό το θέμα.
«Κάποιοι» σημείωσε ο κ. Κοτζιάς «διατύπωσαν τη λέξη “κοινές περιπολίες”». Ο υπουργός, εξηγώντας τους τι θα σήμαινε αυτό για την Ελλάδα τούς τόνισε: «στην πραγματικότητα, αν θέλετε να αποτρέψουμε να έρχονται πρόσφυγες στην Ελλάδα, θα πρέπει να κλείσουμε ή τα τουρκικά παράλια- που δεν θα συμφωνήσει η Τουρκία- ή να δημιουργηθούν σταθμοί μετεγκατάστασης στην ίδια την Τουρκία» και «όπως τους καταγράφουμε εμείς στη Μυτηλήνη ή σε ορισμένα ακόμα νησιά και πηγαίνουν στην Ευρώπη, θα μπορούσαν να καταγράφονται στο ίδιο το τουρκικό έφαφος και από εκεί να πηγαίνουν απευθείας στην Ευρώπη» γεγονός που θα είχε σαν αποτέλεσμα και καλύτερο έλεγχο των προσφυγικών κυμάτων αλλά και δυνατότητα να μην διακινδυνεύουν οι άνθρωποι τη ζωή τους.
Ο κ. Κοτζιάς υπογράμμισε, επίσης, ότι στη συζήτηση που είχε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσιπρας με τη Γερμανίδα καγκελάριο και τα τέσσερα σημεία που διατύπωσε προς αυτήν, η κ. Μέρκελ όχι μόνο κατανόησε αλλά και συμφώνησε.