Το δημοψήφισμα και τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές αναλύει σε εκτενή συνέντευξή του προς την αριστερή εφημερίδα Neues Deutschland o πρωθυπουργός Τσίπρας. Ο πρωθυπουργός μιλάει για τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις με τους δανειστές αλλά και τους λόγους που τον οδήγησαν στη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος και αναφερόμενος στη μαραθώνια έκτακτη Σύνοδο Κορυφής όπου αποφασίστηκε το τρίτο πακέτο στήριξης, ο έλληνας πρωθυπουργός τονίζει ότι «γνώριζα ότι εάν έκανα αυτό που ήθελε η καρδιά μου, δηλαδή να σηκωθώ, να χτυπήσω τη γροθιά στο τραπέζι και να φύγω, τότε τα υποκαταστήματα των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό θα κατέρρεαν την ίδια μέρα. Παρόλα αυτά έδωσα αυτή τη μάχη και προσπάθησα να εξισορροπήσω τη λογική και το πάθος. Γνώριζα ότι εάν σηκωνόμουν και έφευγα, θα έπρεπε να ξαναγυρίσω και τότε θα ερχόμουν αντιμέτωπος με ακόμη πιο δυσμενείς όρους. Ήμουν λοιπόν σε δίλημμα. (…) Ανατρέχοντας στα όσα έγιναν είμαι πεπεισμένος ότι η σωστή απόφαση ήταν να προστατεύσω το λαό. Από την άλλη πλευρά τα αυστηρότερα αντίποινα θα κατέστρεφαν τη χώρα. Έλαβα μια υπεύθυνη απόφαση». Πάντως ο Αλέξης Τσίπρας υπογραμμίζει ότι οι ευρωπαίοι εταίροι και πιστωτές πέτυχαν μια πύρρειο νίκη, «η οποία όμως συνιστά παράλληλα μεγάλη ηθική νίκη για την Ελλάδα και την αριστερή κυβέρνησή της. Είναι ένας επώδυνος συμβιβασμός, τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Γνωρίζετε ότι οι συμβιβασμοί αποτελούν μέρος της πολιτικής πραγματικότητας αλλά και μέρος της επαναστατικής τακτικής». Συνοψίζοντας τις διαπραγματεύσεις των τελευταίων έξι μηνών, ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κάνει λόγο για μια περίοδο εντάσεων και έντονων συναισθημάτων, κατά την οποία εναλλάσσονταν «η χαρά, η περηφάνια, ο δυναμισμός, η αποφασιστικότητα αλλά και η θλίψη». Ο ίδιος πιστεύει όμως ότι «αν δει κανείς αντικειμενικά την όλη διαδικασία, μπορούμε να είμαστε μόνον περήφανοι που δώσαμε αυτή τη μάχη» και προσθέτει πως «παρότι οι ισχυροί ήταν σε θέση να μας επιβάλλουν τη βούλησή τους, εντούτοις έχει γίνει σαφές σε διεθνές επίπεδο ότι η λιτότητα είναι αδιέξοδη. Η διαδικασία αυτή δημιούργησε στην Ευρώπη ένα εξ΄ ολοκλήρου νέο πολιτικό τοπίο». Σε επισήμανση του δημοσιογράφου ότι «όχι μόνον δεν σκίστηκαν τα μνημόνια, αλλά αντιθέτως, τα μέτρα που επιτάσσει η συμφωνία είναι ιδιαίτερα οδυνηρά», ο έλληνας πρωθυπουργός απαντά ότι η εντολή που έλαβε η κυβέρνησή του από τον ελληνικό λαό ήταν να κάνει ό,τι είναι δυνατόν προκειμένου «να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις που θα τερματίσουν την αιμορραγία του ελληνικού λαού». Στη δε επισήμανση ότι προεκλογικά είχε υποσχεθεί ότι τα μνημόνια θα καταργούνταν με μόλις ένα νόμο, ο Αλ. Τσίπρας απαντά: «Πριν τις εκλογές δεν είπα ότι τα μνημόνια θα μπορούσαν να καταργηθούν με μόλις έναν νόμο. Κανείς δεν το είπε αυτό. Ποτέ δεν υποσχεθήκαμε στον ελληνικό λαό έναν περίπατο στο πάρκο. Αυτός είναι ο λόγος που (ο λαός) έχει επίγνωση των δυσκολιών με τις οποίες ήρθαμε αντιμέτωποι και τις οποίες και οι ίδιοι οι πολίτες αντιμετωπίζουν τόσο ψύχραιμα». Στη συνέχεια ο κ. Τσίπρας επισημαίνει ότι τους τελευταίους έξι μήνες και εν μέσω διαρκούς ανησυχίας για την έγκαιρη πληρωμή μισθών και συντάξεων, η κυβέρνηση υλοποίησε ένα «μεγάλο μέρος του προεκλογικού της προγράμματος». Μεταξύ άλλων αναφέρεται στη νομοθεσία για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, στην επαναπρόσληψη των καθαριστριών και των σχολικών φυλάκων αλλά και στην επαναλειτουργία της ΕΡΤ. Όπως αναμεταδίδει η Deutsche Welle, κληθείς να απαντήσει στο ερώτημα γιατί αποφάσισε τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, ο έλληνας πρωθυπουργός τονίζει ότι δεν είχε άλλη επιλογή. «Θα πρέπει να δείτε με τι βρεθήκαμε αντιμέτωποι εγώ και η κυβέρνησή μου, η συμφωνία την οποία μας πρότειναν. Πρέπει να παραδεχτώ ότι ήταν μια ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη απόφαση». Το κύριο πολιτικό πρόβλημα των κυβερνήσεων των χωρών της βόρειας Ευρώπης, σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν ότι ήθελαν πάση θυσία να αποτρέψουν το γεγονός να εμφανιστούν ενώπιον των κοινοβουλίων τους και να ψηφίσουν «ακόμη και για ένα μόλις πρόσθετο ευρώ για την Ελλάδα. Είναι αιχμάλωτοι του λαϊκίστικου κλίματος, το οποίο οι ίδιοι δημιούργησαν, κάνοντας τους πολίτες τους να πιστέψουν ότι θα πλήρωναν για τους τεμπέληδες Έλληνες. (…) Αυτοί που είπαν ‘ούτε σεντ παραπάνω για την Ελλάδα έδωσαν πρόσφατα τη συγκατάθεσή τους όχι απλώς σε ένα ευρώ, αλλά σε 83 δισ ευρώ. Έτσι φτάσαμε από τα 10,6 δισ. πριν από 5 μήνες στα 83 δισ. ευρώ για τρία χρόνια, με την επιπροσθέτως σημαντική υπόσχεση για μια απομείωση του χρέους, η οποία αναμένεται να συζητηθεί τον Νοέμβριο. Αυτό είναι το ερώτημα κλειδί, το οποίο αποφασίζει εάν η Ελλάδα μπορεί να διαβεί έναν δρόμο ο οποίος θα βγάλει τη χώρα από την κρίση». Σε ερώτηση εάν το όχι στο δημοψήφισμα ισοδυναμεί με όχι στη λιτότητα, ο έλληνας πρωθυπουργός απαντά: «Το ερώτημα του δημοψηφίσματος αποτελούνταν από δυο μέρη: το πρώτο μέρος αφορούσε τα μέτρα που μας ζητούσαν παλαιότερα και το δεύτερο μέρος το χρηματοδοτικό πλάνο. Για να είμαι ειλικρινής και να μην εξωραϊζω καταστάσεις: η συμφωνία που ακολούθησε το δημοψήφισμα, όσον αφορά τουλάχιστον το πρώτο μέρος, μοιάζει με εκείνη που απέρριψε ο ελληνικός λαός. Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και όσον αφορά το δεύτερο μέρος και ως προς αυτό υπάρχει μια διαφορά όπως έχει η μέρα με τη νύχτα. Πριν είχαμε 10,6 δις για πέντε μήνες. Τώρα έχουμε 83 δις –τα οποία ανταποκρίνονται σε μια μεσοπρόθεσμη χρηματοδότηση- από τα οποία τα 47 δις προβλέπονται για την αποπληρωμή χρέους προς το εξωτερικό, 4,5 δις για οφειλές του δημοσίου και 20 δις για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. (…) Το δημοψήφισμα εκπλήρωσε ένα ρόλο».