Ένα απλό και φθηνό τεστ που θα προβλέπει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου ίσως γίνει διαθέσιμο μέσα στα επόμενα χρόνια.
Το τεστ θα βασίζεται στην ανάλυση σάλιου ή αίματος και θα μπορεί να ανιχνεύσει ποιοι άνθρωποι έχουν την γενετική προδιάθεση να αναπτύξουν ορισμένες μορφές καρκίνου, όπως αυτού του προστάτη, του μαστού και των ωοθηκών. Το αποτέλεσμα ενός τέτοιου ελέγχου θα είναι οι ασθενείς υψηλού κινδύνου να παρακολουθούνται ώστε να ανιχνεύονται έγκαιρα οι όγκοι σε αρχικό στάδιο και να δέχονται την κατάλληλη θεραπεία.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται έπειτα από τη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα παγκόσμια γενετική έρευνα σε σχέση με τον καρκίνο που έγινε σε πάνω από 200.000 ανθρώπους, με τη συμμετοχή 1.000 και πλέον επιστημόνων. Η μελέτη αποκάλυψε 80 μικρές μεταλλάξεις γονιδίων που αυξάνουν τον σχετικό κίνδυνο.
Παγκοσμίως υπάρχουν περίπου 2,5 εκατ. νέα περιστατικά των τριών ανωτέρω μορφών καρκίνου κάθε χρόνο, το ένα τρίτο από τα οποία καταλήγουν στο θάνατο.
Στο πλαίσιο της έρευνας, οι επιστήμονες μελέτησαν το DNA άνω των 100.000 καρκινοπαθών και το συνέκριναν με το DNA άλλων τόσων ανθρώπων χωρίς καρκίνο, εστιάζοντας σε περίπου 200.000 μικρές γενετικές παραλλαγές (γνωστές ως «πολυμορφισμοί ενός νουκλεοτιδίου»).
Από την ανάλυση προέκυψαν πάνω από 80 περιοχές του γενετικού κώδικα, που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού έως 49%, του προστάτη έως 23% και των ωοθηκών έως 11%. Οι επιστήμονες επισήμαναν ότι ενώ κάθε επιμέρους γενετική παραλλαγή που εντοπίστηκε αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου μόλις κατά περίπου 1%, η επίδρασή τους είναι σωρευτική και έτσι όσους περισσότερους γενετικούς παράγοντες υψηλού κινδύνου έχει ένα άτομο, τόσο αυξάνει η πιθανότητα να εμφανίσει καρκίνο.
Η διάγνωση με ένα μελλοντικό γενετικό τεστ σε νεαρότερη ηλικία, ακόμα και κατά τη γέννηση, θα επιτρέπει στους γιατρούς να εντοπίζουν τους ανθρώπους που κινδυνεύουν πάνω από τον μέσο όρο, παίρνοντας έτσι στη συνέχεια τα αναγκαία προφυλακτικά μέτρα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, ένα τέτοιο τεστ θα μπορούσε να είναι πιο αξιόπιστο ακόμα και από τις σημερινές μαστογραφίες ή το τεστ αίματος PSA για τον καρκίνο του προστάτη.
Ένα γενετικό τεστ θα μπορούσε να εντοπίσει τον ένα άνδρα στους 100 που λόγω γονιδίων έχει 50% πιθανότητα να αναπτύξει καρκίνο του προστάτη ή τη μία γυναίκα στις 100 που επίσης λόγω γονιδίων αντιμετωπίζει 30% κίνδυνο για καρκίνο του μαστού.
Πάντως, σύμφωνα με τους επιστήμονες, παρά και τις νέες ανακαλύψεις, το 60% των γενετικών παραγόντων κινδύνου για τις τρεις αυτές μορφές καρκίνου παραμένουν ακόμα άγνωστοι. Μέχρι στιγμής, οι ερευνητές εκτιμούν ότι έχει εξηγηθεί μόνο το 28% του κινδύνου για καρκίνο του μαστού, το 30% του κινδύνου για καρκίνο του προστάτη και μόλις το 4% του κινδύνου για τον καρκίνο των ωοθηκών, που είναι και ο πλέον θανατηφόρος.
Χιλιάδες ακόμα γενετικοί παράγοντες μένει να ανακαλυφθούν και γι’ αυτό θα χρειαστούν ακόμα μεγαλύτερες γενετικές μελέτες.