Γενετικές παραλλαγές που συνδέονται με το άσθμα και οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της ασθένειας εντόπισαν επιστήμονες, ανοίγοντας το δρόμο για την ανάπτυξη νέων φαρμάκων.
Οι ερευνητές συνέκριναν τα γονίδια 10.000 παιδιών και ενηλίκων που πάσχουν από άσθμα και 16.000 μη ασθματικών και εντόπισαν συγκεκριμένες παραλλαγές γονιδίων που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της πάθησης, περίπου στο ένα τρίτο των παιδιών που έχουν άσθμα.
Επικεφαλής της ομάδας των επιστημόνων είναι ο καθηγητής Ουίλιαμ Κούκσον του Imperial College του Λονδίνου, ενώ τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο ιατρικό περιοδικό «New England Journal of Medicine».
Το γονίδιο που φαίνεται να έχει την ισχυρότερη επίδραση στο παιδικό άσθμα, λένε οι επιστήμονες, δεν επηρεάζει όσους εμφανίζουν άσθμα ως ενήλικες, γεγονός που δείχνει ότι υπάρχουν πιθανώς δύο παραλλαγές του άσθματος που διαφέρουν από βιολογική άποψη.
Στο άσθμα οι αεραγωγοί των πνευμόνων υφίστανται φλεγμονή και στένωση, με συνέπεια ο ασθενής να δυσκολεύεται να αναπνεύσει.
Οι αιτίες που προκαλούν την πάθηση δεν έχουν ακόμα κατανοηθεί πλήρως, αν και οι επιστήμονες θεωρούν ότι σε αυτήν συμβάλλουν εξίσου γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Αξίζει να αναφερθεί πως δεν υπάρχει γενετικό τεστ για την πρόβλεψη της νόσου.