Την πιθανή συσχέτιση μεταξύ χημικών ουσιών και εμβολίων αναδεικνύει για πρώτη φορά μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, αν και, όπως διευκρίνισαν οι επιστήμονες, δεν υπάρχουν ακόμα αποδείξεις ότι όντως είναι οι ίδιες οι χημικές ουσίες και μόνο που «φρενάρουν» τους αμυντικούς μηχανισμούς, τους οποίους ενεργοποιούν τα εμβόλια.
Μια σειρά από οργανικές χημικές ουσίες που περιέχουν φθόριο και χρησιμοποιούνται σε συσκευασίες φαγητών, αδιάβροχα ρούχα και αντικολλητικά μαγειρικά σκεύη, όταν συσσωρεύονται στο αίμα, πιθανώς ευθύνονται για την εξασθένηση της άμυνας του ανοσοποιητικού συστήματος κατά των παθογόνων μικροοργανισμών. Αυτό έχει σαν συνέπεια τη μικρότερη αποτελεσματικότητα των παιδικών εμβολίων κατά του τετάνου και της διφθερίτιδας.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον περιβαλλοντικό επιδημιολόγο Φιλίπ Γκραντζαν της Σχολής Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, μελέτησαν την επίπτωση που έχουν στα εμβόλια οι υπερφθοριωμένοι υδρογονάνθρακες (PFCs). Οι ουσίες αυτές είναι δυνατό να μεταφερθούν πριν τη γέννηση στα έμβρυα μέσω της μητέρας, καθώς και μετά τη γέννηση μέσω της απορρόφησής τους από το περιβάλλον, όπου έχουν διαρρεύσει και όπου δύσκολα διασπώνται.
«Η επίπτωση στους παιδικούς εμβολιασμούς από τους PFCs πρέπει να αντιμετωπισθεί ως δυνητική απειλή για τη δημόσια υγεία», δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας και ανέφερε ότι οι επιστήμονες εξεπλάγησαν από την μελέτη, που δείχνει ότι οι υπερφθοριωμένοι υδρογονάνθρακες είναι ίσως πιο τοξικοί για το ανοσοποιητικό σύστημα ακόμα και από τις διοξίνες, ενώ δεν αποκλείεται να μένουν στο αίμα των παιδιών για όλη τη ζωή τους.
Η νέα έρευνα έγινε σε περίπου 600 νήπια και παιδιά στις δανικές νήσους Φαρόε έδειξε ότι ο διπλασιασμός στη συγκέντρωση τριών βασικών PFC στο αίμα σχετιζόταν με μια μείωση κατά περίπου 50% των αντισωμάτων στα παιδιά ηλικίας επτά ετών, δηλαδή δύο έτη μετά την πραγματοποίηση του εμβολιασμού κατά του τετάνου και της διφθερίτιδας.
κουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ και παραχωρούνται σε συνδρομητές μόνον για