Tο θέμα των επιπτώσεων της μετανάστευσης στη δημόσια υγεία συζητήθηκε, μετά από αίτημα της Ελλάδας, στο Συμβούλιο υπουργών Υγείας της ΕΕ, που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Λουξεμβούργο. Τις ελληνικές θέσεις υποστήριξε ο υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανδρέας Λοβέρδος.
Κατά την παρέμβασή του, ο κ. Λοβέρδος ανέφερε ότι η παράνομη μετανάστευση είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι μόνο πέρυσι μπήκαν στη χώρα μας πάνω από 132.000 λαθρομετανάστες, ενώ το πρώτο τετράμηνο του 2011, περί τις 9.000.
Καθώς η πλειονότητά τους είναι από χώρες της Ασίας και της Αφρικής, με εντελώς διαφορετικό επιδημιολογικό προφίλ από εκείνο των Ελλήνων και των άλλων Ευρωπαίων, οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία είναι μεγάλοι, τόνισε ο κ. Λοβέρδος. Και σημείωσε, ότι οι μετανάστες δύνανται να μεταφέρουν νοσήματα που στην Ευρώπη πλέον θεωρούνται εξαφανισμένα, όπως η πολιομυελίτιδα, η χολέρα, ο δάγκειος πυρετός, η ελονοσία, και να αυξήσουν τα ποσοστά νοσημάτων, όπως η φυματίωση και η ηπατίτιδα, λόγω κακών συνθηκών διαβίωσης.
Σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας, οι συνέπειες της λαθρομετανάστευσης στη δημόσια υγεία ξεπερνούν τις δυνατότητες και τα μέσα που διαθέτει η χώρα μας, ενώ το βάρος για το σύστημα υγείας είναι δυσβάσταχτο.
Το συνολικό κόστος περίθαλψης των μεταναστών το 2010 προσέγγισε τα 140.000.000 ευρώ, ενώ η βοήθεια που λαμβάνει η χώρα είναι περισσότερο συμβολική. Για το πρώτο εξάμηνο του 2011 εγκρίθηκαν 10.000.000 ευρώ.
Οι συνέπειες στη δημόσια υγεία, όπως είπε, δεν μπορούν να υποτιμηθούν και δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα. Έως τώρα, η ελληνική πολιτεία έχει κατορθώσει να κρατήσει το πρόβλημα υπό έλεγχο. Ωστόσο, επιδημιολογικά η κατάσταση παραμένει επισφαλής. Οι επιδημίες δεν γνωρίζουν σύνορα. Τυχόν επιδείνωση των συνθηκών στην Ελλάδα θα επηρεάσει αναπόδραστα και την υπόλοιπη Ευρώπη, υπογράμμισε ο κ. Λοβέρδος.
Ο υπουργός Υγείας επεσήμανε ότι το κοινό ευρωπαϊκό πρόβλημα απαιτεί κοινή ευρωπαϊκή λύση. Η λύση αυτή πρέπει να είναι συνολική και μόνιμη, όχι αποσπασματική και πρόσκαιρη. Η Ελλάδα και οι υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού νότου έχουν ανάγκη την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, είτε με νέα θεσμικά και χρηματοδοτικά εργαλεία, είτε με την τροποποίηση και διεύρυνση των παλαιών, ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την πρόκληση. Με άλλα λόγια, τόνισε, έχουμε ανάγκη μία υγειονομική «FRONTEX», ικανή να θωρακίσει τον ευρωπαϊκό πληθυσμό.
Κατά τη συζήτηση για τα συστήματα υγείας, ο κ. Λοβέρδος υπογράμμισε ότι η υγεία απορροφά άνω του 10% του ΑΕΠ, και κατά συνέπεια η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητά του είναι ζωτικής σημασίας για τις οικονομίες των χωρών.
Οι προκλήσεις για τα συστήματα υγείας, κυρίως η εξάπλωση των μη μεταδοτικών νόσων σε συνδυασμό με τους περιορισμένους πόρους, αποτελούν κατεπείγοντα λόγο ενίσχυσης και μετασχηματισμού τους, με μετατόπιση της χρηματοδότησης προς ολοκληρωμένες προσεγγίσεις, με έμφαση στην πρόληψη, την έγκαιρη διάγνωση, τη θεραπεία και τη διαχείριση των επιπλοκών, σημείωσε.
Ο υπουργός Υγείας ανέφερε ότι πρώτη προτεραιότητα για την Ελλάδα, αυτήν την περίοδο, είναι η αναδιοργάνωση του συστήματος και η δραστική περιστολή των δαπανών, με μεγιστοποίηση της ωφέλειας και βελτίωση της αποδοτικότητας μέσω κατάλληλων, έγκαιρων και ποιοτικών υπηρεσιών υγείας για όλους.
Προς αυτή την κατεύθυνση βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία αναδιάταξης των Νοσοκομείων, με τη λειτουργική ενοποίηση ή τη μετεξέλιξη ορισμένων εξ’ αυτών σε εξειδικευμένες μονάδες, για καλύτερη αξιοποίηση ανθρώπινου δυναμικού και ιατροτεχνολογικής υποδομής, ενώ κεντρικό ρόλο θα έχει ο Ενιαίος Οργανισμός Πρωτοβάθμιων Υπηρεσιών Υγείας για καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και οικονομίες κλίμακος.
Προτεραιότητα, επίσης, για το υπουργείο Υγείας είναι η υιοθέτηση ενός υγιεινότερου τρόπου ζωής με λιγότερο κάπνισμα, περισσότερη άσκηση και προσεγμένη διατροφή. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Λοβέρδος τάχθηκε υπέρ της θέσπισης ενός διεθνούς φόρου αλληλεγγύης στον καπνό, για την εξεύρεση πόρων στη μάχη κατά των μη μεταδοτικών ασθενειών αλλά και στη μείωση του καπνίσματος, και ζήτησε την υποστήριξη των ομολόγων του σε αυτήν την πρωτοβουλία.
Τέλος, ο Έλληνας υπουργός τόνισε την ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών στον εντοπισμό τομέων, που μπορούν να πετύχουν περισσότερα με τους ίδιους ή και λιγότερους πόρους, δουλεύοντας από κοινού.