Σε αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας των αποφάσεων του υπουργού Παιδείας για τις μετεγγραφές τόσο των ειδικών κατηγοριών όσο και των οικονομικών κριτηρίων προχώρησαν οι διδάσκοντες των Αρχιτεκτονικών Σχολών σε ΕΜΠ και ΑΠΘ.
Όπως τονίζουν σε ανακοίνωσή τους «η απόφαση της κυβέρνησης να επιτρέψει τη μεταφορά θέσης ενός υπερβολικά μεγάλου αριθμού φοιτητών από Αρχιτεκτονικές Σχολές της περιφέρειας στις Αρχιτεκτονικές Σχολές του ΕΜΠ και του ΑΠΘ οδηγεί σε αδυναμία λειτουργίας τις δυο Σχολές, καθώς με το υπάρχον διδακτικό, διοικητικό προσωπικό και την υφιστάμενη υποδομή οι Σχολές υποδοχής αδυνατούν να εκπαιδεύσουν τους ήδη εγγεγραμμένους φοιτητές -αρκετοί των οποίων έχουν εισαχθεί ως υπεράριθμοι με ειδικές διατάξεις- πολύ δε περισσότερο και τους αιτούντες μεταφορά θέσης
Οι διδάσκοντες των Αρχιτεκτονικών Σχολών του ΕΜΠ και του ΑΠΘ, με αίσθημα ευθύνης για τη διατήρηση του επιπέδου σπουδών των Σχολών που υπηρετούν, προχώρησαν σε αίτηση ακυρώσεως κατά των δύο αποφάσεων του Υπουργού «για μεταφορά θέσης εισαγωγής πολυτέκνων, τριτέκνων και ειδικών κατηγοριών» και για «μεταφορά θέσης εισαγωγής με οικονομικά κριτήρια».
Κατόπιν αυτού, υπογραμμίζεται σε ανακοίνωση αναμένεται η κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας στην αίτηση ακυρώσεως για πρόδηλη παραβίαση των άρθρων 4 παρ. 1, 5 παρ. 1, 16, 24 και 106 του Συντάγματος, που υπέβαλαν όλα τα μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των δύο Σχολών κατά των δύο πρόσφατων υπουργικών αποφάσεων για τις μετεγγραφές.
Να αναφέρουμε ότι η Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ έχει δηλώσει ότι μπορεί να εκπαιδεύσει 80 νεοεισερχόμενους σπουδαστές και το Υπουργείο αποφάσισε την εισαγωγή 150. Όπως τονίζεται σε απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Οκτωβρίου μέχρι σήμερα έχουν ήδη εγγραφεί 170 με ειδικές διατάξεις και δεν είναι γνωστό που θα φτάσει ο τελικός αριθμός. Η Σχολή παράλληλα έχει επιβαρυνθεί και στα μεγαλύτερα εξάμηνα με μεγάλο αριθμό σπουδαστών, οι οποίοι τον τελευταίο χρόνο έχουν έρθει από περιφερειακές Σχολές με «μεταφορά θέσης». Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η λογική των μεταγραφικών διατάξεων οδηγεί σε υπερπληθυσμό τα Ιδρύματα της Αθήνας και σε μαρασμό τα ΑΕΙ της περιφέρειας.
Στην απόφαση επισημαίνονταν ότι «δεν μπορούμε να εγγυηθούμε τη λειτουργία της Σχολής ‐με τον αυξημένο αριθμό σπουδαστών‐ παρά μόνο εάν υπάρξει άμεσα: αναπροσαρμογή της χρηματοδότησης για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών, προκήρυξη των θέσεων μελών ΔΕΠ που εκκρεμούν ‐ οι οποίες πρόσφατα επεστράφησαν από το Υπουργείο Παιδείας‐ επιστροφή του διοικητικού προσωπικού που τον τελευταίο χρόνο τέθηκε σε διαθεσιμότητα, συμπλήρωση των θέσεων του προσωπικού που συνταξιοδοτήθηκε και υπολογισμός του απαιτούμενου διοικητικού προσωπικού με βάση τους πραγματικούς αριθμούς των σπουδαστών».