Αποδεκτή έγινε έγγραφη σύσταση – πόρισμα του Συνήγορου του Καταναλωτή προς κολέγιο, σχετικά με ερμηνεία συμβατικών όρων. Όπως αναφέρει σημερινή δημοσίευση στην ηλεκτρονική σελίδα της Αρχής, δύο καταναλώτριες θεώρησαν πως εξαπατήθηκαν κατά την εγγραφή τους σε συγκεκριμένο εκπαιδευτήριο καθώς αυτή πραγματοποιήθηκε με σκοπό την παρακολούθηση προγραμμάτων σπουδών μαιευτικής, πανεπιστημιακού επιπέδου τετραετούς διάρκειας, προσφερόμενων στο πλαίσιο ακαδημαϊκής σύμπραξης της επιχείρησης με αλλοδαπό (Βρετανικό) πανεπιστήμιο, ώστε, με το πέρας των σπουδών, να αποκτήσουν «πτυχίο Bachelor». Στον αντίποδα, το εκπαιδευτήριο διατείνεται, πως οι δύο εγγραφές αφορούσαν σε διαφορετικό (κατώτερο) επίπεδο σπουδών τριετούς διάρκειας, στο πλαίσιο ακαδημαϊκής σύμπραξής της με αλλοδαπό (Βρετανικό) εκπαιδευτικό (μη πανεπιστημιακού επιπέδου) ίδρυμα, οι οποίες οδηγούν στην απόκτηση «πτυχίου Higher National Diploma (HND)».
Από το Συνήγορο του Καταναλωτή ζητήθηκαν συμπληρωματικά στοιχεία από το εκπαιδευτήριο, ιδίως ως προς τους κανονισμούς σπουδών, των κρίσιμων ακαδημαϊκών ετών, ενώ ο Συνήγορος, στο πλαίσιο της διερεύνησης των δύο υποθέσεων απέστειλε επιστολή προς το υπουργείο Παιδείας, ζητώντας την παροχή πληροφοριών ως προς τις συνεργασίες του εκπαιδευτηρίου με τα πανεπιστήμια του εξωτερικού “Plymouth University” της Αγγλίας και πανεπιστήμιο «Plovdif »της Βουλγαρίας, στον τομέα της μαιευτικής. Το υπουργείο διαβεβαίωνε την Αρχή, ότι το εκπαιδευτήριο δεν διέθετε συνεργασία με το πανεπιστήμιο «Plymouth» της Αγγλίας στον τομέα της μαιευτικής, αλλά ότι από την 1.9.2013 ξεκίνησε συνεργασία με το πανεπιστήμιο «Plovdif» της Βουλγαρίας, στον τομέα της μαιευτικής.
Σύμφωνα με τα στοιχεία και τα γεγονότα, η Αρχή εκτιμά ότι στις σχετικές αιτήσεις εγγραφής, που θεωρείται ότι επέχουν θέση συμβατικών κειμένων, εφόσον αποτελούν τα μοναδικά έγγραφα, στα οποία διαλαμβάνονται οικονομικοί και ακαδημαϊκοί όροι, μνημονεύεται γενικόλογα ο τίτλος των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και οι συναφθείσες συμβάσεις κρίνονται ουσιωδώς ελλιπείς, αδυνατώντας να υπηρετήσουν την ανάγκη, που είναι και εκ του νόμου απαίτηση, για την πλήρη, έγκυρη και σαφή ενημέρωση των καταναλωτών, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που συμβατικώς αναλαμβάνουν.
Από την άλλη πλευρά, η βασική αιτίαση των καταναλωτριών, ότι εξαπατήθηκαν από την αναφερόμενη ως προς το επίπεδο των σπουδών που συμφώνησαν, ελέγχεται ως αβάσιμη. Και τούτο διότι, αφενός, στην περίπτωση της μιας καταναλώτριας το επίπεδο των σπουδών μνημονεύεται στη σύμβαση, αφετέρου, η δεύτερη καταναλώτρια ήταν σε θέση και μπορούσε να γνωρίζει, ανατρέχοντας στο περιεχόμενο του οικείου κανονισμού σπουδών, που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της σύμβασής της, ότι το μόνο προσφερόμενο πρόγραμμα σπουδών από την αναφερόμενη στην ειδικότητά της κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης, ήταν «επιπέδου HND».
Σε κάθε περίπτωση, θεωρείται ότι αμφότερες οι καταναλώτριες είχαν, αντικειμενικά, τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσουν τυχόν εξαπάτησή τους από την αναφερόμενη, πριν από τη σύναψη νέας σύμβασης για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος, όταν τους προτάθηκε και εκείνες αποδέχτηκαν την πραγματοποίηση εγγραφής σε εκπαιδευτικό ίδρυμα της Βουλγαρίας για την απόκτηση «πτυχίου Bachelor», έχοντας στο μεταξύ πληροφορηθεί ότι το πρόγραμμα, που μέχρι πρότινος παρακολουθούσαν, ήταν «επιπέδου HND». Εκ της συμπεριφοράς τους αυτής μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα είτε ότι δεν υπήρχε εξαρχής οιαδήποτε διαφορά τους με την αναφερόμενη είτε ότι οι όποιες τυχόν διαφορές διευθετήθηκαν στο πλαίσιο ανανέωσης της συνεργασίας τους με την αναφερόμενη και υπογραφής της δεύτερης σύμβασης, σε συνδυασμό με το γεγονός, δε, ότι οι καταναλώτριες προχώρησαν σε υποβολή αναφοράς στον Συνήγορο του Καταναλωτή με εξαιρετική καθυστέρηση, αφού συμπλήρωσαν έναν χρόνο σπουδών στο νέο εκπαιδευτικό ίδρυμα και ενώ προηγουμένως είχαν αποτύχει στις εξετάσεις τους.
Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη ότι στις καταναλώτριες έχει χορηγηθεί από την αναφερόμενη βεβαίωση για τις σπουδές που πραγματοποίησαν, πράγμα το οποίο πιστοποιεί ότι η από μέρους τους καταβολή διδάκτρων δεν έγινε αχρεωστήτως, αλλά αντιστοιχεί σε εκπαιδευτικές υπηρεσίες που πράγματι τους παρασχέθηκαν, και δοθείσης, επιπλέον, της δυνατότητας που υφίσταται να συνεχίσουν τις σπουδές τους, πραγματοποιώντας μετεγγραφή σε άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα της επιλογής τους και αξιοποιώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τις γνώσεις που απέκτησαν, δεν προκύπτει ότι έχουν υποστεί οικονομική ζημία και, συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται η επιστροφή χρημάτων στην προκείμενη περίπτωση.
Σύσταση
Με βάση τα ανωτέρω, ο Συνήγορος του Καταναλωτή, απηύθυνε σύσταση προς την επιχείρηση (η οποία έγινε δεκτή) να τροποποιήσει τα έντυπα των συμβάσεων που υπογράφει με τους σπουδαστές της κατά τρόπο, ώστε να προσδιορίζονται πλήρως και με τη δέουσα σαφήνεια όλες οι παράμετροι των παρεχόμενων υπηρεσιών της, σε συνδυασμό με τις εκάστοτε υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συμβαλλομένων μερών. Η Αρχή κοινοποίησε τη σύσταση και στη γενική γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού για τυχόν δικές της ενέργειες, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.