Την ενδιάμεση αξιολόγηση του Προγράμματος «Ενίσχυση της λειτουργίας των Κινητών Μονάδων Πρώτης Υποδοχής» που αφορά στις διαδικασίες πρώτης υποδοχής σε περιοχές με υψηλές μεταναστευτικές ροές παρουσίασε σήμερα ο διευθυντής της Υπηρεσίας Παναγιώτης Νίκας, στο πλαίσιο ημερίδας που διοργάνωσε η ΥΠΥ (Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής) για το πρόβλημα της υποδοχής των παράτυπων αλλοδαπών τρίτων χωρών στην Ελλάδα, με έμφαση στο ευαίσθητο πρόβλημα των ασυνόδευτων ανηλίκων (παιδιά ηλικίας έως 17 ετών).
Η υπηρεσία αποτελείται από δυο πρώην Κέντρα Κράτησης -το Κέντρο Πρώτης Υποδοχής (ΚΕΠΥ) στο Φυλάκιο Έβρου και το ΚΕΠΥ Λέσβου- και δυο Κινητές Ομάδες Πρώτης Υποδοχής που από τον Οκτώβριο 2013 επιχειρούν σε Σάμο και Λέσβο. Η λειτουργία τους χρηματοδοτείται κατά 90% από το Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων και κατά 10% από την Ελλάδα. Στόχος, όπως είπε ο κ. Νίκας, είναι η ΥΠΥ να αναπτυχθεί έτσι ώστε να μπορέσει να καλύψει το 100% των ροών που φθάνουν στη χώρα, η παροχή κατάλληλων συνθηκών υποδοχής με παραπομπή σε δομές προνοιακού χαρακτήρα για τις ευάλωτες ομάδες και η κάλυψη των πρώτων αναγκών.
«Θέλουμε οι παράτυπα εισερχόμενοι μετανάστες να έρχονται σε μια χώρα όπου τηρείται ο Νόμος» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Νίκας και «να προστατεύουμε όσους έχουν ανάγκη και δικαιούνται προστασίας». Ως μόνιμο πρόβλημα της υπηρεσίας, που συστάθηκε με βάση τον Ν. 3907/2011 και άρχισε να λειτουργεί τον Μάρτιο 2013 με το ΚΕΠΥ Έβρου, επισημάνθηκε η έλλειψη προσωπικού και η κάλυψη της χρηματοδότησής της.
Αναφερόμενος στο πρόβλημα της χρηματοδότησης, ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα Πάνος Καρβούνης, αναφέρθηκε στην ανάγκη να ενισχυθούν «οι προσπάθειες επαρκούς ελέγχου στα σύνορα» και στην ανάγκη «να εξασφαλισθεί επαρκής δυναμικότητα υποδοχής». Όπως είπε, «η Ελλάδα φυλά τα σύνορα της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα στηρίξει την Ελλάδα και την προτρέπει να συνεχίσει τον δύσκολο δρόμο».
Μιλώντας εκ μέρους της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛΑΣ) ο υποστράτηγος Γιώργος Νίτσας, προϊστάμενος του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, σημείωσε, ότι «εστιάζουμε το έργο μας στην προστασία των ελληνικών συνόρων» και διευκρίνισε, ότι η ΥΠΥ αποτελεί το ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στην αρχική σύλληψη και τις διοικητικές κυρώσεις (σ.σ. αποφάσεις απέλασης).
Το έργο της Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής συνίσταται στην καταγραφή, ταυτοποίηση, ιατρο-ψυχοκοινωνικό έλεγχο και παραπομπή των παράτυπα εισερχομένων στην ΕΛΑΣ (για μεταφορά σε Κέντρο Κράτησης και απέλαση) ή στην Υπηρεσία Ασύλου (για υποβολή αιτήματος πολιτικού ασύλου) ή στο ΕΚΚΑ (Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης για τις ευάλωτες ομάδες).
Αφγανοί και Σύροι το μεγαλύτερο ποσοστό των προσφύγων που φθάνουν στη χώρα
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της δράσης της ΥΠΥ από τον Οκτώβριο 2013 έως τον Νοέμβριο 2014 υπάχθηκαν στις διαδικασίες Πρώτης Υποδοχής στις Κινητές Μονάδες 6.795 άνθρωποι, εκ των οποίων 5.715 άνδρες και 1.080 γυναίκες. Το 51% ήταν από το Αφγανιστάν, 25% από τη Συρία και ακολουθούν οι προερχόμενοι από τη Σομαλία (9%), από την Ερυθραία (6%), τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη (3%) και 8% λοιπές εθνικότητες.
Εξ αυτών, ο μεγαλύτερος αριθμός (2932) ήταν ηλικίας 18-25 ετών, οι 1474 ηλικίας 0-17 ετών, οι 1310 ηλικίας 26-33 ετών και μικρότερος αριθμός από τις άλλες ηλικιακές ομάδες.
Από τους 6.795 οι 1.341 αναγνωρίσθηκαν, ότι ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες. Συγκεκριμένα, οι 646 ήταν ασυνόδευτοι ανήλικοι, 301 θύματα βασανιστηρίων, 260 μονογονεϊκές οικογένειες, 58 ανάπηροι, 54 γυναίκες σε κύηση ή λοχεία.
Μεταξύ των ασυνόδευτων ανηλίκων, 623 ήταν αγόρια 12-17 ετών, 11 κορίτσια 12-17 ετών και 12 αγόρια και κορίτσια κάτω των 12 ετών. Σύνολο: 646 παιδιά.
Μεταξύ των ευάλωτων ομάδων, μόνο 626 παραπέμφθηκαν στο ΕΚΚΑ. Επιπλέον, και στο σύνολο των εισερχομένων, 599 παραπέμφθηκαν σε υπηρεσίες υγείας, 62 στην Υπηρεσία Ασύλου και 4.818 παραδόθηκαν στην ΕΛΑΣ.
Τον τρόπο διαχείρισης των ασυνόδευτων ανηλίκων παρουσίασαν εκπρόσωποι των ΜΚΟ («Γιατροί του Κόσμου», «Ιατρική Παρέμβαση», «ΜΕΤΑδραση») που συνεργάζονται με την ΥΠΥ. Η Μαριέλλα Μιχαηλίδου από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες παρουσίασε την εκτίμηση της ανηλικότητας σύμφωνα με τη σχετική υπουργική απόφαση του υπουργείου Υγείας (2013) και ο Λάμπρος Μπαμπαλιούτας, λέκτορας Παντείου Πανεπιστημίου, το νομοθετικό πλαίσιο και την πρακτική της Δημόσιας Διοίκησης.
Αγχώδεις και συναισθηματικές διαταραχές, κρίσεις πανικού, αυτοκαταστροφικές ενίοτε συμπεριφορές, αλλά και κεφαλαλγίες, δερματολογικά και άλλα προβλήματα παρουσιάζουν τα παιδιά που φθάνουν ασυνόδευτα στη χώρα. Σοβαρό ζήτημα συνιστά η εκτίμηση της ανηλικότητας. Όπως διευκρίνισε η κ. Μιχαηλίδου αναλύοντας τη σχετική υπουργική απόφαση, «μόνο σε περιπτώσεις αιτιολογημένης αμφιβολίας γίνεται αξιολόγηση» που σύμφωνα με τον ελληνικό Νόμο «πρέπει να είναι ολιστική». Δηλ. να συνεκτιμάται η σωματική ηλικία με την ψυχοκοινωνική κατάσταση.
Η εκτίμηση, τόνισε, πρέπει «να είναι ευαίσθητη σε ζητήματα φύλου και πολιτιστικής ιδιαιτερότητας» και αναφέρθηκε στην ανάγκη εκπαίδευσης και εξειδικευμένης κατάρτισης όσων εμπλέκονται στη διαδικασία, αλλά και στην αδήριτη ανάγκη για επένδυση πόρων και ανθρώπινου δυναμικού.
Σε ό,τι αφορά στον ιατρικό προσδιορισμό της ανηλικότητας, σημείωσε, ότι ο ιατρικός κόσμος διεθνώς παραδέχεται το περιθώριο ιατρικού λάθους και αναφέρθηκε στην υποχρέωση να γίνεται όταν υπάρχει ειδικά αιτιολογημένη αμφιβολία. Ακόμη και χώρες με μεγάλη παράδοση στο θέμα «παλεύουν να βρουν την καλύτερη διαδικασία για τον ορισμό της ανηλικότητας» σημείωσε.
Εξίσου εμφατικά πρόσθεσε, ότι σύμφωνα με το Νόμο, «στο παιδί λογίζεται πάντα το πλεονέκτημα της αμφιβολίας». Με άλλα λόγια, είπε, η προσφυγή στην ιατρική εξέταση για την ανηλικότητα πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη. «Είναι μια διαδικασία που γίνεται κατ’ εξαίρεση για την προστασία του παιδιού και όχι ανάποδα» τόνισε η κ. Μιχαηλίδου εξηγώντας ότι η διαδικασία πρέπει κατεξοχήν να γίνεται όταν ένα παιδί που φαίνεται ανήλικο επιμένει ότι είναι 20 ετών και όχι να αμφισβητείται εξαρχής η ανηλικότητα των παιδιών.
Στο πρόβλημα της κράτησης 190 ανηλίκων στην Αμυγδαλέζα υπό απαράδεκτες συνθήκες, αναφέρθηκε η συντονίστρια του Οικουμενικού Προγράμματος Προσφύγων της Εκκλησίας της Ελλάδας Ευθαλία Παππά σε παρέμβασή της. Όπως είπε, 60 ανήλικοι, ηλικίας έως 14 ετών, κρατούνται στην πτέρυγα των ενηλίκων, 80 εμφανώς ανήλικοι -που δήλωσαν ενήλικοι στα σημεία εισόδου- κρατούνται στην ίδια πτέρυγα, ενώ 50 παιδιά κρατούνται στην πτέρυγα των ανηλίκων. Δεν υπάρχει γιατρός για τους 1600 κρατούμενους του Κέντρου Κράτησης -μεταξύ των οποίων ανήκοντες σε ευάλωτες ομάδες, άρρωστοι και παιδιά, ενώ στην πτέρυγα των ενηλίκων, ενήλικοι και ανήλικοι αντιμετώπισαν τον χιονιά με σπασμένα air conditions. Επίσης, σε αυτοψία που έγινε βρέθηκαν ακόμη και ξυπόλητα παιδιά.
Η κ. Παππά ζήτησε να υπάρξει ενημέρωση για τον αριθμό των ανηλίκων που έχουν παραπεμφθεί από την ΥΠΥ σε δομές και τον αριθμό όσων έχουν παραπεμφθεί σε Κέντρα Κράτησης. Ο Κ. Νίκας απάντησε, ότι μεταξύ των παιδιών που έχουν περάσει από το ΥΠΥ, ούτε ένα δεν παραπέμφθηκε σε Κέντρο Κράτησης.
Από τον Συνήγορο του Πολίτη, η Ματίνα Πούλου, αναφέρθηκε σε μεγάλο αριθμό παιδιών που αντί να παραπέμπονται στις δομές της ΥΠΥ, μεταφέρονται από την ΕΛΑΣ σε Κέντρα Κράτησης ενώ αναφέρθηκε ειδικά σε 100 παιδιά που μεταφέρθηκαν από τη Μυτιλήνη στο Κέντρο Κράτησης της Αμυγδαλέζας. «Τα παιδιά παραπέμπονται σαν ενήλικοι στα Κέντρα Κράτησης, διότι δεν έχουν περάσει από την Πρώτη Υποδοχή» είπε η κ. Πούλου και σημείωσε, ότι «υπάρχει χάσμα ανάμεσα στη θεσμοθέτηση και την υλοποίησή της».
Ο Συνήγορος του Πολίτη έχει προχωρήσει στη σύνταξη σχετικής έκθεσης, ενώ πρόσφατα και ο δήμος Αθηναίων κοινοποίησε το πρόβλημα σχετικά με την τραγική κατάσταση των ανηλίκων στην Αμυγδαλέζα, με επιστολή προς τον υπουργό Δημόσιας Τάξης.