Συγκλονιστικές είναι οι μαρτυρίες των διασωθέντων από το πλοίο «Norman Atlantic», που έφτασαν στις 10 το πρωί στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας, με το ελικόπτερο Σικόρσκι του Πολεμικού Ναυτικού. Εμφανώς εξαντλημένοι, περιγράφουν τις ώρες αγωνίας που έζησαν, τη μάχη με τα κύματα και τις φλόγες για να κρατηθούν στην ζωή.
Με τα μάτια κατακόκκινα και συγκινημένος, ένας πολιτικός μηχανικός από τον Βόλο, θυμάται τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε στο φλεγόμενο πλοίο. Όπως λέει, η αγωνία του ήταν για τη ζωή των δύο ανήλικων παιδιών του:
«Να μην τύχει σε κανέναν άνθρωπο. Κατά τις 5 το ξημέρωμα, το καράβι είχε τυλιχτεί στις φλόγες. Άρχισαν να γίνονται ανατινάξεις, έλιωναν λαμαρίνες. Έβγαινε από μέσα φωτιά. Ψάχναμε να βρούμε μέρος χωρίς φωτιά. Μέσα στη θύελλα, πανικός… Έβγαλαν πρώτα τα παιδιά, μετά τις μητέρες. Χαίρομαι που σώθηκε η οικογένεια μου. Το αυτοκίνητο καταστράφηκε- πηγαίναμε διακοπές. Όλα τα παιδάκια ήταν συνεργάσιμα, συμπεριφέρθηκαν σαν μεγάλοι. Δεν γνωρίζαμε εάν θα αντέξει το σκάφος. Ήταν συνεχόμενη αγωνία. Ελευθερώθηκα όταν σώθηκαν τα παιδιά μου, 9 και 14ετών- είναι καλά. Τους έσωσε ιταλικό ελικόπτερο. Θα τους συναντήσω στην Πάτρα.
Ήταν ο χειρότερος καιρός που μπορούσες να φανταστείς. Έλιωναν τα πάντα. Όλη την νύχτα τα ελικόπτερα επιχειρούσαν. Ένας Ιταλός διασώστης κόντεψε να πέσει τρεις φορές στη θάλασσα. Να ευχαριστήσω τον Άλεξ. Εκείνος έβγαλε την οικογένεια μου από το πλοίο. Ανακουφιστήκαμε όταν είδαμε ελληνικό ελικόπτερο. Είμαστε από τους τελευταίους. Μας έσωσε το ελληνικό ελικόπτερο. Ήταν οι καλύτεροι, γιατί δεν έστειλαν περισσότερους; Προσέγγιζαν τέλεια, έβγαζαν περισσότερους. Όταν βλέπεις ανθρώπους από την πατρίδα σου συγκινείσαι».
Ένας οδηγός νταλίκας, ο κ. Ανδρέας, εμφανώς σοκαρισμένος υποστηρίζει ότι διασώστες στο πλοίο «ήταν το ελληνικό πλήρωμα, ο καπετάν Παύλος και οι οδηγοί». Όπως περιγράφει, βοήθησαν τα παιδιά τις γυναίκες και τους ηλικιωμένους. Χρειάστηκε, όπως λέει, οι ίδιοι οι οδηγοί «να δεθούν με σχοινιά για να σώσουν μια γυναίκα και ένα παιδί που εγκλωβίστηκαν στην φυσούνα».
Την ώρα που ξέσπασε η φωτιά κοιμόταν. «Ήταν κλειδωμένες πολλές πόρτες. Υπήρχε ένα πυρωμένο σίδερο. Οι σόλες μας έλιωσαν. Σπάσαμε τη γέφυρα να μην σκάσουμε από την κάπνα. Λιποθύμησαν άνθρωποι από υποθερμία», αναφέρει ο κ. Ανδρέας.
Ένας άλλος οδηγός, ο κ. Χατζηπετρής, εξέφρασε την αγωνία του για κάποιους συναδέλφους του που είχαν κοιμηθεί μέσα στα φορτηγά τους, γιατί από τη στιγμή που ξέσπασε η πυρκαγιά μέχρι τη διάσωσή του δεν τους είδε.