Ορατό είναι πλέον το ενδεχόμενο συγχώνευσης των πανεπιστημιακών κλινικών του ΑΠΘ, καθώς μεγάλος αριθμός καθηγητών αποχωρεί λόγω συνταξιοδότησης, γεγονός που εκτιμάται πως θα έχει δραματικές συνέπειες στη λειτουργία της Ιατρικής Σχολής. Η Ιατρική Σχολή είναι η μόνη με τις μεγαλύτερες «απώλειες» σε καθηγητές, καθώς από τα 121 μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού του ΑΠΘ που συνταξιοδοτούνται φέτος, οι 35, δηλαδή ένα ποσοστό περίπου 29%, είναι καθηγητές της Ιατρικής.
Να σημειωθεί ότι κατά το ακαδημαϊκό έτος 2011-2012, ο αριθμός των καθηγητών στην Ιατρική Σχολή ήταν 464, το 2012-2013 μειώθηκε στους 436 και το 2013-2014 θα είναι 401.
Με ρυθμό συνταξιοδοτήσεων 28-30 μελών ΔΕΠ κάθε χρόνο, ο αριθμός των καθηγητών στην Ιατρική Σχολή, από 530 που ήταν πριν από μερικά χρόνια, το 2017 θα μειωθεί στους 302, εκτιμά ο νυν αναπληρωτής πρόεδρος και από 1η Σεπτεμβρίου πρόεδρος της Σχολής, καθηγητής παθολογίας-ανοσολογίας και διευθυντής της Δ΄ Παθολογικής Κλινικής του Ιπποκρατείου Αλέξανδρος Γαρύφαλλος.
Αυτό θα έχει δραματικές συνέπειες τόσο στη λειτουργία της Σχολής, όπου φοιτούν 3.000 φοιτητές, όσο και στη λειτουργία των πανεπιστημιακών κλινικών στα δημόσια νοσοκομεία. Ενώ οι συγχωνεύσεις των κλινικών του ΕΣΥ είναι ήδη γεγονός, μέχρι στιγμής οι πανεπιστημιακές κλινικές έχουν εξαιρεθεί από αυτό το μέτρο.
«Με τις δυσκολίες που θα προκύψουν από τη μείωση του ιατρικού προσωπικού, είναι πολύ πιθανόν να χρειαστεί επανασχεδιασμός της λειτουργίας των πανεπιστημιακών κλινικών και πιθανόν να φτάσουμε σε συνενώσεις», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Γαρύφαλλος.
«Φέτος», προσθέτει, «θα διοριστούν περίπου 80 καθηγητές σε όλο τα ΑΠΘ, αλλά ελάχιστοι από αυτούς θα είναι καθηγητές Ιατρικής και δεν θα επαρκούν για να καλυφθούν ούτε οι ανάγκες ενός έτους. Το χειρότερο πλήγμα, όμως, για την Ιατρική Σχολή είναι οι αποχωρήσεις έμπειρων διοικητικών στελεχών από τις γραμματείες. Πολλοί απόφοιτοι Ιατρικής φεύγουν στο εξωτερικό και χρειάζονται έγγραφα. Αν δεν υπάρχει προσωπικό στις γραμματείες, δεν θα μπορούν να εξυπηρετηθούν».
Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη δημιουργία μιας κεντρικής γραμματείας, από την οποία να μπορούν να εξυπηρετούνται όλοι οι φοιτητές και οι απόφοιτοι και την παραμονή σε κάθε γραμματεία Σχολής ενός μικρού αριθμού προσωπικού.
Να σημειωθεί ότι, από 1ης Σεπτεμβρίου, η Ιατρική Σχολή παύει να ονομάζεται Σχολή και αποτελεί ένα από τα Τμήματα της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ και το μειωμένο – λόγω διαθεσιμότητας, κινητικότητας και συνταξιοδοτήσεων – διοικητικό προσωπικό, εκτός από τις ανάγκες του Τμήματος Ιατρικής θα πρέπει να εξυπηρετεί και τις ανάγκες της Κοσμητείας.
«Εκείνο το πρόβλημα, όμως, για το οποίο δεν φαίνεται να υπάρχει λύση, είναι η μείωση του ιατρικού προσωπικού στις πανεπιστημιακές κλινικές, τη στιγμή, μάλιστα, που και στις κλινικές του ΕΣΥ υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις. Για παράδειγμα, η Δ’ Παθολογική Κλινική του Ιπποκρατείου, η οποία συνεργάζεται στενά με την Κλινική Μεταμοσχεύσεων, λειτουργεί με πέντε άτομα προσωπικό και δεν “βγαίνουν” οι εφημερίες. Αυτό έχει αντίκτυπο στην περίθαλψη των ασθενών. Ήδη, μεταφέρεται στο Ιπποκράτειο η Δερματολογική Κλινική του ΕΣΥ από το νοσοκομείο Αφροδισίων. Επειδή, όμως, οι ασθενείς θα εξετάζονται στο Αφροδισίων, θα υπάρχει ένα πρόβλημα με το πήγαινε – έλα από και προς τη Δερματολογική Κλινική στο Ιπποκράτειο», επισημαίνει ο κ. Γαρύφαλλος.