Το 64% των θέσεων ανώτερων διοικητικών στελεχών στις ελληνικές επιχειρήσεις καταλαμβάνονται συχνότερα από άνδρες παρά από γυναίκες, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας παροχής υπηρεσιών ανθρώπινου δυναμικού Randstad Hellas με αντικείμενο, τον ρόλο των γυναικών στην ηγεσία, την κινητικότητα των εργαζομένων, την αυτοπεποίθηση και την εργασιακή τους ικανοποίηση.
Το αποτέλεσμα αυτό κατατάσσει την Ελλάδα μεταξύ των χωρών στις οποίες τα διοικητικά στελέχη είναι συνήθως γένους αρσενικού και ελάχιστες γυναίκες κατέχουν διευθυντικές θέσεις. Άλλες χώρες με αντίστοιχα ποσοστά είναι η Κίνα (90%), η Ινδία (80%), η Ιαπωνία (78%) και η Τουρκία (75%).
Σύμφωνα με άλλα στοιχεία της ίδιας έρευνας, αυξάνεται μεταξύ των Ελλήνων εργαζομένων ο φόβος ότι θα χάσουν την εργασία τους, ενώ όλο και λιγότεροι αναμένουν ότι θα μπορέσουν βρουν μια νέα εργασία στους επόμενους 6 μήνες, σε σύγκριση με το περασμένο τρίμηνο.
Αναλυτικότερα, το 42% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα, δήλωσε ότι πιστεύει πως οι άνδρες είναι μακράν καταλληλότεροι για να ηγηθούν μιας εταιρείας. Μόνο το 29% αυτών που συμμετείχαν, πιστεύει ότι οι γυναίκες είναι καταλληλότερες για τον συγκεκριμένο ρόλο. Άλλες χώρες με προτίμηση στο ανδρικό φύλο για τις ηγετικές θέσεις, είναι η Κίνα (50%), το Χονγκ Κονγκ (63%) και η Μαλαισία (65%). Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες στην έρευνα για την Ισπανία (56%), τη Χιλή (57%) και το Μεξικό (50%) δείχνουν υψηλότερη προτίμηση στη γυναικεία ηγεσία.
Επίσης, ενώ το 70% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι πιστεύει στην αποτελεσματικότητα των διαφορετικών και ισορροπημένων ομάδων ηγεσίας με τη συμμετοχή ανδρών και γυναικών, το 52% δηλώνει ότι θα προτιμούσε να έχει προϊστάμενο έναν άνδρα παρά μία γυναίκα. Μόλις το 26% συμφωνεί με τη δήλωση «θα προτιμούσα να έχω προϊστάμενο μία γυναίκα παρά έναν άνδρα».
Στην ερώτηση, αν πιστεύετε ότι οι νομοθετικές ρυθμίσεις για τα ποσοστά των θέσεων που κατέχουν οι άνδρες και οι γυναίκες, θα επηρέαζε θετικά την προώθηση περισσότερων γυναικών σε ηγετικές θέσεις, το 50% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα απάντησε θετικά, ενώ παγκοσμίως το ποσοστό αυτό φτάνει στο 57%.
Η έρευνα κατέδειξε ότι στην Ελλάδα το 50% των εργοδοτών ενθαρρύνει τις γυναίκες να επιδιώξουν ηγετικές θέσεις. Πολύ λιγότερη αντίστοιχη ενθάρρυνση συναντάται σε χώρες όπως η Ουγγαρία (25%), η Ιαπωνία (36%) και η Τσεχία (38%). Ωστόσο, το 62% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα, συμφωνεί ότι είναι πιο δύσκολο για τις γυναίκες να προωθηθούν στις ηγετικές θέσεις έναντι των ανδρών. Στην Ελλάδα, το 69% των ερωτηθέντων προσβλέπει σε μια ηγετική θέση. Τρεις στους τέσσερις εργαζόμενους στην Ελλάδα (76%) δηλώνουν ότι οι άνδρες και οι γυναίκες που κατέχουν παρόμοιες θέσεις εργασίας αμείβονται εξίσου από τον εκάστοτε εργοδότη τους.
Στην Ελλάδα σπάνια η μερική απασχόληση γίνεται αποδεκτή για όσους κατέχουν διευθυντικές θέσεις. Μόνο το 25% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι είναι αποδεκτή σε τοπικό επίπεδο. Άλλες χώρες στις οποίες είναι ακόμη λιγότερο αποδεκτή είναι η Ιαπωνία (20%), η Ουγγαρία (24%) και η Τουρκία (23%). Το 68% συμφώνησε ότι η εργασία μερικής απασχόλησης εμποδίζει την επαγγελματική εξέλιξη των υπαλλήλων στην Ελλάδα.
Από την έρευνα προκύπτει ότι μειώνεται σταθερά στην Ελλάδα ο «δείκτης κινητικότητας» που αξιολογεί την ετοιμότητα των εργαζόμενων να αλλάξουν εργασία σε χρονικό ορίζοντα έξι μηνών.
Η ετοιμότητα αυτή υπολογίζεται με βάση την τρέχουσα εργασιακή ικανοποίηση του εργαζομένου, τον φόβο για ενδεχόμενη απόλυσή του, την ανάγκη του για νέες προκλήσεις και την αυτοπεποίθηση ότι θα καταφέρει να βρει νέα εργασία. Ο δείκτης κινητικότητας στην Ελλάδα για το α’ τρίμηνο του 2013 έφτασε τις 97,8 μονάδες πέφτοντας από τις 100 μονάδες που ήταν το δ’ τρίμηνο του 2012. Το αποτέλεσμα αυτό καταδεικνύει ότι λιγότεροι εργαζόμενοι αναμένουν να απασχοληθούν σε μια νέα εργασία για τους επόμενους 6 μήνες, σε σύγκριση με το περασμένο τρίμηνο.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο δείκτης κινητικότητας για το α’ τρίμηνο του 2013 ανήλθε στις 109 μονάδες, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τo 2010 όταν ξεκίνησαν οι σχετικές έρευνες. Από το σύνολο των ερωτηθέντων στην Ελλάδα για το α’ τρίμηνο του 2013, το 17,4% δήλωσε ότι άλλαξε θέση εργασίας κατά τους τελευταίους έξι μήνες, ποσοστό αυξημένο κατά 1,3% σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2012. Το 36% των συμμετεχόντων απάντησε ότι άλλαξε εργασία το τελευταίο εξάμηνο, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες απασχόλησης και το 31% λόγω προσωπικής επιθυμίας για αλλαγή.
Σε χαμηλά επίπεδα κυμαίνονται, η αυτοπεποίθηση για εύρεση νέας εργασίας στην Ελλάδα καθώς και η εργασιακή ικανοποίηση.
Από τους συμμετέχοντες στην έρευνα σε τοπικό επίπεδο, το 38,6% αναμένει ότι θα καταφέρει να βρει μία ανάλογη εργασία εντός των επόμενων έξι μηνών, ποσοστό το όποιο είναι ελαφρώς αυξημένο σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο του 2012 (37%). Ωστόσο, στην Ελλάδα ο φόβος απώλειας εργασίας για το α’ τρίμηνο του 2013 αυξήθηκε επίσης λίγο, από 44% που ήταν το δ’ τρίμηνο του 2012 σε 45,5%.
Επίσης, ενώ οι εργαζόμενοι σε χώρες όπως η Νορβηγία (81%) και η Δανία (79%) έχουν τα υψηλότερα επίπεδα εργασιακής ικανοποίησης, η τελευταία έρευνα Workmonitor αποκαλύπτει ότι οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα (52%) και την Ουγγαρία (41%) είναι οι λιγότερο ικανοποιημένοι. Το ποσοστό της εργασιακής ικανοποίησης στην Ελλάδα παραμένει σταθερό σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο του 2012.
Η έρευνα της Randstad Hellas πραγματοποιήθηκε για το α’ τρίμηνο του 2013, και διεξήχθη μέσω online ερωτηματολογίου σε δείγμα 450 ατόμων από τις 18 έως τις 31 Ιανουαρίου.