Ιδιαίτερα προβληματική και ανησυχητική για την υγεία είναι η αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο λεκανοπέδιο της Αθήνας εξαιτίας της ανεξέλεγκτης καύσης ξύλων και συναφών υλικών, με συνέπεια οι επιστημονικές μετρήσεις να καταγράφουν κατά το δίμηνο Δεκεμβρίου 2012-Ιανουαρίου 2013 σημαντική αύξηση των αιωρούμενων μικροσκοπικών σωματιδίων.
Αυτό επισημάνθηκε σε ενημερωτική-εκπαιδευτική ημερίδα με θέμα «Περιβάλλον και Υγεία: Η ατμοσφαιρική ρύπανση στην Αθήνα τώρα», που διοργάνωσε η Ιατρική Σχολή στο κεντρικό κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών, με τη συμμετοχή επιστημόνων διαφόρων κλάδων, φοιτητών κ.α.
Η Αθήνα στο παρελθόν, ιδίως στη δεκαετία του ’80, είχε γνωρίσει κυρίως το κιτρινο-καφέ φωτοχημικό νέφος που περιέχει και οξείδια του αζώτου και για το οποίο ευθύνονταν κυρίως οι μηχανές εσωτερικής καύσης των οχημάτων. Το πιο πρόσφατο καφέ νέφος αιθαλομίχλης περιέχει κυρίως αιθάλη (μαύρο άνθρακα) λόγω της μαζικής καύσης των ξύλων και παραγώγων του.
Μεταξύ των προτάσεων που έγιναν για να διορθωθεί η κατάσταση, σχεδόν κοινή ήταν η εκτίμηση πως πρέπει να μειωθεί και πάλι ο φόρος, ώστε να ενθαρρυνθεί η κατανάλωση του πετρελαίου θέρμανσης. Παράλληλα, τονίστηκε ότι πρέπει να υπάρξουν έλεγχοι σε όλο το κύκλωμα διάθεσης των προϊόντων (καυσόξυλων, πέλετ, άλλης βιομάζας), καθώς και των διάφορων εγκαταστάσεων καύσης, καθώς συχνά δεν διαθέτουν τις αναγκαίες προδιαγραφές και πιστοποιήσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν ρυπαίνουν το περιβάλλον.
Ο ακαδημαϊκός και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Χρήστος Ζερεφός, πρότεινε ότι το πρόβλημα της αιθαλομίχλης πρέπει να αντιμετωπιστεί βήμα-βήμα και με παρεμβάσεις στην πηγή του (ξύλα-πέλετ-εγκαταστάσεις καύσης χαμηλής ή άγνωστης ποιότητας και προέλευσης). Ανέφερε ότι η αύξηση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης υπήρξε «μέγα σφάλμα» και πρόσθεσε ότι η εν συνεχεία κρατική επιδότηση για το πετρέλαιο θέρμανσης δεν αποτελεί λύση.
Επεσήμανε, ακόμα, την ανάγκη να χτυπηθεί επιτέλους η λαθρεμπορία στα καύσιμα, ώστε να αυξηθούν τα σχετικά δημόσια έσοδα και έτσι να ανοίξει ο δρόμος για τη μείωση του φόρου και τελικά της τιμής στο πετρέλαιο θέρμανσης (όπως είπε, έστειλε και σχετική επιστολή με προτάσεις στον υπουργό Ανάπτυξης Κ. Χατζηδάκη). Επίσης κάλεσε τους καταναλωτές να επιμένουν οι ίδιοι για την ύπαρξη πιστοποίησης στα προϊόντα ξυλείας και στις εγκαταστάσεις θέρμανσης που αγοράζουν.
Ο κ. Ζερεφός σημείωσε, πάντως, ότι οι συνέπειες για την ατμόσφαιρα, αν και αρνητικές, φαίνεται να είναι παροδικές, καθώς τα τζάκια δεν καίνε συνέχεια. Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο τα βράδια, ιδίως τις μέρες που δεν φυσάει και δεν βρέχει.
Ανέφερε ότι κατά τα τελευταία χρόνια είχε παρουσιαστεί μία διαρκής τάση μείωσης των αέριων ρύπων πάνω από την Αθήνα, τόσο πριν όσο και μετά την οικονομική κρίση (π.χ. επειδή οι πολίτες χρησιμοποιούν πια λιγότερο τα αυτοκίνητά τους λόγω του αυξημένου κόστους της βενζίνης). Όμως αυτή τη θετική από περιβαλλοντικής πλευράς εξέλιξη, όπως τόνισε, ήρθε να διακόψει φέτος το χειμώνα το πρόβλημα της υπερβολικής καύσης ξύλων.
Ο αναπληρωτής καθηγητής Φυσικής Περιβάλλοντος της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ Αλέξανδρος Παπαγιάννης πρότεινε να μειωθεί ή και να απαγορευθεί η καύση ξύλων, να υπάρξουν οι αναγκαίες πιστοποιήσεις, να βελτιωθούν οι θερμομονώσεις στα ιδιωτικά και δημόσια κτίρια και να ενθαρρυνθεί η χρήση του φυσικού αερίου, ώστε να καθαρίσει η ατμόσφαιρα της πρωτεύουσας.
Είπε ακόμα ότι έχει παραγνωριστεί το γεγονός πως τα ξύλα («ακόμα και τα καθαρά του χωριού») περιέχουν μεγάλες ποσότητες τοξικού υδραργύρου και, μάλιστα, όσο πιο γέρικο είναι το δέντρο που καίγεται τόσο περισσότερος υδράργυρος εκλύεται στην ατμόσφαιρα.
Για τις επίσημες μετρήσεις των αρμόδιων Αρχών σχετικά με τα επίπεδα των σωματιδίων στην Αθήνα, άσκησε κριτική ότι δεν ανακοινώνονται σε πραγματικό χρόνο, αλλά με χρονική υστέρηση, ότι δεν γίνονται τα Σαββατοκύριακα και ότι οι σταθμοί μέτρησης είναι λίγοι.
Συμφώνησε ότι υπήρχε διαχρονική τάση μείωσης των αιωρούμενων σωματιδίων, αλλά τους τελευταίους δύο μήνες έχουν υπάρξει μεγάλες υπερβάσεις, μερικές μέρες μάλιστα πολύ πάνω από τα επιτρεπτά όρια, τόσο το πρωί όσο και το βράδυ, γεγονός που χαρακτήρισε ανησυχητικό. Οι μετρήσεις του στο ΕΜΠ δείχνουν ότι οι ρύποι στην Αθήνα, λόγω της καύσης των ξύλων, εγκλωβίζονται κυρίως σε ύψος έως 300 μέτρων, ενώ μπορεί να ξεπεράσουν και τα 1.000 μέτρα.
Η καθηγήτρια Παιδιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθύντρια της Β’ Παιδιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Αγλαΐα Κυριακού», Χρύσα Τζουμάκα-Μπακούλα, αναφέρθηκε στις συνέπειες της ρύπανσης ιδίως για την ευπαθή ομάδα των παιδιών και κάλεσε τους πολίτες να μην περιμένουν να δράσει μόνο το κράτος, αλλά να τεθούν οι ίδιοι ενώπιον των δικών τους ευθυνών. Τόσο η ίδια όσο και ο κ.Ζερεφός, έθεσαν το ερώτημα πώς γίνεται στα χωριά να καίνε τόσα τζάκια, αλλά να μην υπάρχει ανάλογο πρόβλημα ρύπανσης με την Αθήνα.