Στις 18 Δεκεμβρίου 2001, η «Ελευθεροτυπία» κυκλοφορούσε με τον τίτλο «ΕΥΡΩ-ΜΑΝΙΑ» και το Reuter μετέδιδε διεθνώς μια φωτογραφία με δύο ελληνικά σουβλάκια με γύρο που ήταν γαρνιρισμένα με κέρματα του ευρώ. Ηταν η μόνη φωτογραφία για το Reuter που θα μπορούσε να είχε διεθνή απήχηση για μια Ελλάδα που «σπαρταράει» στη θέα του νέου νομίσματος. Διανύαμε τις πρώτες μέρες εξοικείωσής μας με το ευρώ που έγινε ανάρπαστο τότε, με τους συνταξιούχους -τραγική ειρωνεία- να είναι οι πρώτοι στη λίστα των πολιτών που έσπευσαν να προμηθευθούν από τις τράπεζες έναντι 5.000 δραχμών τα σακουλάκια των 14,67 ευρώ!
Τα περίφημα «starter kits» δεν έτυχαν ανάλογης ανταπόκρισης μόνο στη χώρα μας, αλλά και στη Γερμανία με τις ατέλειωτες ουρές των γερμανών πολιτών να στέκονται στο κρύο για να τα προμηθευθούν! Η μόνη χώρα που αδιαφόρησε ήταν η Ολλανδία, που αν και δινόταν δωρεάν το ευρωσακουλάκι, ελάχιστοι Ολλανδοί το πήραν.
Τρία εκατομμύρια starter kits αγοράσαμε και όλα κυλούσαν αισιόδοξα. Αν και λίγες ημέρες μετά θα μαθαίναμε ότι ανήκουμε στους πιο χαμηλόμισθους Ευρωπαίους, που μάλιστα πληρώνουμε πανάκριβα δημόσιες υπηρεσίες και αγαθά. Μας χρειάστηκαν δέκα χρόνια για να το εμπεδώσουμε στην πράξη με τον πιο σκληρό τρόπο.
Η «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» αναφέρει ότι σαν σήμερα πριν από δέκα χρόνια η αμόλυβδη βενζίνη είχε 0,65 λεπτά το λίτρο, τώρα η φθηνότερη τιμή αγγίζει το 1,55. Το πετρέλαιο θέρμανσης από τα 0,65 λεπτά το λίτρο ανέβηκε στο 0,95 ευρώ. Το τρίωρο πάρκινγκ στο κέντρο της Αθήνας πριν από δέκα χρόνια κόστιζε κατά μέσον όρο 4,40 ευρώ, τώρα η κάθε ώρα ξεκινάει από 6 ευρώ και πάνω (ανάλογα την περιοχή). Το εισιτήριο στο λεωφορείο και το τρόλεϊ στοίχιζε 0,44 λεπτά, τώρα 1,20 ευρώ. Το Intercity Αθήνα-Θεσσαλονίκη από 27,58 ευρώ, τώρα μας κοστίζει 55,40 ευρώ.
Εκείνες τις τελευταίες ημέρες του 2001 πριν από την επίσημη έλευση του ευρώ, την 1/1/2002 κανείς δεν ανησυχούσε για το πώς εξελισσόταν η καταναλωτική συμπεριφορά των Ελλήνων ενόψει των εορτών. Οι δημόσιοι υπάλληλοι παρακολουθούσαν τις ανακοινώσεις του πρώτου προϋπολογισμού σε ευρώ που προέβλεπε αναδιανομή άνω των 600 δισ. δραχμών για αυξήσεις μισθών πέραν της επίσημης εισοδηματικής πολιτικής. Η αύξηση που προβλεπόταν στους μισθούς τους ήταν 2,5% και στις συντάξεις 4%.
Και πάλι ελάχιστες «μουρμούρες» για τις ακριβές υπηρεσίες. Από την κοινοτική έκθεση «Καταναλωτές στην Ευρώπη» προέκυπτε ότι κάθε ελληνικό νοικοκυριό έδινε το 2,4% των συνολικών του δαπανών στην παιδεία. Στη λίστα μετά από εμάς ακολουθούσαν οι Ισπανοί και οι Ισλανδοί με 1,4%. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη των «15» τότε, ήταν μόλις 0,83%! Οσο για την υγεία, κι εκεί ακριβά την πληρώναμε. Δίναμε το 6,3% των δαπανών μας και κατείχαμε την πρωτιά, με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο να κινείται στο 3,28%.
Η αγοραστική μας δύναμη τότε ήταν η μισή απ’ όλους τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Στις 23 Δεκεμβρίου 2001 η «Ε» κυκλοφορούσε με τον καθ’ όλα προφητικό τίτλο: Οι ανεπάρκειες της «ψωροκώσταινας» βαρύνουν την «ευρωκώσταινα»!
Οι τιμές μέσα σε λίγες ημέρες ανέβηκαν στα ύψη!
Φυσικά και δεν μας πτοούσε τίποτα εκείνα τα Χριστούγεννα του 2001. Το μόνο εμπόδιο για την έξοδο των εορτών μας δεν ήταν αυτά τα δύο στοιχεία, αλλά ο έντονος χιονιάς που έπληττε τη χώρα.