Στην 71η Ολυμπιάδα στην Ολυμπία, το 496 π.χ. το όνομα ενός αθλητή χαράσσεται με μαύρα γράμματα στην ιστορία της διοργάνωσης.  Πρόκειται για τον πυγμάχο Κλεομήδη, ο οποίος είχε καταγωγή από την Αστυπάλαια και ήταν ένας μεγαλόσωμος και σπουδαίος αθλητής. Οι αναμετρήσεις στις οποίες συμμετείχε πολλές όπως και οι διακρίσεις του. Ο κόσμος τον στήριζε και τον αγαπούσε μέχρι την στιγμή που έγινε ο δολοφόνος του αντιπάλου του. Στην συγκεκριμένη Ολυμπιάδα ο Κλεομήδης είχε αντίπαλο τον Ίκκο από την Επίδαυρο. Ο αγώνας έδειχνε αμφίρροπος, καθώς και ο Ίκκο ήταν ένας από τους καλύτερους αθλητές της εποχής. Στο μυαλό του Κλεομήδη όμως δεν χωρούσε η λέξη ήττα.

Το δολοφονικό χτύπημα στον αντίπαλο του

3

Ο αγώνας ξεκίνησε με τον Κλεομήδη να συνειδητοποιεί ότι ο αντίπαλος του έχει τις ίδιες πιθανότητες με εκείνον να κερδίσει. Η σκέψη και μόνο τον έκανε έξω φρενών με αποτέλεσμα να μην καταφέρει να τιθασεύσει την οργή του και να γίνει ανεξέλεγκτος. Η κακιά στιγμή δεν άργησε να έρθει. Ο Κλεομήδης εκτός εαυτού δίνει ένα αντικανονικό χτύπημα στον αντίπαλο του και τον σκοτώνει. Με τον τρόπο αυτό κερδίζει τον αγώνα, παραβιάζοντας όμως τους ιερούς κανόνες και τα ολυμπιακά ιδεώδη. Στη συνέχεια οι ελλανοδίκες του αφαίρεσαν τη νίκη και το δάφνινο στεφάνι που τόσο ποθούσε δεν κατάφερε να το φορέσει ποτέ. Του επιβλήθηκε μάλιστα και πρόστιμο, το οποίο αντιστοιχούσε σε 40 τάλαντα, ποσό που για την εποχή ήταν υπερβολικό ακόμη και για κάποιον που ήταν εύπορος. Έτσι ο Κλεομήδης από κορυφαίος αθλητής γίνεται δακτυλοδεικτούμενος, με τον κόσμο να αρχίζει να τον απαξιώνει και να τον περιφρονεί.

 Η εισβολή στο σχολείο και ο θάνατος 60 παιδιών

i-pali-stin-lemeso

Η ψυχολογική κατάσταση του γίγαντα Κλεομήδη πήγαινε από το κακό στο χειρότερο, με αποτέλεσμα για μια ακόμη φορά να μην μπορέσει να ελέγξει τον θυμό του. Έτσι μια μέρα εισέβαλε σε ένα σχολείο την ώρα που γινόταν μάθημα. Το μόνο που ήθελε, όπως ισχυρίστηκε, ήταν να δείξει στα παιδιά πόσο δυνατός είναι. Έπιασε λοιπόν την κεντρική ξύλινη κολόνα και άρχισε να την κουνά δυνατά. Η συγκεκριμένη κολόνα όμως στήριζε την στέγη, η οποία κατέρρευσε και εξήντα παιδάκια βρήκαν τραγικό θάνατο. Οι γονείς άρχισαν να τον κυνηγούν για να πάρουν εκδίκηση για το θάνατο των παιδιών τους. Εκείνος για να αποφύγει τον λιθοβολισμό, βρίσκει άσυλο στο ναό της Αθηνάς και κρύβεται σε ένα κασόνι που βρισκόταν στο ιερό. Έπειτα από λίγες ημέρες οι κάτοικοι της Αστυπάλαιας μπήκαν στο ναό και έσπασαν το κασόνι, με έκπληξη όμως διαπίστωσαν ότι εκείνος δεν ήταν μέσα.

Τον έσωσε το μαντείο των Δελφών

παγκράτιο

Ο θρήνος των γονιών  για τα παιδιά που είχαν σκοτωθεί δεν είχε τέλος. Προσπαθούσαν να βρουν ένα τρόπο να λυτρωθούν, έτσι σε μια ύστατη προσπάθεια να τον εντοπίσουν καταφεύγουν στο μαντείο των Δελφών. Το μαντείο τους έδωσε την εξής απάντηση: «Ύστατος ηρώων Κλεομήδης Αστυπαλαιεύς, όν θυσίαις τιμάθ΄ατε μηκέτι θνηντόν εόντα», δηλαδή «Ο τελευταίος των ηρώων ο Κλεομήδης από την Αστυπάλαια, πρέπει να τιμάται με θυσίες και να μη θεωρείται πια θνητός!». Η ψυχή των κατοίκων της Αστυπάλαιας ηρέμησε και μαζί της βρήκε την ηρεμία του και ο Κλεομήδης ο οποίος κάθε φορά που έχανε τον έλεγχο δημιουργούσε και μια νέα τραγωδία.