Το ρολόι δείχνει 12 μετά το μεσημέρι και στον αυτοσχέδιο καταυλισμό της Ειδομένης, σε έναν πρόχειρο πάγκο, ένας νεαρός πρόσφυγας βάζει νερό και αλεύρι σε μια βαθιά λεκάνη και αρχίζει να ζυμώνει με απαλές κινήσεις. Λίγο πιο πέρα δύο άλλοι νεαροί ανάβουν φωτιά μέσα σ’ ένα παλιό βαρέλι, πάνω στο οποίο έχουν τοποθετήσει ένα ελαφρώς καμπυλωτό μεταλλικό σκέπασμα. Εκεί, λίγη ώρα αργότερα θα ψηθεί το σαζ (saj), η αραβική πίτα που έχει το μέγεθος ενός στρογγυλού μαξιλαριού και είναι τόσο λεπτή που μπορείς σχεδόν να δεις μέσα απ’ αυτήν.
Ο νεαρός που ζυμώνει είναι ο Παλαιστίνιος Μουράντ και μαζί με τους φίλους του -Σύροι και Παλαιστίνιοι από τον καταυλισμό του Γιαρμούκ- παρασκευάζουν καθημερινά αυτές τις πίτες, που γίνονται ανάρπαστες από τους ενοίκους της σκηνούπολης στην Ειδομένη. Προτού καλά καλά αρχίσει το ψήσιμο σχηματίζεται ουρά μπροστά από τον πάγκο και μικροί και μεγάλοι περιμένουν υπομονετικά να ετοιμαστεί η παραγγελία τους.
Μάλιστα, πολλοί είναι αυτοί που δεν περιορίζονται στην κλασική αραβική πίτα, αλλά τη ζητούν με γέμιση σάλτσας (ελαφρώς πικάντικης) και τυριού ή …σοκολάτας. Ιδίως η τελευταία εκδοχή γίνεται ανάρπαστη από τους λιλιπούτειους πελάτες του αυτοσχέδιου αυτού φούρνου, που τον ανακαλύπτεις είτε διά της όσφρησης είτε ακολουθώντας τη χάρτινη πινακίδα της …οδού Ροζάβα (περιοχή της βόρειας Συρίας που κατοικείται κυρίως από Κούρδους), που έχουν τοποθετήσει κάποιοι άλλοι πρόσφυγες μερικές δεκάδες μέτρα πιο πριν. «Για να μας θυμίζει την πατρίδα μας» εξηγεί σε όσους κοιτούν περίεργα την πινακίδα η ηλικιωμένη γυναίκα που πίνει νωχελικά το τσάι της, καθισμένη σταυροπόδι πάνω σ’ ένα μαξιλάρι.
«Άλλοι το λένε σαζ, άλλοι μαρκούκ και άλλοι τανούρ. Εξαρτάται από ποια περιοχή του αραβικού κόσμου έρχεται ο καθένας μας. Είναι το ψωμί του αραβικού κόσμου και, όπως θα διαπιστώσετε μόλις ψηθεί, είναι πεντανόστιμο» λέει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο… φούρναρης, ο Μουράντ, ενώ ανοίγει το φύλλο εναλλάσσοντάς το από το ένα χέρι στο άλλο ή πετώντας το ελαφρά στον αέρα, προτού το τοποθετήσει σ’ ένα μαξιλάρι και από εκεί στο πυρακτωμένο μεταλλικό σκέπασμα πάνω στο βαρέλι.
«Πήρα την τέχνη αυτή από τη Συρία, την “κουβάλησα” στον Λίβανο και από εκεί στην Τουρκία, όπου δούλευα επί 8-9 μήνες, προτού έρθω εδώ. Καθημερινά ετοιμάζουμε γύρω στις 400 πίτες» προσθέτει.
«Παίρνω πίτες κάθε μέρα, όχι μόνο γιατί αυτό είναι το μόνο ψωμί που μ’ αρέσει, αλλά κυρίως γιατί μού φέρνει στο μυαλό την εικόνα της μάνας μου, που έχει μείνει πίσω στη Συρία, να ζυμώνει και να ψήνει για να μας τις προσφέρει ζεστές – ζεστές στο τραπέζι» λέει ο Άχμεντ, παίζοντας με τα κέρματα που κρατά στο χέρι, ενώ περιμένει την παραγγελία του.
Τη συζήτηση διακόπτει η 9χρονη Ρίμα από το Χαλέπι της Συρίας, που ταξιδεύει μαζί με τη μητέρα της και τον αδελφό της, η οποία ζητά να της προσθέσουν λίγο παραπάνω τυρί στην πίτα της. «Μ’ αρέσει πολύ το τυρί» λέει στον Μουράντ, ενώ εκείνος ικανοποιεί την επιθυμία της μ’ ένα πλατύ χαμόγελο.
Αραβικές πίτες δεν απολαμβάνουν όμως μόνο οι πρόσφυγες της Ειδομένης, αλλά κι αυτοί που μένουν στις σκηνές που έχουν στηθεί στο βενζινάδικο επί της εθνικής οδού Θεσσαλονίκης-Ευζώνων, στο ύψος του Πολυκάστρου. Εκεί, οι «φουρνάρισσες» είναι δύο γυναίκες, που κάνουν το άνοιγμα του φύλλου να μοιάζει… παιχνιδάκι, προς τέρψιν αυτών που καθημερινά σπεύδουν για προμήθειες.
Το συγκεκριμένο είδος ψωμιού, αναπόσπαστο τμήμα της αραβικής διατροφής, παρασκευάζουν και αρκετές γυναίκες πρόσφυγες μεμονωμένα, για τη δική τους οικογένεια, ενώ κάθε φορά που κάποιος πλησιάζει για να απαθανατίσει το περίτεχνο άνοιγμα του φύλλου, τού προσφέρουν με χαρά ένα κομμάτι για να δοκιμάσει.